Το forum του μεταφυσικού  

Επιστροφή   Το forum του μεταφυσικού > Η πόλη της FantasyGate > Τμήμα Πολυσυγγραφίας

Απάντηση στο θέμα
 
Εργαλεία Θεμάτων Τρόποι εμφάνισης
  #11  
Παλιά 15-05-06, 10:08
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

«δώρα, δώρα, τι έπαθες; έλα, φεύγουμε»
η γνώριμη φωνή του άκη, την έκανε να ανοίξει τα μάτια της και να τον δει μπροστά της. την κρατούσε από τα μπράτσα της και την κοιτούσε με την ανησυχία στα μάτια του. «εσύ;» μπόρεσε να ηχήσει από το στόμα της. κοίταξε γύρο της αναζητώντας τον άγριο άντρα και την άμαξα. μα δεν υπήρχε τίποτα. τα παιδιά την κοιτούσαν παράξενα από το αυτοκίνητο.
«ποιος ήθελες να είναι; έλα φεύγουμε» της είπε ο άκης και την πήρε μαζί του στο αυτοκίνητο. επιβιβάσθηκαν και ξεκίνησαν για το χωριό.
«είσαι καλά;» τη ρώτησε ο γιώργος κοιτώντας την από τον καθρέφτη.
«ναι, καλά είμαι…απλά νιώθω κουρασμένη και ζαλίστηκα λίγο. μάλλον φταίνε οι πολλές στροφές» του απάντησε και προσπάθησε να χαμογελάσει.
«τώρα που θα φτάσουμε σπίτι θα ξαπλώσεις λίγο να ξεκουραστείς» της είπε αυστηρά η σοφία.
η μαρία γύρισε και την κοίταξε έντονα. «σίγουρα είσαι καλά;»τη ρώτησε με σιγανό τόνο στη φωνή της.
η δώρα της ένευσε καταφατικά και της χάρισε ένα χαμόγελο για να την καθησυχάσει. οι χτύποι της καρδιάς της χτυπούσαν τώρα κανονικά. άνοιξε το παράθυρο για να νιώσει το κρύο αεράκι στο πρόσωπό της. μα τι είχε πάθει;. τι ήταν αυτό που είδε; όραμα; ήταν τόσο ζωντανό. μήπως άρχισε να τρελαίνεται; κι αυτός ο άντρας ποιος ήταν; σίγουρα ήταν πάρα πολύ κουρασμένη. μόλις φτάσουμε θα πέσω αμέσως για ύπνο. κατέληξε με τον εαυτό της.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #12  
Παλιά 14-06-06, 08:58
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

Το σπίτι του Γιώργου φάνταζε σαν ζωγραφιά. Ήταν τόσο όμορφο. Ήταν το μοναδικό σ’ αυτό τον λόφο. Τα υπόλοιπα σπίτια ξεκινούσαν λίγα μέτρα χαμηλότερα. Απ’ έξω υπήρχε μια έκταση γρασιδιού, με διάφορα δέντρα σε ανάλογη απόσταση το ένα με το άλλο. Γύρο – γύρο υπήρχαν μεγάλες πήλινες γλάστρες με διάφορα, όμορφα λουλούδια. Η θέα επίσης ήταν φανταστική. Έβλεπες σχεδόν όλα τα σπίτια του χωριού και τα ψηλά, επιβλητικά βουνά που υψωνόταν γύρο από το χωριό. Φυσικά και το εσωτερικό του σπιτιού ήταν όπως το περίμενε η Δώρα. Πανέμορφο. Μπαίνοντας από την αστραφτερή λευκή πόρτα υπήρχε ένα μακρόστενο χολάκι. Συνεχίζοντας περνούσες από μια μεγάλη πύλη και έμπαινες στο τεράστιο σαλόνι με τα πανέμορφα έπιπλα και το τζάκι. Πιο πίσω υπήρχε η κουζίνα. Ένας μεγάλος πάγκος χώριζε τα δυο δωμάτια. Στα δεξιά του σαλονιού υπήρχε μια μαρμάρινη σκάλα με ξύλινη σκαλιστή κουπαστή, η οποία οδηγούσε στα υπνοδωμάτια. Το σπίτι ήταν τόσο ωραίο. Σωστό παλατάκι.
«Και εδώ είναι το δικό σου δωμάτιο» Είπε στη Δώρα ο Γιώργος αφού είχε δείξει στους υπόλοιπους τα δωμάτιά τους.
«Είναι πολύ όμορφο το σπίτι σου Γιώργο» Του είπε με θαυμασμό.
Το όμορφο θέαμα που είχε μέχρι στιγμής η Δώρα, δεν την έκανε να ξεχάσει τη θλίψη που ένιωθε, χωρίς να ξέρει το λόγο. Όπως πάντα. Η οποία είχε μεγαλώσει κατά πολύ από τη στιγμή που αντίκρισε το τόσο όμορφο σπίτι. Ένας πόνος στο στήθος της έφερε λίγα δάκρυα στα μάτια της. Ακούμπησε στη πόρτα του δωματίου μη μπορώντας να πάρει κανονικά ανάσα.
«Δώρα είσαι καλά;» Μα ο Γιώργος δε περίμενε την απάντησή της, Την άρπαξε από τι μέση, βλέποντας πως δε μπορούσε να σταθεί όρθια και την οδήγησε στο κρεβάτι. Την έβαλε να ξαπλώσει και τη σκέπασε με μια κουβέρτα.
«Μήπως θέλεις να σου φέρω λίγο νερό». Της είπε πραγματικά ανήσυχος.
«Όχι, όχι, σε ευχαριστώ. Απλά θα κουράστηκα από το ταξίδι. Θα κοιμηθώ και θα είμαι καλύτερα». Του είπε προσπαθώντας να του χαμογελάσει και να τον καθησυχάσει.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #13  
Παλιά 14-06-06, 09:01
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

Πάλι στο ίδιο σπίτι. Πάλι τα ίδια πρόσωπα. Πάλι η γνωστή θλίψη που βάραινε το σώμα της.
«Μη στέκεσαι στο παράθυρο. Πήγαινε να ετοιμαστείς τώρα. Σε λίγο αρχίζουμε». Γύρισε και είδε το άγριο πρόσωπο ενός γνώριμου πια άντρα.
«Μη κάθεσαι και με κοιτάζεις. Βιάσου, σε λίγο θα αρχίσει η τελετή. Δε βλέπεις ότι εσένα περιμένουμε όλοι;»
Έριξε μια ματιά στο πλήθος ανθρώπων που ήταν εκεί. Δεν φορούσαν πλέον τα απλά ρούχα που είχαν άλλες φορές. Ήταν όλοι τους ντυμένοι με επίσημα και όμορφα ρούχα. Σχεδόν όλοι οι άντρες φορούσαν τα ίδια κουστούμια και οι γυναίκες πανέμορφες τουαλέτες. Είδε τη φίλη της να την κοιτάζει με ανήσυχο ύφος. Σαν κάτι να ήθελε να της πει και δεν τολμούσε.
«Δεν θα καθίσουμε εδώ για πάντα»! Της είπε πάλι ο άντρας καθώς την πλησίαζε. Ένα κύμα φόβου ανακατεύθηκε με τη θλίψη της. Της άρπαξε το μπράτσο και άρχισε να την οδηγεί σε μια σκάλα.
«Πήγαινε πάνω και ετοιμάσου γρήγορα. Κάνε αυτό που σου λέω γιατί αλλιώς δε θα βγεις ζωντανή από τα χέρια μου!!»
Η Δώρα ανέβηκε τη σκάλα και βρέθηκε σε έναν διάδρομο με πολλές πόρτες. Κατευθύνθηκε σε μία από αυτές σαν να ήξερε που έπρεπε να πάει. Την άλλη στιγμή βρέθηκε ντυμένη με ένα όμορφο λευκό φόρεμα. Ο κακός άντρας άνοιξε τη πόρτα του δωματίου που βρισκόταν.
«Έτσι μπράβο» Της είπε κοιτώντας την από πάνω μέχρι κάτω με ένα βλέμμα που η Δώρα σιχαινόταν.
«Θέλω να φύγω από δω» Δάκρυα άρχισαν να κυλούν στα μάτια της.
«Μη τολμήσεις να κάνεις καμιά τρέλα και τα χαλάσεις όλα» Της είπε πιάνοντάς της σφιχτά το χέρι. «Αυτά σου τα εξήγησα. Θα κάνεις αυτό που σου λέω» Το πρόσωπό του είχε πλησιάσει το δικό της. Η αναπνοή του βρόμαγε από αλκοόλ. Την πήγε στη πόρτα τραβώντας την.
«Ήρθε η ώρα». Της είπε με ένα χαμόγελο στα χείλη του και μια ικανοποίηση ζωγραφισμένη στα μάτια του.
Το χτύπημα στη πόρτα την επανέφερε στην πραγματικότητα. Άνοιξε τα μάτια της και έμεινε για λίγα λεπτά ακίνητη κοιτώντας γύρω της. Άκουσε πάλι το χτύπημα και η πόρτα άνοιξε.
«Δηλαδή πως την έχεις δει τώρα». Της είπε η Μαρία χαμογελώντας. «Ήρθες εδώ για να κοιμάσαι όλη την ώρα;»
«Πόση ώρα κοιμάμαι»;
«Κοιμάσαι από την ώρα που ήρθαμε και κοντεύει να νυχτώσει. Έλα σήκω να πάμε με τους άλλους να περπατήσουμε λίγο. Να δούμε και το χωριό».
«Θα κάνω ένα μπάνιο και θα έρθω σε λίγο». Της είπε η Δώρα και σηκώθηκε. Η Μαρία της είπε πως θα τη περιμένουν στο σαλόνι και έκλεισε τη πόρτα.
Τι ήταν πάλι αυτό που είδα, αναρωτήθηκε. Άνοιξε τη βαλίτσα της και πήρε μερικά ρούχα. Πήγε στο μπάνιο του δωματίου της και έκλεισε εκνευρισμένη την πόρτα πίσω της. Ήταν εκνευρισμένη που άφησε πάλι τον εαυτό της στις ίδιες σκέψεις που έκανε τον τελευταίο καιρό. Απλά ένα όνειρο ήταν. Τίποτα παραπάνω. Είπε με τον εαυτό της και μπήκε στην όμορφη μπανιέρα για να κάνει το μπάνιο της.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη Deepest_Emotion : 14-06-06 στις 09:06
Απάντηση με παράθεση
  #14  
Παλιά 16-06-06, 08:52
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

Το περπάτημα και ο καθαρός αέρας φάνηκε να της κάνουν καλό. Απολάμβανε τη βόλτα σαν μικρό παιδί και χαμογελούσε με τα αστεία του Γιώργου και του Άκη που πείραζαν τη Σοφία όλη την ώρα. Σταμάτησαν στην άκρη ενός μονοπατιού για να θαυμάσουν την θέα που απλωνόταν μπροστά τους. Πολλά μέτρα μακριά τους υψωνόταν ένα βουνό και στη βάση του κυλούσε ένα ποτάμι. Ο θόρυβος από τα ερμητικά του νερά έφτανε μέχρι τα αφτιά τους.
Η Δώρα κοίταξε το μονοπάτι που τόση ώρα περπατούσαν. Ακολούθησε την κατεύθυνση του με τα μάτια της, μέχρι που το μονοπάτι χανόταν σε μια στροφή. «Που οδηγεί αυτό το μονοπάτι;» Ρώτησε συνεχίζοντας να το κοιτάζει.
«Σε μια μικρή πλατεία. Δεν έχει και πολλά χρόνια που τη φτιάξανε. Παλιά ήτανε απλά ένα χωραφάκι ενός κατοίκου του χωριού, που όταν πέθανε το άφησε στη κοινότητα». Της απάντησε ο Γιώργος.
«Δεν είναι πολύ μακριά από δω. Αλλά δεν προλαβαίνουμε να πάμε. Άλλωστε σε λίγο νυχτώνει και πεινάω σαν λύκος. Εκτός κι αν θέλετε να μας βρει η νύχτα σε μια μοναχική, μικρή πλατεία του χωριού». Είπε ο Άκης και κοίταξε χαμογελώντας παιχνιδιάρικα τα κορίτσια της παρέας.
«Όχι ευχαριστώ, προτιμώ να γυρίσω σπίτι και να με βρει η νύχτα στην αναπαυτική πολυθρόνα, παρά να περιφέρομαι σαν φάντασμα εδώ στην ερημιά. Την πλατεία την βλέπουμε και αύριο». Του είπε η Μαρία και αποφάσισαν να γυρίσουν σπίτι για να ετοιμάσουν κάτι να δειπνήσουν.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #15  
Παλιά 16-06-06, 08:53
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

Τελείωσαν το δείπνο τους και κάθισαν στο σαλόνι για ένα ποτό και λίγη κουβεντούλα. Η Δώρα ήταν λιγομίλητη και συνάμα ανήσυχη. Από τη στιγμή που είχαν αποφασίσει να γυρίσουν από τη βόλτα τους, ένα πράγμα είχε στο μυαλό της. Έπρεπε να πάει στη μικρή πλατεία. Δεν ήξερε τι θα έβρισκε εκεί, αλλά έπρεπε. Ένιωθε πως αν πήγαινε στη μικρή πλατεία, θα της λυνόταν πολλά ερωτήματα. Ήταν αποφασισμένη να πάει το επόμενο πρωί.
«Εμένα με συγχωρείτε, θα πάω για ύπνο». Ανυπομονούσε τόσο πολύ να ξημερώσει που αποφάσισε να κοιμηθεί, νομίζοντας πως έτσι οι ώρες θα περνούσαν πιο γρήγορα. Καληνύχτισε τα παιδιά και ανέβηκε για να ξαπλώσει.
Το πρωί ξύπνησε πολύ νωρίς. Έκανε ένα ντους κα κατέβηκε να ετοιμάσει καφέ. Ο κακός άντρας που σκίαζε τα τελευταία όνειρά της, ήρθε και πάλι για να ταράξει τον ύπνο της. Όμως δεν είχε χρόνο για να το σκεφτεί τώρα αυτό. Στο μυαλό της υπήρχε μόνο η μικρή πλατεία. Τελείωσε τον καφέ της και κοίταξε γύρω στο σπίτι για να βρει κάποιο χαρτί. Για καλή της τύχη βρήκε ένα μπλοκάκι πάνω στον πάγκο της κουζίνας. Πήρε το στυλό που ήταν δίπλα του και έγραψε ένα σημείωμα για το βρουν τα παιδιά και να μην ανησυχήσουν στη περίπτωση που θα ξυπνούσαν και δεν θα την έβρισκαν εκεί.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #16  
Παλιά 16-06-06, 08:54
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

Ο ήλιος είχε αρχίσει να απλώνει τις αχτίδες του στη γη και να διαλύει την πρωινή ψύχρα που έκανε τη Δώρα να ανατριχιάσει. Περπατούσε αργά και απολάμβανε την υπέροχη μέρα. Θυμόταν πολύ καλά τον δρόμο που έπρεπε να πάρει για να φτάσει στο μονοπάτι. Όταν έφτασε στο σημείο που είχε σταματήσει χτες με τα παιδιά στάθηκε και κοίταξε πάλι τη στροφή που έκρυβε το μονοπάτι. Ένα παράξενο σκίρτημα στη καρδιά της την έκανε να ανυπομονεί να φτάσει όσο πιο γρήγορα μπορούσε στη μικρή πλατεία. Ξεκίνησε πάλι να περπατά με πιο γρήγορο και αποφασιστικό βηματισμό. Άρχισε να βλέπει παγκάκια που ήταν τοποθετημένα στην μικρή πλατεία από μακριά. Πλησίαζε όλο και πιο πολύ. Μια πέτρινη μεγάλη βρύση ήταν στην υποτιθέμενη είσοδο της πλατείας. Ο ήχος από το νερό που έβγαινε ασταμάτητα από μέσα της διέκοπτε το συνεχές αλλά όμορφο κελάηδημα των πουλιών. Ίσως αν δεν υπήρχαν τα δέντρα που ήταν γύρω – γύρω, να μην έδειχνε τόσο μικρή αυτή η όμορφη πλατεία. Το βλέμμα της έπεσε σε ένα ψηλό γέρικο δέντρο. Μερικά από τα κλαδιά του ήταν σπασμένα. Δεν είχε πολλά φύλλα πάνω του. Το βλέμμα της κατέβηκε στη βάση του δέντρου. Μπορούσε να δει μερικές από τις ρίζες του που είχαν βγει από το χώμα. Πλησίασε κοντά του και γονάτισε. Με το χέρι της άγγιξε μία από τις ρίζες του. Σήκωσε το βλέμμα της μπροστά της. Ένα φως δυνατό θάμπωσε τα μάτια της και την έκανε να τα κλείσει. Όταν τα άνοιξε ξανά, ήτανε μπροστά της. Ήτανε εκεί, κοντά της. Ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια της. Όχι, δεν λυπόταν. Δεν ήταν στενοχωρημένη. Ήτανε από τη χαρά της. Από τη χαρά της που τον έβλεπε εκεί, κοντά της. Είχε γονατίσει κι αυτός μπροστά της.
«Ήρθες ζωή μου;» Του είπε και με το χέρι της χάιδεψε το πρόσωπό του.
«Πως μπορούσα να μην έρθω. Και νεκρός να ήμουν, θα άνοιγα τη γη για να έρθω κοντά σου» Με το χέρι του σκούπισε το δάκρυ της.
«Σ’ αγαπάω ζωή μου» Του είπε ενώ η καρδιά της χτυπούσε σαν τρελή και μόνο που τον έβλεπε.
«Κι εγώ σ’ αγαπάω καρδιά μου» Το χέρι του έπιασε τρυφερά το δικό της. Αντίκρισε μια πληγή στον καρπό της. Γύρισε και την κοίταξε με τόση συμπόνια στα μάτια του.
«Μην λυπάσαι ζωή μου, δεν με νοιάζει πια. Η σκέψη σου και η αγάπη σου με κάνουν πιο δυνατή. Δεν μπορεί να με πληγώσει πια».
«Κάνε υπομονή αγαπημένη μου, αύριο όλα θα τελειώσουν. Δεν πρόκειται να σε ξανά αγγίξει πια. Δεν θα αφήσω κανέναν να σε πληγώσει ξανά. Με κανένα τρόπο». Της είπε με το αποφασιστικό του πρόσωπο.
«Φοβάμαι ζωή μου».
«Να μην φοβάσαι, θα γίνουν όλα όπως είπαμε. Θα τα καταφέρουμε. Από αύριο θα είμαστε για πάντα μαζί. Έχε μου εμπιστοσύνη». Δεν έπαιρνε τα μάτια του από τα δικά της, αλλά ούτε εκείνη από τα δικά του. Ήθελαν και οι δυο να χορτάσουν ο ένας τον άλλον.
«Σου έχω εμπιστοσύνη αγαπημένε μου, αλλά έχω ένα προαίσθημα. Φοβάμαι πως κάτι κακό θα…» Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση της και με την άκρη του ματιού της είδε κάποιον να την πλησιάζει. Γύρισε και είδε τη μορφή ενός άντρα, όμως ο ήλιος που ήταν πίσω του δεν την άφηνε να καταλάβει τα χαρακτηριστικά του.
«Ποιος είσαι; Τι θέλεις;» Του φώναξε με οργισμένη φωνή.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #17  
Παλιά 09-07-06, 16:52
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

«Ηρέμησε κοπελιά, δεν θα σου κάνω κακό. Ήρθα να δω αν είσαι καλά».
Με τα δυο της χέρια έτριψε το πρόσωπό της. Κοίταξε τον καρπό της. Η πληγή δεν υπήρχε πια. Γύρισε να δει τον άντρα που μιλούσε τόση ώρα. Είχε φύγει. Μα ήταν αληθινό αυτό που μόλις είχε ζήσει, ή ήταν στη φαντασία της; Δεν γίνεται να ήταν στη φαντασία της. Άκουσε τη φωνή του, άγγιξε το πρόσωπό του.
«Κοπελιά, νιώθεις καλά;»
«Ναι, καλά είμαι. Συγνώμη για πριν. Θεέ μου, εσύ». Αναφώνησε με την έκπληξη στα μάτια της καθώς την είχε πλησιάσει πιο πολύ και μπορούσε να διακρίνει το πρόσωπό του.
«Με ξέρεις;» Της είπε χαμογελώντας
«Συγνώμη, συγνώμη, σε πέρασα για κάποιον άλλο». Του είπε για να καλύψει τη γκάφα που πήγε να κάνει. «Είμαι μια χαρά» Συνέχισε, βλέποντάς τον να τη κοιτάζει περίεργα.
«Εντάξει κοπελιά, θα συνεχίσω τη βόλτα μου τότε…Καλή σου ημέρα» Της είπε και έφυγε γυρνώντας της την πλάτη.
Το αποφασιστικό μα συνάμα αδιάφορο περπάτημά του, της ήταν γνωστό. Τον κοιτούσε μέχρι που χάθηκε από το μονοπάτι. Πήρε μια βαθιά ανάσα και περιεργάστηκε για λίγο ακόμα τον χώρο. Αποφάσισε πως ήταν καιρός να γυρίσει πια στο σπίτι. Οι σκέψεις της δεν ήταν τόσο μπερδεμένες πια. Ένιωθε πως ήταν πολύ κοντά στο να βάλει ένα τέλος πια σ’ αυτά που της συνέβαιναν τον τελευταίο καιρό. Σίγουρα αυτό το αγόρι θα την πέρασε για τρελή.
Στο δρόμο του γυρισμού, περπατούσε και ένιωθε χαλαρή. Άρχισε να παρατηρεί καλύτερα το μέρος που βρισκόταν. Τα όμορφα δέντρα που προσπερνούσε, διάσπαρτα, όμορφα αγριολούλουδα όπου έσπαζαν την μονοτονία των μεγάλων πράσινων εκτάσεων. Σταμάτησε και έκοψε ένα μικροσκοπικό λουλουδάκι. Έμοιαζε με πολύ – πολύ μικρή μαργαρίτα, στο χρώμα του μπλε. Πάντα της άρεσαν αυτά τα λουλουδάκια. Αν και ήταν τόσο μικροσκοπικά, μπορούσαν να ξεχωρίζουν ανάμεσα σε τόσα άλλα όμορφα και πιο μεγάλα λουλούδια. Όποτε περνούσε από αυτό το σημείο, συνήθιζε να κόβει ένα από αυτά και να το περιεργάζεται μέχρι να φτάσει στον προορισμό της.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #18  
Παλιά 09-07-06, 16:53
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

Η τελευταία της σκέψη την τάραξε. Μα ήταν η πρώτη φορά που ερχόταν στο χωριό του Γιώργου. Οι μόνες φορές που πέρασε σ’ αυτό το σημείο ήταν χτες το απόγευμα και σήμερα το πρωί. Πέταξε το λουλούδι στο έδαφος και ξεκίνησε πάλι τον δρόμο του γυρισμού. Αποφάσισε να σταματήσει τις σκέψεις τις, τουλάχιστον για σήμερα και να χαλαρώσει για το υπόλοιπο της ημέρας. Είχε περάσει τη μικρή, ξύλινη καλύβα και κόντευε να φτάσει στο σπίτι. Σταμάτησε απότομα και γύρισε να κοιτάξει την καλύβα. Μα δεν την είχε προσέξει άλλη φορά. Φαίνεται πως οι τόσες σκέψεις που έπνιγαν το μυαλό της συνέχεια, δεν της είχαν αφήσει και πολλά περιθώρια για να προσέξει πολλά πράγματα. Πλησίασε πιο κοντά και διέκρινε δυο μικρές καρεκλίτσες έξω από τη πόρτα. Δίπλα από τη καλύβα υπήρχε ένας μικρός κήπος με λαχανικά. Η πόρτα άρχισε σιγά – σιγά να ανοίγει και η Δώρα πλησίασε ακόμα πιο κοντά. Ένας ηλικιωμένος άντρας φάνηκε στο κατώφλι με σκυμμένο κεφάλι. Τα σημάδια των χρόνων που είχε περάσει ήταν εμφανή πάνω του και τον εμπόδιζαν σε κάθε του κίνηση. Κάθισε προσεχτικά σε μια καρεκλίτσα και σήκωσε το κεφάλι του προς το μέρος της.
«Καλημέρα δεσποινίς»
Άκουσε τη φωνή του και τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα. «Κύριε Νικόλα, εσείς;»
«Μάλιστα δεσποινίς, εγώ» Της είπε και ένα χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη του. «Πολύ χαίρομαι που σας βλέπω»
«Κι εγώ χαίρομαι κύριε Νικόλα, ειλικρινά»
«Περάστε δεσποινίς, ελάτε, καθίστε κοντά μου»
Χωρίς δεύτερη σκέψη, πλησίασε τον ηλικιωμένο άντρα και κάθισε στη διπλανή καρεκλίτσα. «Δεν ήξερα ότι μένετε εδώ κύριε Νικόλα»
«Ναι, εδώ μένω από δεκατεσσάρων χρονών. Ζούσαμε πολύ μακριά από δω. Οι γονείς μου δούλευαν σαν υπηρέτες σε μια πλούσια οικογένεια και εγώ φρόντιζα τα άλογα που είχε. Πάντα μου άρεσαν τα άλογα».
«Και πως βρεθήκατε εδώ κύριε Νικόλα;» Ρώτησε πραγματικά απορημένη η Δώρα.
«Είναι μεγάλη ιστορία δεσποινίς».
«Πείτε τη μου αν θέλετε, έχω πολύ χρόνο μπροστά μου»
«Εντάξει, θα σας πω. Η οικογένεια όπου δουλεύαμε είχε έναν γιο, που ήταν πολύ κακομαθημένος και ανήθικος. Έκλεβε μέχρι και τον ίδιο τον πατέρα του και προσπαθούσε συνέχεια να ενοχοποιήσει τους υπηρέτες γι’ αυτό». Πήρε μια βαθιά ανάσα πριν συνεχίσει. «Εκμεταλλευόταν την αδυναμία που του είχαν οι γονείς του σαν μοναχογιός που ήταν και τον πόνο που κουβαλούσαν μέσα τους για τη μικρότερη αδερφή του. Συνήθιζε να παίζει μόνη της σε μια λίμνη λίγα χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι. Ώσπου μια μέρα δεν ξαναγύρισε πίσω».
Ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο της Δώρας και ο ηλικιωμένος άντρας της χάιδεψε το κεφάλι. «Συγνώμη κύριε Νικόλα, απλά συγκινήθηκα, συνεχίστε την ιστορία σας». Του είπε προσπαθώντας να του χαμογελάσει.
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #19  
Παλιά 09-07-06, 16:57
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

«Στην αρχή είπαν πως πνίγηκε. Μα έβαλαν ανθρώπους να ψάξουν τη λίμνη σπιθαμή προς σπιθαμή και δεν βρήκαν τίποτα. Μετά είπαν πως ίσως να την έκλεψαν τσιγγάνοι. Έψαχναν χρόνια για τη μικρή κορούλα τους, μα μάταια. Η κυρία του σπιτιού άρχισε να τρελαίνεται από το χαμό του παιδιού της και φύλαγε σαν τα μάτια της όλα τα ρούχα και τα παιχνίδια του. Ώσπου μια μέρα αναστατώθηκε όλο το σπίτι με τις φωνές της κυρίας. Φώναζε πως κάποιος της πήρε ένα από τα παιχνίδια της κόρης της και ζήτησε να ψάξουν παντού για να το βρουν. Ο άντρας της που την αγαπούσε πολύ προσπάθησε να την ηρεμίσει και έβαλε να ψάξουν όλο το σπίτι. Το παιχνιδάκι βρέθηκε στο δωμάτιο που έμενα με τους γονείς μου. Είμαι σίγουρος πως το είχε βάλει εκεί κρυφά ο γιος τους. Πότέ του δε με χώνεψε. Προσπαθούσαμε να τους εξηγήσουμε πως δε γνωρίζαμε πως βρέθηκε εκεί το παιχνιδάκι, μα δεν μας πίστευαν και μας έδιωξαν. Ήμασταν πολλοί φτωχοί και οι οικονομίες μας δεν μας επέτρεπαν να μείνουμε για πολύ καιρό χωρίς δουλειά. Στο μέρος όπου μέναμε τα νέα ταξίδευαν πολύ γρήγορα και όπως καταλαβαίνετε δεν μας προσλάμβανε κανείς έπειτα από αυτό που είχε γίνει στο σπίτι που δουλεύαμε. Αναγκαστήκαμε να φύγουμε από εκεί και να περπατήσουμε πολλά χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουμε εδώ. Βρήκαμε έναν πλούσιο κτηματία που μας πήρε για δουλειά. Ήταν πολύ άγριος και κακός άνθρωπος και δεν μας συμπεριφερόταν καλά. Μα δεν μπορούσαμε να χάνουμε χρόνο με το να ψάχνουμε για άλλη δουλειά, γιατί όπως σας είπα δεν μας είχαν απομείνει πολλά λεφτά. Η ζωή μας εκεί δεν ήταν και τόσο ευχάριστη. Οι μόνες φορές που ένιωθα χαρούμενος ήταν όταν φρόντιζα τα άλογα του κυρίου. Έπειτα ο πατέρας μου έπεσε σε βαθιά κατάθλιψη. Στενοχωρήθηκε πολύ που έφυγε από τον τόπο που μεγάλωσε και σαν τίμιος και περήφανος που ήταν, δεν ξέχασε ποτέ αυτό που είχε γίνει στο προηγούμενο σπίτι. Δεν άντεχε να τον αποκαλούν κλέφτη στο τόπο που αγαπούσε τόσο πολύ. Έτσι πέθανε με αυτό τον πόνο να του καίει μέρα με τη μέρα τα σωθικά του. Έπειτα από λίγο καιρό πέθανε και η μητέρα μου από τον καημό της. Έτσι έμεινα μόνος μου».
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...
Απάντηση με παράθεση
  #20  
Παλιά 03-08-06, 14:42
Το avatar του χρήστη Deepest_Emotion
Deepest_Emotion Ο χρήστης Deepest_Emotion δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 03-10-2005
Μηνύματα: 137
Προεπιλογή

«Λυπάμαι πολύ κύριε Νικόλα». Του είπε η Δώρα συγκινημένη.
«Να μη λυπάστε δεσποινίς. Έχουν περάσει τώρα πια αυτά».
«Μπορώ να σας ρωτήσω κάτι κύριε Νικόλα;»
«Μάλιστα δεσποινίς»
«Σαν παιδί που ήσασταν δεν κάνατε φίλους. Ήσασταν τόσο πολύ μονός;»
«Ναι, ήμουν πάντα μόνος. Όταν πέθανε ο πατέρας μου, ένιωσα πως έπρεπε εγώ να γίνω πια ο άντρας της οικογένειας και όπως θα έκανε και ο πατέρας μου, δεν ήθελα να λείψει τίποτα στη μητέρα μου. Ήθελα να την κάνω να νιώσει ότι έχει κάπου να στηριχτεί. Ότι μπορούσαμε να τα καταφέρουμε και μόνοι μας. Έπεσα με τα μούτρα στη δουλειά. Εκτός από το να φροντίζω τα άλογα έκανα και μερικές δουλειές του πατέρα μου. Έτσι δεν είχα καιρό να κάνω φίλους. Όταν πέθανε και η μητέρα μου, έβαλα σκοπό στη ζωή μου να δουλέψω σκληρά και να αποκτήσω πολλά λεφτά και να γίνω ένας σημαντικός άνθρωπος στη κοινωνία. Πίστευα έτσι πως θα έκανα περήφανους τους γονείς μου και μια μέρα θα γυρνούσα στο τόπο που γεννήθηκα και που μεγάλωσε ο πατέρας μου, κάνοντάς τον να χαρεί από τον ουρανό που με έβλεπε.
Ζήτησα από τον αφέντη μου να με βάλει να δουλέψω στα κτήματά του και για πολύ καιρό έβλεπα τις οικονομίες μου να αυξάνονται. Μα μια μέρα που καθάριζα ένα από τα άλογα, ένα έντομο το τσίμπησε κάπως άσχημα και το άλογο αφήνιασε. Προσπάθησα να το ηρεμίσω, μα με κλότσησε κατά λάθος και έπεσα πάνω σε μια μεγάλη πέτρα. Χτύπησα άσχημα στη μέση μου. Έμεινα για πολύ καιρό στο κρεβάτι. Έπειτα από αυτό δεν μπορούσα να δουλέψω όπως δούλευα στην αρχή. Φρόντιζα μόνο τα άλογα στο στάβλο και για τις πιο βαριές δουλειές, το αφεντικό μου προσέλαβε έναν νεαρό».
Το βλέμμα του έμοιαζε να χάνεται στο παρελθόν. Στο παρελθόν που καθρεφτιζόταν στο πρόσωπό του, σε κάθε τι που έλεγε. Ένα χαμόγελο άρχισε σιγά-σιγά να αχνοφαίνεται στα χείλη του. «Μα ναι, είχα μια φίλη». Γύρισε και κοίταξε τη Δώρα με τόση συμπόνια. Της χάιδεψε και πάλι το κεφάλι της. Η Δώρα του χαμογέλασε σκεφτόμενη τα τόσα που πέρασε αυτός ο γεράκος.
«Μιλήστε μου για τη φίλη σας κύριε Νικόλα. Ήταν αυτή που ερωτευτήκατε μήπως; Αυτή που έγινε γυναίκα σας;»
__________________
If in the dark...You lose your friends...Hold my hand and have no fear...Cause I...I will be there...

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη Deepest_Emotion : 03-08-06 στις 14:51
Απάντηση με παράθεση
Απάντηση στο θέμα

Εργαλεία Θεμάτων
Τρόποι εμφάνισης

Δικαιώματα - Επιλογές
Δεν μπορείτε να προσθέσετε νέα threads
Δε μπορείτε να απαντήσετε
Δεν μπορείτε να προσθέσετε συνημμένα
Δεν μπορείτε
BB code είναι σε λειτουργία
Τα Smilies είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας [IMG] είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας HTML είναι εκτός λειτουργίας



Όλες οι ώρες είναι GMT +2. Η ώρα τώρα είναι 12:49.


Forum engine powered by : vBulletin Version 3.8.4
Copyright ©2000 - 2024, Jelsoft Enterprises Ltd.