Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #4  
Παλιά 12-06-12, 11:29
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Εκείνη έφερε παγάκια απ’ το ψυγείο, του έβαλε πάγο σε μια κομπρέσα και την τοποθέτησε πάνω στο κεφάλι του.
- Πιστεύω η γκαντεμιά να σταματήσει εδώ.
- Κι εγώ το εύχομαι, αν θέλεις το καλό σου. Να πηγαίνω τώρα, θα θες να κοιμηθείς. Καληνύχτα.
- Αφού είσαι χτυπημένος, μην κοιμηθείς αμέσως. Εγώ θα διαβάσω. Καληνύχτα. Είπε κι εκείνη με τη σειρά της.
Εκείνος έφυγε και τότε μια κραυγή πόνου ακούστηκε εκ νέου.
- Μ’ έφαγες κακούργα!
- Τι έγινε πάλι;
- Γλίστρησα, τι έριξες χάμω;
Εκείνη είδε ότι υπήρχαν νερά στο πάτωμα. Κάποια παγάκια είχαν πέσει από τα χέρια της χωρίς να το αντιληφθεί στο πάτωμα, έλιωσαν, κι έκαναν όλη τη ζημιά.
- Θα σε πνίξω! Της είπε και την έπιασε με οργή με τα δυο του χέρια τυλιγμένα γύρω από το λαιμό σφίγγοντας την, αλλά αργότερα το μετάνιωσε καθώς την είδε φοβισμένη να τον παρακαλεί ικετευτικά να σταματήσει. Από το φόβο της δεν μπορούσε να αρθρώσει κουβέντα. Όταν συνήλθε μπόρεσε να του πει:
- Όχι, έτυχε. Δεν ήταν σκόπιμο. Έγινε ατύχημα. Έλα να σε σηκώσω, να σε περιποιηθώ.
- Όχι, να λείπει, αρκετά με περιποιήθηκες σήμερα, φτάνει. Δεν αντέχω άλλο.
Εκείνη έκανε σαν να μην άκουσε την τελευταία του πρόταση.
- Μπορείς να το πατήσεις;
- Ευτυχώς ναι, δεν ήταν σπάσιμο, αλλά πονάει, το στραμπούλησα.
- Θα περάσει. Μα δεν προσέχεις κι εσύ. Το φως ήταν αναμμένο, δεν είδες τα νερά;
- Εσύ γιατί δεν πρόσεξες τα παγάκια όταν τα μετέφερες να μην σου πέσουν; Η ευθύνη βαραίνει εσένα αποκλειστικά κι όχι εμένα.
- Να σε πάω σπίτι σου;
- Όχι, ευχαριστώ. Ξέρω μόνος μου το δρόμο. Θα πάρω το ασανσέρ γιατί το χτύπημα δεν μου επιτρέπει να ανέβω σκάλες. Κάτι απαίσιο μυρίζει. Κάτι καίγεται!
- Αμάν το παστίτσιο που μου έφερε η θεία σου ήταν. Το ξέχασα στο φούρνο. Πάει, κάηκε, δεν έμεινε τίποτα. Κάρβουνο έγινε! Τι άτυχη που είμαι! Θα μείνω νηστική απόψε.
Εκείνος ένιωσε συμπόνια γι’ αυτήν.
- Έλα σπίτι μου να φάμε μαζί. Θα τηγανίσω ψάρια και έχω και ένα καλό άσπρο κρασί να πιούμε. Θα περάσουμε καλά.
- Δεν φοβάσαι μην σου κάψω το σπίτι με την γρουσουζιά μου;
- Όχι, έτυχαν όλα αυτά. Τι άλλο κακό μπορεί να μας βρει από εδώ και πέρα; Έλα, πάμε σπίτι μου.
Εκείνη ετοιμάστηκε και πήραν το ασανσέρ. Το ρεύμα κόπηκε και έμειναν κλειστοί στη μέση του ορόφου.
- Τι ωραία που περνάμε! Είπε εκείνος χαμογελαστός και του φάνηκαν αστεία όλα αυτά που περνάνε. Γέλασαν κι οι δύο. Εκείνος είχε κλειστοφοβία και εκείνη προσπάθησε να του δώσει κουράγιο. Το ρεύμα επανήρθε και ήταν όλα εντάξει.
Εκείνη άρχισε να ανησυχεί. Ήταν συμπτώσεις ή τα προκάλεσε η ίδια; Μήπως ο γκαντέμης είναι αυτός ή μήπως η μεταξύ τους σχέση, δεν ήξερε να πει.
Μπήκαν στο σπίτι του και είδε ότι εκείνος έπαψε να κουτσαίνει.. Τον έβαλε να ξαπλώσει στον καναπέ. Ήταν ένα κλασικό σπιτάκι, σχεδόν όμοιο με το δικό της, αλλά διαφορετικά διακοσμημένο. Η επίπλωση ήταν διαφορετική.
- Βλέπω δεν κουτσαίνεις πια. Του είπε ανακουφισμένη.
- Όταν ήμασταν στο ασανσέρ το κούνησα και μπήκε το κόκαλο στη θέση του. Είχε βγει και τώρα είμαι καλά, μην ανησυχείς.
- Πράγματι, βλέπω ότι είσαι καλά.
- Ναι, προς το παρόν. Το μετά κανείς δεν το ξέρει.
Εκείνος, σαν ιππότης που ήταν, άνοιξε την τηλεόραση με το τηλεκοντρόλ να δει η κοπέλα, κι εκείνος σηκώθηκε, πήγε στην κουζίνα και βλασφήμησε.
- Τι έγινε τσακίστηκες; Μην πεις ότι φταίω πάλι εγώ.
- Όχι, μου τελείωσε το λάδι.
- Δες σε όλα τα ντουλάπια μήπως έχει η θεία σου ξεχασμένο κάποιο μπουκάλι.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.