Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #1  
Παλιά 23-03-12, 23:12
Αληθινος Ο χρήστης Αληθινος δεν είναι συνδεδεμένος
Member
 
Εγγραφή: 24-10-2008
Μηνύματα: 54
Προεπιλογή Το φάντασμα του Πρώτου Νεκροταφείου.

Θα σας διηγηθώ μια ιστορία που άκουσα από ένα φίλο μου,παλιό φρακοφόρο (κοράκι) για ένα φάντασμα.Πρόκειται για το περιβόητο φάντασμα του Πρώτου Νεκροταφείου Αθηνών,μια ιστορία που πολλοί φραγκοφόροι συζητάνε με δέος,άλλοτε ως αστείο για χαβαλέ,και άλλοτε στα σοβαρά... Μα πολύ σοβαρά!
Πρόκειται για την ιστορία εμφανίσεως ενός φαντάσματος ενός παλιού πεθαμένου πλέον φραγκοφόρου, ο οποίος πέθανε κουβαλώντας ένα πένθιμο στεφάνι στον ώμο του.

Αφού η Αθήνα είχε ελευθερωθεί από την Τουρκοκρατία και αποφασίστηκε να γίνει η πρωτεύουσα της Ελλάδας,φτιάχτηκε το πρώτο (ιστορικά) νεκροταφείο της Αθήνας,το οποίο αποκαλείται ως ''Πρώτο Νεκροταφείο'' εως και σήμερα.
Σε αυτό το νεκροταφείο που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας,έχει αναφερθεί πολλές φορές η παρουσία ενός φαντάσματος ηλικιωμένου άντρα ντυμένου με μαύρα, (κλασσική ενδυμασία φραγκοφόρου) να κουβαλάει ένα στεφάνι,και να το πηγαίνει βόλτα.
Υποτίθεται πως είναι το φάντασμα ενός από τους πρώτους φραγκοφόρους της Αθήνας,του Νικολάου Μπάτσαρη,απόγονου της γνωστής οικογένειας Κλεφτών Μπάτσαρη. Ο Νικόλαος Μπάτσαρης ήταν ένα παιδί που μεγάλωσε φτωχό,και από το Κλέφτικο περιβάλλον που ζούσε,έμαθε να αποκτά το χρήμα πάση θυσία.Μόνο που αυτός ήταν κάτι παραπάνω από κλέφτης.Αγαπούσε τα λεφτά όσο τίποτα στο κόσμο.
Στην Αθήνα εκείνης της εποχής που ήταν σχεδόν κατεστραμμένη αλλά ελεύθερη,ο Μπάτσαρης γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί,και σε ηλικία πολύ μικρή άρχισε να δουλεύει ως ένας από τους πρώτους φραγκοφόρους της Αθήνας.
Κάθε μέρα ευχόταν να πεθάνει κόσμος,για να έχει περισσότερους να θάψει,και όταν μια μέρα είχε να θάψει λιγότερους από 3 νεκρούς βλασφημούσε συχνά και ήταν κακόκεφος.
Ήταν ύπουλος και συχνά έκανε σαμποτάζ στους συναδέλφους του και τους ρουφιάνεβε,ενώ έγλυφε πάντα τους εργολάβους των κηδειών.
Συχνά όταν έβλεπε πως η οικογένεια του θανόντα δεν ήταν στον νεκροθάλαμο,πήγαινε μέσα και άνοιγε το καπάκι του φέρετρου και μίλαγε και χάιδευε τους νεκρούς με στοργή,ευχαριστώντας τους,επειδή θα του δίναν μεροκάματο.
Με το καιρό και με πολύ δουλειά κατάφερε και αγόρασε εκτάσεις στην τότε πάμφθηνη και άδεια Αθήνα τις οποίες και νοίκιαζε,αποκτώντας μεγάλη περιουσία.
Αλλά παρά τα κέρδη του και τη περιουσία του,συνέχιζε να δουλεύει καθημερινά και σκληρά,πάντα κάνοντας ρουφιανιές και σαμποτάζ στους συναδέλφους του.
Όταν έφτασε σε ηλικία συνταξιοδότησης,σταμάτησε να εργάζεται επίσημα ως φραγκοφόρος και να κουβαλάει κάσες,και συνέχισε να έρχεται στο νεκροταφείο για να κουβαλάει στεφάνια.
Καθόταν από το πολύ πρωί εως αργά το απόγευμα στο νεκροταφείο,το οποίο για αυτόν είχε γίνει το δεύτερο του σπίτι,και καθ' όλη την διάρκεια της ημέρας έμενε νηστικός,ενώ και στο σπίτι του όταν έμενε δεν έτρωγε σχεδόν καθόλου.Αγαπούσε τόσο πολύ το χρήμα που δεν ήθελε να το αποχωριστεί,και έτσι με το ζόρι σπαταλούσε αρκετά λεφτά για να εξακολουθεί να ζει,με το ζόρι για τα απαραίτητα,ενώ ήταν από τους πιο ευκατάστατους Έλληνες της εποχής.
Κι όμως,ο Νικόλαος ήταν εκεί κάθε μέρα,νηστικός και σκελετωμένος να παρακαλάει για να σηκώσει τώρα πλέον ένα στεφάνι για να βγάλει 8 δραχμές.
Άμα δεν υπήρχαν αρκετά στεφάνια για να σηκώσει και αυτός,πήγαινε σε αυτούς που σηκώνανε και τους παρακάλαγε να το παν μισό-μισό,δηλαδή στα μισά της διαδρομής που κάνει το φέρετρο από την εκκλησία ως τον τάφο να του το δώσουν,για να πληρωθεί το μισό μισθό,δηλαδή 4δρχ.
Υπήρχαν και παιδιά από πολύ φτωχές οικογένειες που δεν είχαν να φάνε,και πηγαίναν για να σηκώσουν στεφάνια για να μπορέσουν να πάρουν μια ή δυο φρατζόλες ψωμί.
Όμως ο Μπάτσαρης τα έβλεπε και αυτά σαν εχθρούς.Και όταν ένα παιδί νεαρό πήγαινε να σηκώσει ένα στεφάνι,του το έπαιρνε από τα χέρια με τη βία,σπρόχνοντας βρίζοντας και φωνάζοντας.Έτσι το παιδί θα πήγαινε σπίτι χωρίς μεροκάματο και θα έμενε νηστικό για μια ή δύο ημέρες,ενώ ο Μπάτσαρης θα έπαιρνε άλλες 8 δραχμές.
Οι 8 δραχμές όμως ήταν ασήμαντο ποσό για τα χρήματα που έβγαζε αυτός ο κύριος από την είσπραξη ενοικίων που αθροιζόντουσαν σε πολλές χιλιάδες δραχμές.
Μερικοί λένε ότι ο Μπάτσαρης ήταν ο δεύτερος Έλληνας που αγόρασε αυτοκίνητο,μετά από τον Βασιλέα της Ελλάδας.
Πριν σηκωθεί η κηδεία,ο Μπάτσαρης καθόταν δίπλα από τα στεφάνια και όπως έκανε παλαιότερα με τους νεκρούς,έτσι και τώρα με τα στεφάνια είχε μια ιδιαίτερη σχέση αγάπης. Στεκόταν όλη την ώρα δίπλα τους,τους μιλούσε,τα χάιδευε,και τους έκανε παρέα,μέχρι να χρειαστεί να σηκώσει ένα για να το πάει στο τάφο και μετά να πληρωθεί.
Όταν οι άλλοι φραγκοφόροι τον ρωτούσαν τι τα κάνει τόσα χρήματα,έλεγε πως "Άμα ξανάρθουν οι Τούρκοι και τουρκέψει η Αθήνα θα δεις" και άλλοτε "Τα μαζεύω για τα γεράματα μου".Τελικά πέθανε σε ηλικία 90 ετών κουβαλώντας ένα στεφάνι.
Από τότε λέγεται πως βρυκολάκιασε και πως το φάντασμα του στοιχειώνει το Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών,και εμφανίζεται αρκετά συχνά τόσο σε άλλους φραγκοφόρους όσο και στους νυχτερινούς φύλακες.Το φάντασμα του δείχνει να μην αντιλαμβάνεται την ύπαρξη των ανθρώπων γύρω του,και συνήθως εμφανίζεται ή εκεί που ακουμπάν τα στεφάνια οι φραγκοφόροι,να μιλάει και να χαιδεύει τα στεφάνια,είτε σε κάποιο διάδρομο του νεκροταφείου να κουβαλάει το τελευταίο του στεφάνι.
Η εμφάνιση του φαντάσματος αλλά και η ιστορία της ζωής του,έχει αποκτήσει διαστάσεις αστικού θρύλου ανάμεσα σε νεκροθάφτες,γραφεία κηδειών και φραγκοφόρους,ενώ λέγεται πως μερικές φορές εμφανίζεται στα όνειρα κάποιων φραγκοφόρων απειλώντας τους και ζητώντας τους να μη σηκώσουν τον νεκρό ή το στεφάνι,για να το σηκώσει αυτός.

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη Αληθινος : 23-03-12 στις 23:15
Απάντηση με παράθεση