Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #7  
Παλιά 29-01-06, 12:24
Το avatar του χρήστη Μιχάλης
Μιχάλης Ο χρήστης Μιχάλης δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 22-06-2004
Περιοχή: Αργολίδα
Μηνύματα: 1.893
Προεπιλογή

Θα χρειαζόταν μια ολόκληρη ημέρα για να σου απαριθμήσω τις δεκάδες απορίες που μου προξένησε αυτό το γράμμα, εγώ θα σταθώ όμως μόνο σε δύο. Οι εξετάσεις αμφισβητούσαν το γεγονός ότι ο άντρας της αδερφής μου ήταν ο πατέρας του Γιωργάκη αλλά όχι μόνο αυτό. Αμφισβητούνταν και η ίδια η αδερφή μου ως μητέρα του, δεδομένου ότι και οι δυο του γονείς είχαν ομάδα μηδέν, ένα παιδί δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να έχει ομάδα ΑΒ.
Έπειτα, τι ήταν αυτός ο παράξενος μικροοργανισμός που δεν μπορούσε να πιστοποιηθεί; Και οι αλλοιώσεις των χρωμοσωμάτων;
Κάθισα ή μάλλον σωριάστηκα μπερδεμένος στην πολυθρόνα. Τόσα πολλά γεγονότα είχαν συμβεί τον τελευταίο καιρό που το αντιληπτικό μου σύστημα δεν μπορούσε άλλο να επεξεργαστεί. Ήθελα να πιστέψω ότι ο ανηψιός μου ήταν άρρωστος αλλά κάτι βαθιά μέσα μου έλεγε ότι δεν ήταν μόνο η πορφύρα ή η πιθανή σχιζοφρένεια ή οι απροσδιόριστες βλάβες στα χρωμοσώματα που βασάνιζαν το παιδί αλλά και κάτι άλλο, βαθύτερο. Η αδερφή μου μάλλον είχε δίκιο, κάτι κακό συνέβαινε και είχα αρχίσει να μην το αποκλείω αν και ακόμα δεν του έδινα τη μεταφυσική χροιά που του έδινε εκείνη. Ούτε μπορούσα να εξηγήσω τα νεκρά ζώα που βρίσκονταν γύρω από το σπίτι μας και τα παράξενα ιερογλυφικά στο δρόμο αλλά το μυαλό μου με φόβιζε γιατί ένα μικρό μέρος του κατηγορούσε το Γιωργάκη για αυτό.
Την ώρα που βρισκόμουν σε βαθιά σκέψη και αμφιβολία, ο ανηψιός μου κατέβηκε αργά αργά από τον επάνω όροφο και ήρθε και γονάτισε μπροστά στα πόδια μου λυπημένος. Φαινόταν άρρωστος, το δέρμα του ήταν λευκό και παγωμένο.
« Ώρες ώρες είναι τόσο μεγάλη η θλίψη που νιώθω ότι θα με πνίξει» μου είπε με φωνή που έτρεμε. Εγώ, νιώθωντας έναν ανεξήγητο φόβο στο άγγιγμά του δεν μίλησα καθόλου αλλά εκείνος συνέχισε. « Δεν έχω πατέρα, δεν έχω φίλους, δεν έχω το Σπύρο, δεν έχω τίποτα. Είναι αφόρητη η μοναξιά, νιώθω μόνος, πεταμένος μέσα σε ένα υγρό πηγάδι που δεν το βλέπει ο ήλιος. Νιώθω απαίσια που είμαι τόσο αδύναμος αλλά στο υπόσχομαι θείε πως θα γίνω τόσο μεγάλος και τόσο δυνατός κάποτε που θα είμαι χαρούμενος»
Του χάιδεψα τα μαλλιά αμίλητος και το εξάνθημα στον αυχένα του φάνηκε ότι είχε εξαπλωθεί. Το ακούμπησα με τα ακροδάχτυλά μου και ήταν ζεστό, καυτό θα έλεγα. Ο μικρός πήρε μια απροσδιόριστη έκφραση, ειρωνική θα έλεγα. Σηκώθηκε όρθιος μπροστά μου και πια δεν έμοιαζε καθόλου θλιμμένος. Δεν έμοιαζε καν με τον ανηψιό μου καθώς μου είπε « Ο Σπύρος πέθανε ». Και πράγματι, μετά από λίγα λεπτά ουρλιαχτά πόνου ακούστηκαν από το δρόμο. Οι γείτονες είχαν βρει το άψυχο σώμα του παιδιού πεταμένο σε ένα χαντάκι, ανάμεσα στα σκοτωμένα αδέσποτα. Το κορμάκι του ήταν χαραγμένο με τα απαίσια ιερογλυφικά.