Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #2  
Παλιά 15-03-12, 19:12
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Κεφάλαιο 3: Ταξίδι στο 1852 μ.Χ.

Το ακολούθησαν και είδαν ένα δρόμο να ορθώνεται μπροστά τους. Απ’ αυτό το δρόμο δεν είχαν περάσει άλλη φορά. Κι όμως κάθε μέρα περνούσαν από εκεί, κι αυτό το παρκάκι, και μάλιστα το συγκεκριμένο στενό δρομάκι, δεν τα είχαν ξαναδεί Ο Βασίλης δεν ήθελε να τους ακολουθήσει. Είχε κακό προαίσθημα Το έκανε με βαριά καρδιά. Τότε είδαν ότι ένα τούνελ που στην άκρη του είχε ένα φως, φάνηκε μπροστά τους ξαφνικά, το βάδισαν και στην άλλη άκρη του φάνηκε μια πανέμορφη γέφυρα Αυτή η γέφυρα ήταν απέραντη κατακίτρινη που έμοιαζε το υλικό της με σουηδικό ξύλο, αλλά δεν ήταν από υλικό κατασκευασμένη, αλλά έμοιαζε με αντιύλη, ήταν άυλη όπως τα όνειρά μας. Τους άρεσε τόσο πολύ που ήθελαν να την διασχίσουν όλη, μέχρι το τέρμα της. Το έπραξαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Όταν έφτασαν στο τέρμα της φύσηξε ένας δυνατός άνεμος και τα πράγματά τους χάθηκαν. Άρχισαν όλοι να στροβιλίζονται γύρω- γύρω και να ουρλιάζουν. Σε κάθε στροφή που πραγματοποιούσαν έβλεπαν κτίρια σε κλάσματα δευτερολέπτου να γκρεμίζονται, στην θέση τους άλλα να κτίζονται και να γκρεμίζονται και άλλα να κτίζονται και να γκρεμίζονται και αυτό γινόταν κατ’ εξακολούθηση, με μεγάλη ταχύτητα. Παράλληλα είδαν δέντρα και λουλούδια ανύπαρκτα να φυτρώνουν εκεί που δεν υπήρχαν και συνέχεια γινόταν αυτό. Κι αυτό γινόταν με μεγάλη ταχύτητα. Εκείνοι πολύ γρήγορα ένιωθαν τα πάντα να πηγαίνουν προς τα πίσω, όπως πάει το dvd όταν κινείται μέσα στο dvd player η κάθε σκηνή όταν την στρέφουμε προς τα πίσω, για να δούμε το έργο από την αρχή. Όμως ανάλογη αλλαγή έγινε και πάνω τους και ντύνονταν και γδύνονταν σε μικρό αστραπιαίο χρόνο με ρούχα κάθε εποχής που συναντούσαν μπροστά τους και κάποτε σταμάτησαν σε μόδα μιας πολύ μακρινής περασμένης εποχής, πριν 2 αιώνες. Επισκέφτηκαν το 19ο αιώνα και συγκεκριμένα το 1852
Τελικά φορούσαν ρούχα του 1852, μετά την εποχή του νεοσύστατου κράτους, όταν βασιλιάς και βασίλισσα στην Ελλάδα ήταν ο Όθωνας και η Αμαλία αντίστοιχα. Οι κοπέλες φορούσαν παλιά φορέματα σε στυλ βασίλισσας Αμαλίας, την οποία μόδα είχε η ίδια η βασίλισσα καθιερώσει και τα παλικάρια φουστανέλα ή φράκα Έσκασαν όλοι να γελούν.
- Ευτυχώς που έχουμε αποκριές και αν μας δει κάποιος θα πει ότι ντυθήκαμε για το καρναβάλι. Είπε ο Σωτήρης.
- Είναι όμως αποκριές κι εδώ; Συμβαδίζει άραγε ο χρόνος;
- Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Τι σε νοιάζει; Αυτοί ντύνονται έτσι κάθε μέρα. Είναι τα ρούχα τους.
- Μας φώτισες.

Κεφάλαιο 4: Η κατάρα
Είχανε βρεθεί σε μια άλλη εποχή και είδαν την Νικολέτα να τους καλεί σε έναν χορό. Αλλά σταμάτησε ξαφνικά, γιατί προηγουμένως έπρεπε να τους πει μερικά πράγματα, κάποιες διευκρινήσεις. Απέμειναν με ανοικτό το στόμα να την παρακολουθούν. .
- Ελάτε παιδιά, σας περιμένω.
- Νικολετα ζεις, είσαι καλά κορίτσι μου;
- Όπως βλέπετε ζω
- Βλέπω με χαρά ότι είστε πάλι μαζί. Τα ξαναφτιάξατε με το Στάθη;
- Τον δέχτηκα κοντά μου. Είπα να του δώσω μια δεύτερη και τελευταία ευκαιρία να επανορθώσει. Λέει ότι δεν θα επαναλάβει τα παλιά του σφάλματα. Ότι κατάλαβε πως μ’ αγαπάει. Μόνο εμένα αγαπάει. Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ ποτέ δεν κατάφερα να τον ξεπεράσω. Είπε κι έκλαιγε, το ίδιο έκανε κι ο Στάθης.
- Πού είμαστε Νικολέτα; Στάθη, τι γίνεται εδώ; Κανείς σας δεν μιλά; Γιατί κλαίτε; Είπε η Κατερίνα.
- Εγώ φταίω για ό,τι πάθατε, κανείς άλλος Είναι μια κατάρα . Πρόσβαλα κάποιον.. Είπε κλαμένος ο Στάθης.
- Τι εννοείς;
- Θα σας τα εξηγήσω όλα εγώ. Έδωσα παρουσία σήμερα στη δουλειά χωρίς να μείνω. Δήλωσα αδιαθεσία και έφυγα νωρίτερα. Εσείς δεν το αντιληφθήκατε, γιατί είχε πάει ο καθένας στο πόστο του. Είπε η Νικολέτα και συνέχισε. Περπάτησα αρκετά χωρίς να ξέρω που πάω. Σε μια στιγμή μου ήρθε μια ιδέα, δεν πάω να κάνω μια ξαφνική απροειδοποίητη επίσκεψη στο Στάθη, που το σπίτι του ήταν κοντά στη δουλειά; Έμαθα ότι τα είχε με άλλη και πόνεσα. Τους είδα μαζί, αλλά μου έκανε εντύπωση ότι εκείνος ήταν αποστασιοποιημένος, κλαμένος και εκείνη προσπαθούσε να τον παρηγορήσει. Δεν μου φάνηκαν ερωτευμένοι. Τουναντίον, τον άκουσα να της λέει ότι ποτέ δεν έπαψε να μ’ αγαπά, ότι ήταν λάθος αυτός ο χωρισμός και κατάλαβα ότι άξιζε να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία. Ευτυχώς, δεν μου είχε κλείσει τα μάτια η ζήλια μου. Έφυγα, και πήγα στο παρκάκι . Τον είδα να βγαίνει από το σπίτι και με έντονο βήμα ήρθε και κάθισε στο παγκάκι που κάθισα κι εγώ χωρίς να με προσέξει. Φυσούσε, ξεφυσούσε και ηρεμία δεν μπορούσε να βρει. Φανταστείτε πόσο βυθισμένος ήταν στις σκέψεις του!. Μετά άναψε ένα τσιγάρο, και έπειτα δεύτερο, τρίτο και με το τέταρτο φάνηκε ότι ηρέμησε κάπως. Φυσικά, η κοπέλα είχε φύγει πρώτη απ’ αυτόν. Έτρεξε βιαστική στη σκάλα και κατέβαινε δυο- δυο τα σκαλοπάτια. Κόντευε να πέσει, διότι τα δάκρυά της έκρυψαν την ορατότητα και δεν μπορούσε να δει τα σκαλιά. Ευτυχώς, όλα καλά. Άγιο είχε και γλίτωσε. Ούτε αυτή φάνηκε να με πρόσεξε. Έγινα αόρατη ξαφνικά.
- Σοβαρολογείς;
- Όχι βέβαια, απλά είχαν τα δικά τους, ήταν βυθισμένοι στις σκέψεις τους που δεν με προσέξανε. Δηλαδή, γενικά δεν έβλεπαν μπροστά τους. Μεταφορικά εκφράζομαι φυσικά. Πήρα το θάρρος και του μίλησα πρώτη: «Μίλα μας και ας μη μας αγαπάς. Το γεγονός ότι χωρίσαμε δεν είναι κόσμιο να σε κάνει απρόσιτο». Έλαμπε όταν με είδε, βρήκε τη γαλήνη του. Έπεσε στην αγκαλιά μου και με φιλούσε αχόρταγα.
- Κρύβε λόγια.
- Καλά Στάθη μου. Τότε μου μίλησε, του μίλησα και στο τέλος καταλάβαμε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωριστά εμείς οι δύο.
- Ωραία ιστορία. Ρομαντική
- Δεν θα το έλεγα Κατερίνα μου. Η συνέχεια δεν είναι τόσο ευχάριστη. Αυτή είναι η αιτία της καταδίκης μας. Συνεχίζω… Τότε είδαμε ένα ελαφάκι να τρέχει βιαστικό.
- Το είδα κι εγώ προηγουμένως που έτρεχε. Ήταν πληγωμένο. Ήθελα να το βοηθήσω, αλλά στάθηκε αδύνατον. Ήθελα να του γιατρέψω την πληγή. Δεν σταμάτησε το άτιμο. Είπε ο Ισίδωρος.
- Αχ αυτή η πληγή προκλήθηκε από το Στάθη δυστυχώς. Βλέπεις, είναι κυνηγός.
Ο Στάθης του έριξε μια πέτρα για να το φάμε.
- Βάρβαρε είπαν όλοι εκτός από τη Νικολέτα.
- Θα γινόταν ωραίο έδεσμα με πατατούλες στο φούρνο, μου είπε. Τα τρώνε τα ελάφια; Του είπα εγώ απορημένη. Βέβαια. Στη Ρόδο παλιά είχε πολλά, αλλά τώρα μείνανε λίγα, πολύ λίγα. Τα έχουν μαζεμένα σε κλουβιά και τα φροντίζουν. Παλιά τα είχαν στο πάρκο του Ροδινιού. Έπειτα ανέλαβε τη φροντίδα τους κάποιος ιδιώτης. Δεν είναι ελεύθερα πια στη φύση. Έπρεπε να προστατέψουν το είδος. Στο τέλος ακούστηκε κάτι σαν γυναικεία κραυγή πόνου και το ελάφι άρχισε να τρέχει πανικόβλητο. Το πάρκο έκλεισε και μας φυλάκισε, αλλά μετά άνοιξε και πάλι, όμως εμείς δεν μπορούσαμε να βγούμε, μια ακτίνα φωτός μας εμπόδιζε. Αν την ακουμπούσαμε ή την διαπερνούσαμε θα πεθαίναμε από ηλεκτροπληξία. Είχαμε εγκλωβιστεί. Θα ζήσουμε για λίγο στην περιοχή μας, στην Αθήνα του 1852. Αν ζήσουμε μετά από τη θύελλα που θα συμβεί εκεί εκείνη την εποχή, μετά θα μεταφερθούμε σε μια άλλη εποχή στη Ρόδο. Θα πάμε στη Ρόδο του 2012.
- Τι ωραία, θα βρεθούμε στην εποχή μας.
- Όταν καταφέρουμε να το βρούμε και να το γιατρέψουμε θα γίνει μια πολύ όμορφη κοπέλα, που μια κακιά μάγισσα την έχει μαγέψει. Αυτή η μάγισσα είναι η μητέρα του Μάρκου του αγαπημένου της που δεν την θέλει για νύφη της και κάνει τα πάντα για να τους χωρίσει. Μόλις βρει τον αγαπημένο της και εξοντώσουμε τη δύναμη της κακιάς μάγισσας και την κάνουμε φυσιολογική γυναίκα χωρίς δυνάμεις, θα μας στείλει στην πατρίδα μας. Δεν θα χρειαστεί να ταξιδέψουμε. Σε δευτερόλεπτα θα είμαστε στην Αθήνα.
- Που τα ξέρετε όλα αυτά;
- Μας μίλησε ανθρώπινα το ελάφι, με μια ψιλή γυναικεία φωνούλα ξεψυχισμένη και μας τα είπε όλα αυτά. Είπαν πώς ό,τι κάνουμε θα μας παρακολουθούν για να μην συμβούν χρονικά παράδοξα και αναστατώσουμε τα γεγονότα του 1852. Είπαν ότι αν κάνουμε καμιά βλακεία ή μας πιάσουν ή μας τουφεκίσουν θα δημιουργήσουν εικονικές πραγματικότητες, ή θα σταματούν τον χρόνο για να μη χαλάσει η ιστορία. Π.χ. Αν πεθάνουμε εκεί τότε θα δημιουργήσουν παράλληλα σύμπαντα που θα συνεχίσουν τη ζωή μας.
- Μπερδεύτηκα!
- Και αν δεν το πιάσουμε και το βρει κάποιος άλλος και το σκοτώσει; Στη Ρόδο υπάρχουν κυνηγοί. Κάποιος θα το πιάσει. Μπορεί να το εγκλωβίσουν μαζί με τα άλλα. Αν σκοτωθεί τι γίνεται;
- Τότε πολύ φοβάμαι ότι αυτό θα είναι το τέλος μας, γιατί αν σκοτωθεί το ελαφάκι, τότε θα μείνουμε σ’ αυτή την πόλη, δεν θα δούμε ποτέ την πατρίδα μας και θα πεθάνουμε μόνοι στην εξορία για πάντα. Αν το εγκλωβίσουν πρέπει να το απελευθερώσουμε. Επειδή κάτι τέτοιο είναι επικίνδυνο προτείνει να μεταμορφωθεί σε κάποιο άλλο ζώο, συγκεκριμένα μια πεταλούδα, ώστε να βγει εύκολα μόνη της από το κλουβί. Θα προσπαθήσουμε με πονηριά να της κλέψουμε το μαγικό ραβδί και το βιβλίο με τα ξόρκια και να τα δώσουμε του Μάρκου να τα καταστρέψει, αφού πρώτα ολοκληρωθεί με επιτυχία η αποστολή μας. Χωρίς αυτά τα σύνεργα είναι μια απλή γυναίκα. Ακόμα κι αν ξέρει απ’ έξω τα ξόρκια, τα έχει αποστηθίσει, είναι αδύναμη χωρίς το μαγικό ραβδί να κάνει μάγια. Θα τη μαγέψουμε λοιπόν μια πεταλούδα που σε όλους αρέσει και δεν την σκοτώνουν. Θα πρέπει να προσέξουμε να μην πέσει σε χέρια κάποιου που συλλέγει πεταλούδες. Θα πρέπει να κατευθυνθεί άμεσα η μεταμορφωμένη πεταλούδα στην Κοιλάδα των πεταλούδων της Ρόδου και να την βρούμε και να την μεταφέρουμε από εκεί. Αν καταφέρουμε να πιάσουμε στα χέρια μας το ραβδί και το βιβλίο με τα μαγικά ξόρκια, θα δώσουμε πίσω στην πεταλούδα την πραγματική της μορφή. Πάμε, αρχίζει η περιπέτεια

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.