Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #42  
Παλιά 29-03-06, 10:16
Το avatar του χρήστη Μιχάλης
Μιχάλης Ο χρήστης Μιχάλης δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 22-06-2004
Περιοχή: Αργολίδα
Μηνύματα: 1.893
Προεπιλογή

γιατί φύσηξε ένα αεράκι δροσερό μέσα στην πνιγηρή ατμόσφαιρα του σπηλαίου και η είσοδός του γέμισε φως λες και ο ήλιος είχε κατέβει στη γη. και μέσα από το φως βγήκαν δύο νεαροί άντρες, ψηλοί, δυνατοί, με σοφία ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους, που σου έδιναν την αίσθηση πως έκρυβαν μέσα τους μια δύναμη πέρα από τα ανθρώπινα μέτρα. περπάτησαν αργά, τελετουργικά σχεδόν λίγα μέτρα και σταμάτησαν, την ώρα που από πίσω τους εμφανίστηκε εκείνη...
μια γυναίκα απίστευτης ομορφιάς, εξωανθρώπινης ίσως, ντυμένη με ένα απλό λευκό φόρεμα που άστραφτε σε τέλεια αντίθεση με τα κατάμαυρα μαλλιά της στάθηκε ανάμεσα στους δύο τρομερούς άντρες που υποκλίθηκαν με σεβασμό μπροστά της. η παρουσία τους όμως εξόργισε τον πρόεδρο, ο οποίος μου έδωσε στην αγκαλιά το βρέφος και έδειξε τη δύναμη που είχε μέσα του. γιατί τα μάτια του έχασαν την ανθρώπινη όψη τους, έγιναν δύο κατακόκκινοι βολβοί που φωσφόριζαν απαίσια. τέντωσε τα χέρια του προς τα κάτω και εκείνα τυλίχτηκαν μέσα σε κόκκινες φλόγες, που δεν έδειχναν να τον ενοχλούν ή να τον πονάνε. οι φλόγες συνέχισαν να ανεβαίνουν προς τον κορμό του, μέχρι που σύντομα μετατράπηκε σε ένα γίγαντα φωτιάς που όρθωσε τον τεράστιο όγκο του μπροστά από τους τρεις λευκούς ανθρώπους, πύργος σωστός, γεμάτος οργή και μίσος.
" δεν έχεις καμία δουλειά εδώ πέρα. το χωριό μου ανήκει" είπε στη γυναίκα και ήταν λες και η φωνή του έβγαινε από τα βάθη της γης, μούγκρισμα περισσότερο, παρά ανθρώπινη φωνή. η γυναίκα, όμως, χωρίς να κινηθεί από τη θέση της ή να φανεί πως φοβάται ή ταράζεται, άνοιξε το στόμα της και μίλησε.
" σου ανήκει;" ρώτησε με απορία με την καθάρια της φωνή. " που ήσουν εσύ όταν φτιαχνόταν ο ουρανός και η γη; που ήσουν εσύ όταν τα πνεύματα υποκλίνονταν μπροστά μου; είδες εσύ το φως να γεννιέται, είδες τα τεράστια κύματα του νερού να γεμίζουν τη γη και τα αστέρια να ανάβουν σιγά σιγά φωτίζοντας τον ουρανό;" έλεγε και ύψωνε τη φωνή της σταδιακά. " πουθενά δεν θα ήσουν αν δεν ήμουν εγώ, τίποτα δεν θα ήσουν εάν δεν ήμουν εγώ, για αυτό μην οικειοποιήσαι κάτι που ποτέ σου δνε έφτιαξες, γιατί δεν θα μπορούσες να το φτιάξεις" είπε και η φωτιά του γίγαντα άρχισε σιγά σιγά να σβήνει. όμως εκείνος, σε μια τελευταία απεγνωσμένη προσπάθεια, πήγε να στείλει μια δέσμη φωτιάς εναντίον της, όμως φύσηξε ένα αεράκι και τη διέλυσε πριν καν ακουμπήσει τη γυναίκα. και τότε εκείνη, ρίχνοντάς του ένα βλέμμα πλήρες αυστηρότητας αλλά και δικαιοσύνης, σαν να τον είχε σπρώξει δυνατά με αόρατα χέρια, ο γίγαντας εκτοξεύτηκε πολλά μέτρα πίσω. έπεσε πάνω στην κόκκινη κολώνα κι εκείνη πήρε φωτιά από το δάπεδο έως την οροφή και τα ουρλιαχτά του πρώην προέδρου σβήστηκαν μέσα στις φλόγες.
ο ένας από τους δύο νεαρούς άντρες έριξε το βλέμμα του πάνω στη μαρία και στο κοριτσάκι κι εκείνες έβαλαν τις φωνές καθώς αίμα άρχισε να τρέχει από τα μάτια, τη μύτη και τα αφτιά τους και πριν περάσει ένα πλετό, ήταν και οι δύο νεκρές. ο άλλος άντρας με πλησίασε και τότε πίστεψα ότι είχε έρθει η δική μου σειρά να πεθάνω. όμως, πήρε το μωρό από τα χέρια μου και με ένα γλυκό χαμόγελο με συμβούλεψε να φύγω τρέχοντας μακριά. δεν περίμενα να το ακούσω δεύτερη φορά, το έβαλα στα πόδια σαν τρελός. πέρασα μέσα από το χωριό, που ένας άνεμος το χτυπούσε αλύπητα, σπάζοντας παραθυρόφυλλα και σηκώνοντας σκεπές, ενώ μέσα από τα σπίτια φωνές αγωνίας και πόνου ακούγονταν. μερικοί κάτοικοι είχαν πεταχτεί στους δρόμους αιμορραγώντας και κάποιος αόρατος περνούσε ανάμεσά τους και τους θέριζε. όμως, από όσο μπόρεσα να δω, όταν έπεφταν κάτω νεκροί οριστικά πια, δεν άφηναν πίσω τους πτώμα αλλά ένα σωρό από κάτι που έμοιαζε με στάχτη.
έφυγα, λοιπόν, από εκείνο το καταραμένο μέρος και δνε σταμάτησα να τρέχω μέχρι που εξουθενωμένος λιποθύμησα στη μέση της πλατείας του παλαιοχωρίου. οι κάτοικοι με καλοδέχτηκαν, με κράτησαν κοντά τους μέχρι που έγινα εντελώς καλά. τότε, με μια ομάδα από αυτούς στήσαμε το άγαλμα στην άκρη του γεφυριού και προκαλέσαμε με μηχανήματα την κατολίσθηση που θα κρατούσε μακριά τους περίεργους από εκείνον τον τόπο του κακού. κι εγώ, έμεινα μαζί με τους παλαιοχωρίτες, γιατί εκείνοι με καταλάβαιναν περισσότερο από τον καθένα".
ο γέροντας σταμάτησε για λίγο να μιλάει και αναστέναξε βαθιά, ενώ εγώ δεν ήξερα τι να πω.
" μπορεί να σώθηκα" συνέχισε μετά από λίγο "αλλά το κακό με άγγιξε και από αυτό δεν μπορεί κανείς να γλιτώσει. δεν πήρα μέρος στα σχέδια του προέδρου, δνε δέχτηκα το κάλεσμα αλλά κάτι μέσα μου μου λέει πως στο αίμα μου κυλάει το κακό, σε λανθάνουσα μορφή, που περιμένει τη στιγμή να γίνει επικίνδυνο. για αυτό, οι χψριανοί περιμένουν την ώρα που θα εμφανιστεί πάνω μου η κόκκινη κηλίδα και αν αυτό γίνει, τους έχω ζητήσει να με σκοτώσουν, πριν κάνω κακό. επειδή όμως είμαι και επιστήμονας και νομίζω πως όλα αυτά έχουν μια λογική βάση, έχω στείλει αίμα μου στο πανεπιστήμιο της πάτρας, σε ένα νεαρό καθηγητή βιολογίας, με την παράκληση να το μελετήσει. είμαι σίγουρος πως θα βρει πολλά..."
έμεινα δύο ημέρες ακόμα κοντά στο γέροντα και συζητήσαμε πολλά θέματα σχετικά με τη φιλοσοφία και τη θρησκεία και τις σχέσεις που μπορεί να έχουν με τις κηλίδες, χωρίς να καταλήξουμε σε κανένα συμπέρασμα. εμάς τους δύο αγνώστους μας ένωσε το καταραμένο, το κρυμμένο χωριό και αυτό το δεσμό μεταξύ μας τίποτα δνε μπορεί να τον σπάσει. δέχτηκα να μου πάρει λίγο αίμα και να το στείλει στην πάτρα για να γίνουν μελέτες και σε μένα. αναρωτιέμαι πόσο θα αλλάξουν οι αντιλήψεις της επιστήμης αν βρεθεί στο αίμα μας, μέσα μας, εκείνο το τρομερό παράσιτο που έρχεται από τα βάθη του διαστήματος. μπορεί το χωριό να νεκρώθηκε, όμως υπάρχουν πολλά τέτοια χωριά και ολόκληρες πόλεις, που μυστικά εδώ και πολλά χρόνια προσπαθούν να πετύχουν τη γέννηση εκείνων που θα ετοιμάσουν το δρόμο του κεμ άναχ για την κάθοδό του στη γη. και αν ο πρόεδρος απέτυχε, σίγουρα υπάρχουν άλλοι που θα το καταφέρουν. αν δεν το έχουν καταφέρει ήδη...

τελος