Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #18  
Παλιά 12-06-12, 13:32
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Φεύγοντας από την Παροικία πήραν ένα ταξί και πήγαν στην Νάουσα. Εκεί σταμάτησε σ’ ένα δρομάκι και έδειχνε τη φωτογραφία της σε όλους τους ντόπιους, αν την ξέρει κανείς, αλλά όλοι την ήξεραν και μάλιστα κάποιος του έδειξε το σπίτι της, αλλά ενώ το εντόπισε, δυστυχώς το βρήκε σφαλιστό γιατί εκείνη έλειπε στην Αντίπαρο, όπως προαναφέρθηκε, από προχθές το βράδυ με την οικογένειά της. Εκείνος λυπήθηκε που δεν την βρήκε, αλλά τουλάχιστον κάποια στιγμή θα έρθει. Φοβόταν να ξανατηλεφωνήσει, μην ακούσει πάλι αυτό το μήνυμα, αλλά αν τηλεφωνούσε θα του απαντούσε. Αλλά εκείνος πού να το ξέρει αυτό; Έτσι δεν τηλεφώνησε κανείς από τους δύο.
Λίγο αργότερα μια γριούλα ήρθε να ποτίσει τα λουλούδια της Χαράς και να ταΐσει τον Αζόρ το σκυλάκι της, που το άφησε μωράκι και τώρα έγινε 8 ετών. Το είχε αγοράσει ένα χρόνο πριν πάει στο πανεπιστήμιο. Η γριούλα τους είδε να περιμένουν.
- Καλησπέρα παλικάρι μου την κυρά – Θοδώρα ψάχνετε;
- Όχι, συγκεκριμένα ψάχνουμε τη Χαρούλα.
- Τη γιατρίνα μας ψάχνεις; Ε, η κυρά Θοδώρα είναι η μάνα της.
- Ναι. Τη γιατρίνα ψάχνω. Μήπως ξέρετε πού μπορώ να τη βρω;
- Άσχημη ώρα διάλεξες να τους επισκεφτείς παλικάρι μου. Εγώ είμαι η γειτόνισσα. Επήγαν για διακοπές στην Αντίπαρο. Εκεί γιορτάζουν το πανηγύρι της Αγίας Μαρίνας. Γίνεται γλέντι εκεί τρικούβερτο κάθε τέτοια μέρα. Όλοι οι Παριανοί είναι μαζεμένοι από προχθές το πρωί. . Από την Πούντα μέχρι την Νάουσα και από τη Νάουσα μέχρι την Παροικία. Όλοι σου λέω. Έχει και ξένους το νησί. Σήμερα έχει και του λόγου της τα γενέθλιά της. Λείπουν από ψες το βράδυ. Θα γυρίσουν αύριο το μεσημέρι. Εγώ είμαι γριά πια και δεν πάω σε τέτοια, αλλά όταν ήμουν νέα το έριχνα στο χορό. Το χορό μου ζήλεψε ο μακαρίτης και τρελάθηκε και με πήρε.
- Και πώς μπορεί να πάει κανείς στην Αντίπαρο κυρούλα;
- Πρέπει να βιαστείς παλικάρι μου να προλάβεις το καραβάκι. Έχει κάθε μισή ώρα δρομολόγια. Πρέπει να πας στην Παροικία . Από εκεί θα πάρεις το καραβάκι. Σε 20 λεπτά θα είσαι εκεί. Αν έχεις αυτοκίνητο πρέπει να πας από την Πούντα.
- Ευχαριστώ πολύ. Είπε εκείνος και προσπάθησε να πάει το γρηγορότερο . Πήρε ταξί και ήρθε στην Παροικία. Εκεί πρόλαβε το καραβάκι την ώρα που έφευγε. Ήταν ο τελευταίος επιβάτης. Φυσικά πήρε και τη θεία του μαζί. Όταν μπήκε μέσα πήρε μια ανάσα ανακούφισης και η σκέψη ότι θα την έχει στην αγκαλιά του τον τρέλαινε ακόμα πιο πολύ.
- Τι ωραίο μέρος Θεία, γαλήνη, ηρεμία, χαίρεσαι να ζεις εδώ.
- Να ζήσεις παλικάρι μου, αφού σου αρέσει. .
- Καμία σχέση με την Αθήνα και την Πάτρα.
- Συμφωνώ. Εδώ θα περνάς θαυμάσια μ’ αυτήν π’ αγαπάς.
- Άλλωστε, οι δικοί της την θέλουν κοντά τους. Ο πατέρας μου δεν έχει πρόβλημα, φτάνει να αξίζει τον κόπο η κοπέλα μου είπε.
- Αξίζει, στο λέω εγώ.
- Συμφωνώ θεία μου.
Όταν άραξε το πλοιάριο εκείνος έβλεπε το τοπίο και το θαύμαζε. Πρόκειται για ένα γραφικό νησί που μοιάζει ν' αγκαλιάζεται από πανέμορφες αμμώδεις παραλίες κι απόμερους όρμους και κρυστάλλινα γαλανά νερά. Τα λευκά σπιτάκια, τα στενά πλακόστρωτα δρομάκια, οι μικρές εκκλησίες και οι Μπουκαμβίλιες συνθέτουν την αυθεντική λιτή κυκλαδική εικόνα. Ήταν μαγεία γι’ αυτόν να κοιτάζει αυτό το τοπίο. Ήταν ένας επίγειος παράδεισος. Τώρα κατάλαβε γιατί η Χαρά το αγαπούσε τόσο πολύ. Σκεφτόταν τον εαυτό του να περπατά με εκείνη πιασμένοι χέρι- χέρι. Την ίδια ακριβώς σκέψη έκανε κι εκείνη μ’ αυτόν.
Όταν έφτασε στην αυλή της αγίας Μαρίνας είδε πολύ κόσμο μαζεμένο. Σε κάποιο σημείο την είδε να μιλά και να γελά με έναν νεαρό. Μαζί τους ήταν ένα ζευγάρι. Σε λίγο ο νεαρός κι εκείνη αγκαλιάστηκαν και ο μεσήλικας άνδρας τους έβγαλε φωτογραφία. Λίγο αργότερα έπιασαν ένα τραπεζάκι και στη μέση του προαύλιου χώρου το τοποθέτησαν. Στο σημείο αυτό βάλανε μια πολυώροφη τούρτα και άναψαν δύο κεράκια. Ένα ροζ κεράκι με τον αριθμό 2 και ένα με τον αριθμό 7. Έβαλαν για στολίδι μια κόκκινη κορδέλα. Η τούρτα ήταν μικτή σοκολάτα με βανίλια και μάλιστα έγραφαν και στα εκατό Χαρά μου. Ο νεαρός της είπε να κάνει μια ευχή. Ο Ανδρέας καθισμένος σε μια γωνιά τα παρατηρούσε όλα αυτά. Ήθελε να κλάψει. Τον είχε αντικαταστήσει; Το έπαιζε σε διπλό ταμπλό; Δεν ήξερε να πει. Γι’ αυτό δεν τηλεφώνησε. Βρήκε αυτό το νεαρό. Έπρεπε να μάθει ποιος είναι αυτός. Ήθελε να ρωτήσει τους περαστικούς, αλλά δεν ήθελε να την εκθέσει και να εκτεθεί. Της έλεγε να μην τον ζηλεύει και τώρα την πάτησε αυτός.
Η θεία του όμως ήξερε γιατί εκείνος συμπεριφερόταν έτσι, ποιος ήταν ο νεαρός, γιατί της είχε μιλήσει σχετικά η Χαρά, αλλά της άρεσε να τον βλέπει να βασανίζεται. Ο ανιψιός της όταν ερωτεύεται τρελαίνεται. Αυτό διαπίστωσε και γελούσε. Εκείνος πόνεσε που έβλεπε εκείνη να μιλά με το νεαρό και περισσότερο απ’ όλα η απάθεια της θείας του. Έβλεπε εκείνη με τον νεαρό και δεν έλεγε τίποτα; Δεν πήρε ούτε μια φορά το μέρος του. Δεν την έβριζε. Να θεία, να μάλαμα.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.