Το forum του μεταφυσικού  

Επιστροφή   Το forum του μεταφυσικού > Η πόλη της FantasyGate > Τμήμα Πολυσυγγραφίας

Κλειστό Θέμα
 
Εργαλεία Θεμάτων Τρόποι εμφάνισης
  #1  
Παλιά 26-04-12, 14:04
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή Το τελευταίο δειλινό

Ένα χελιδόνι πέταξε στον ουρανό της νύφης του Θερμαϊκού, της Θεσσαλονίκης, φέρνοντας μηνύματα ότι η άνοιξη μπήκε για τα καλά και τα τελευταία χιόνια έχουν λιώσει. Ένα χελιδόνι, με το φτερούγισμά του αφυπνούσε τα πλήθη να το κοιτάξουν που διέγραφε στον άνεμο πετάγματα και χαρούμενα τιτιβίσματα. Κάθισε στο ηλεκτροφόρο σύρμα και με την φωνούλα του καλούσε τους φίλους του να γίνει το μήνυμα πιο δυνατό, πιο μεγάλο. Να γίνει αντιληπτό από όλους. Ήρθε η άνοιξη παιδιά, χαρείτε. Όμως πώς να χαρείς όταν σου κόβουν τα φτερά; Πώς να νιώσεις την άνοιξη όταν η θλίψη σαν μαχαίρι σου κόβει την καρδιά; Πώς να νιώσεις την άνοιξη όταν βρίσκεσαι σε ένα σπίτι που ο άνεμος το χτυπάει αλύπητα χειμώνα, καλοκαίρι; Όταν η ζωή έχει φτάσει στο τέλμα της κι εσύ είσαι ανήμπορος να επιβληθείς στα τόσα χτυπήματα; Μόνο στέκεσαι θεατής και κοιτάζεις την καθημερινότητά σου και τις μέρες σου να φεύγουν άδειες, χωρίς να αντιδράσεις, να διαμαρτυρηθείς και αφήνεις άλλους να διαφεντεύουν το πολυτιμότερο αγαθό που σου έδωσε ο θεός, τη ζωή σου. Και να τη θυσιάζεις για ποιους, με ποιό όφελος; Μήπως θα ζεις να δεις τι θα πουν; Μήπως θ' αλλάξει κάτι; Ο θάνατός σου, η ζωή τους. Ίσα ίσα που το κράτος θα γλιτώσει μια σύνταξη. Ξέρετε τι οικονομία είναι αυτό;
Στο σπίτι αυτό ζούσε ένας ψαράς. Ένας άνθρωπος της βιοπάλης ο οποίος ήταν γραμμένος στο κόμμα "ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ". Τα χρέη του ήταν πάρα πολλά, και κινδύνευε να χάσει τη βάρκα του, επειδή την είχε υποθηκεύσει. Πάντα καθόταν στο παγκάκι που βρίσκεται μπροστά από το Λευκό Πύργο. Όταν τον κοιτάξει κανείς διακρίνει τη θλίψη που κρύβουν τα μάτια του. Είναι διαλυμένος ψυχικά, δεν ήθελε να μιλήσει στα παιδιά του σχετικά. Είχε μια περηφάνια που θα ζήλευε ο καθένας, όμως ήταν αδύνατον να ανταπεξέλθει στα έξοδα. Αν ήταν υγιής θα μπορούσε να τα βγάλει πέρα, όμως τι να σου κάνει μια αδύναμη καρδιά που δεν έχει τη δυνατότητα να πληρώσει τις ανάγκες της. Πάντα η κόρη του τον καλούσε να έρθει να μείνει μαζί τους, να έχει το δικό του δωμάτιο, αλλά εκείνος δεν ήθελε να της γίνει βάρος. Ο κυρ- Ανέστης ήταν ένας άνθρωπος περήφανός που δεν ήθελε να επιβαρύνει τον οποιονδήποτε. Σε όλη του τη ζωή έτσι φερόταν. Αν ζημιώθηκε ή όχι, μόνο αυτός το γνωρίζει και κανείς άλλος. Όσα χρήματα του έστελνε η κόρη του, τα επέστρεφε κι έλεγε ότι η δουλειά του είναι κερδοφόρα κι ότι δεν είχε τέτοια ανάγκη. Ο γιός του όμως επέμενε να τα κρατήσει, όμως οι δουλειές του τον τελευταίο καιρό δεν πήγαιναν καλά, το αφεντικό του του έκανε μείωση μισθού και ο κυρ Ανέστης αναγκάστηκε να δίνει τα χρήματα της κόρης του στον γιό του, κρυφά της, κι εκείνη ήταν ήσυχη ότι τα κράταγε για τον εαυτό του, κάτι που δυστυχώς δεν έκανε ποτέ.
Δεν μιλούσε πολύ, αλλά πάντα ήταν βυθισμένος στις ενδόμυχες σκέψεις του και το μαρτύριό του μεγάλωνε όταν έβλεπε τη ζωή του να λιγοστεύει μέρα με την ημέρα. Έχασε τη γυναίκα του πάρα πολύ νέος και μεγάλωσε μόνος του με στερήσεις τα δυο του παιδιά. Η κόρη του καλοπαντρεύτηκε έναν πλούσιο σύζυγο και ζούσε βασιλικά. Όποτε τον επισκεπτόταν ήξερε να κρύβει την πραγματική του κατάσταση πίσω από ένα χαμόγελο και ήταν αυθεντία σε κάτι τέτοιο. Δεν μπορούσε κανείς να καταλάβει τι πόνος κρυβόταν στην ψυχή αυτού του ανθρώπου και δεν μπορούσε να του δώσει την βοήθεια που ζητούσε.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.


Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη melian : 28-04-12 στις 13:48
  #2  
Παλιά 26-04-12, 17:44
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Αυτό το πρωινό ήταν αλλιώτικο από τα άλλα. Ένας ύπνος λυτρωτικός τον πήρε και παραδόθηκε στην αγκαλιά του Μορφέα στο παγκάκι του. Αυτό έγινε μόλις είχε τελειώσει την σημερινή του βάρδια. Λίγα ψαράκια ίσα- ίσα για να βγάλει το μεσημεριανό του πάτο. Αλίμονο! Στερεψε η θάλασσα θαρρείς μαζί με την οικονομία του κράτους. Η αξιοπρέπειά του ήταν ό,τι του είχε απομείνει και ποτέ δεν θα κατέφευγε στην επαιτεία. Όμως αφήνοντας το καπέλο του παράμερα ο κόσμος τον πέρασε για φτωχό ζητιάνο και μάζεψε πολλά χρήματα. Μ' αυτά θα έπαιρνε το φάρμακό του που θα τον έκανε καλά, μια κουβερτούλα για τις ψυχρές μέρες του Μάρτη και του Απρίλη και ότιδήποτε του λείπει για να ζει σαν άνθρωπος.Το σκέφτηκε πολύ, να τα χρησιμοποιήσω ή όχι; Μια φωνούλα μέσα του του έλεγε να το πράξει. Ήταν δικά του. Όμως ο τρόπος που τα απέκτησε δεν του άρεσε. Δεν τον τιμάει σαν άνθρωπο. Το γινάτι βγάζει μάτι λένε. Πήγαινε βρε ανόητε να κάνεις τις ανάγκες σου που το σκέφτεσαι. Δεν είναι κλεμμένα. Για σένα προορίζονται. Τίποτα αυτός. Δάκρυσε και σκεφτόταν την γυναίκα του.
--Μαρίνα, τι λες εσύ, τι πρέπει να κάνω; Πάντα τέτοιες στιγμές έρερνε στην μνήμη του την αγαπημένη του γυναίκα, αλλά απάντηση φυσικά δεν μπορούσε να πάρει, παρά μόνο άκουγε τον άνεμο που φυσομανούσε και τον έφερνε στην πεζή πραγματικότητα.
-- Είσαι τυχερή. Πέθανες και γλίτωσες. Αλίμονο από μάς. Το δάκρυ έπεφτε κορόμηλο. Η αναπνοή του γρήγορη και η καρδιά του δεν άντεχε. Ναι, έπρεπε να πάει στο σπίτι του, αλλά τι να κάνει. Μήπως έχει τίποτα να κάνει;
Σκέφτηκε να επισκεφτεί το παιδί του. Την αγαπημένη του κόρη, αλλά φοβόταν μην μαρτυρήσει αυτό που πραγματικά αισθάνεται. Την κατάσταση που βρίσκεται. Ήταν κλεισμένος σε έναν κλοιό που τον έπνιγε και δεν τον άφηνε να πάρει ανάσα.
Ο δρόμος του τον οδήγησε σε ένα φαρμακείο. Τελικά μπήκε μέσα και πήρε το φάρμακό του. Όμως την ώρα που πλήρωνε βρέθηκε πεσμένος στο πάτωμα. Δεν μπορούσε να το πράξει. Ο φαρμακοποιός πήρε τα χρήματα και τα τοποθέτησε στο συρτάρι του ταμείου. Την ώρα που του έδινε την απόδειξη και τα ρέστα έγινε το κακό. Τον έπιασε μια ξαφνική ζάλη που έγινε έντονη και στο τέλος ξάπλωσε στο πάτωμα. Ο Φαρμακοποιός Τον ξάπλωσε σε ένα καναπέ, που είχε για τέτοιες περιπτώσεις, και του παρείχε τις πρώτες βοήθειες μέχρι να έρθει το ασθενοφόρο. Όμως ο κυρ- Ανέστης δεν τον άφησε να καλέσει το ασθενοφόρο. Δεν ήθελε να νοσηλευτεί και να αναγκάσει τα παιδιά του να τον υπηρετούν. Δεν το καταδεχόταν αυτό. Προτιμούσε να πεθάνει. Αυτό έγινε όταν συνήρθε.
Εκείνος όταν συνήρθε ευχαρίστησε εγκάρδια τον καλό φαρμακοποιό. Τότε μια σκέψη του ήρθε στο μυαλό αστραπιαία και ζήτησε ένα χαρτί και ένα στυλό. Γράμματα δεν γνώριζε και παρακάλεσε το φαρμακοποιό να γράψει σ' ένα γράμμα όλη του την κατάσταση. Σε περίπτωση που πέθαινε έπρεπε τα παιδιά του να μάθουν τα πάντα. Δεν ήθελε να στείλει το μυστικό του στον τάφο. Πραγματικά δεν ήξερε ποιο θα ήταν το τέλος του. Ζήτησε να μην σταλεί το γράμμα όσο ζει, αλλά μόνο όταν πεθάνει. Γιατί θα πέθαινε ήταν σίγουρος γι' αυτό. Το πότε και τον τρόπο αγνοούσε.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.


Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη fantasy : 26-04-12 στις 17:47
  #3  
Παλιά 26-04-12, 19:51
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Αγνάντευε τη θάλασσα καθισμένος στο μπαλκονάκι του και κοίταζε το δειλινό. Ο ήλιος πήρε ένα σκούρο πορτοκαλί χρώμα και καθρέπτιζε μέσα στη θάλασσα η οποία ήταν ήρεμη, όχι όμως η καρδιά του και τότε άρχισε να θυμάται τις παλιές του δόξες, τότε που έκανε όνειρα σαν παιδί. Μπορεί κάποια όνειρά του να πραγματοποιήθηκαν, μόνο που η τωρινή του κατάσταση δεν τον βοήθησε πολύ να τα ολοκληρώσει όσο θα ήθελε. Ωρες ώρες κοιτάζοντας τη θάλασσα νομίζει ότι θα δει εκείνη που αγάπησε όσο τίποτα στον κόσμο.Εκείνη που μια μέρα τη ζήτησε σε χορό και από τότε έγιναν ένα. Δυστυχώς πέθανε στη γέννα του δεύτερου παιδιού τους. Δυστυχώς, ο γιός του δεν το έχει ξεπεράσει. Ήρθε εκείνος και έφυγε η μανούλα του. Έτσι είναι η ζωή, κανείς δεν μπορεί να τα έχει όλα. Όμως αυτό το ταιδί ήταν φιλάσθενος και πολλές φορές πάλεψε με το χάρο. Μαζί του πάλεψε και ο κυρ Ανέστης και δόξα τω Θεώ το μικρό του βλαστάρι άνθισε και έβγαλε καρπούς. Του χάρισε 2 εγγονάκια τα οποία πολλές φορές τον επισκέφτονται και παίζουν μαζί του. Μόνο αυτές τις στιγμές, τις μαγικές στιγμές ξεχνάει τον πόνο του και γίνεται κι αυτός παιδί. Περισσότερο παιδί απ' αυτά. Όλες τις άλλες στιγμές είναι ένας άνθρωπος της βιοπάλης που προσπαθεί να ζήσει. Ήθελε να ζήσει, αλλά φοβόταν ότι δεν θα τα κατάφερνε. Ήξερε πως η κόρη του θα του έδινε μια επιταγή και θα λύνονταν όλα του τα προβλήματα, αλλά δεν ήθελε να καταχραστεί αυτή την αγάπη. Κάλλιο να πέθαινε παρά να ζούσε ταπεινωμένος. Αυτή ήταν η ιδεολογία του και κανένας δεν μπορούσε να του αλλάξει μυαλά.
Τα χρήματά του τελείωσαν. Είδε ένα λαχειοπώλη να του φωνάζει
- Κληρώνει σήμερα μπάρμπα. Τελευταίο και τυχερό.
Που να ακούσει ο κυρ- Ανέστης. Έκανε τον κουφό, καμία απάντηση, καμία αντίδραση από μέρους του και το παλικάρι συνεχώς τον ρωτούσε αν είναι καλά κι αν ενδιαφέρεται, αλλά φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Ο κυρ Ανέστης ήταν προσηλωμένος στις σκέψεις του και δεν έδινε σημασία. Έμεινε σιωπηλος. Δεν πίστευε στη θεά τύχη. Δεν του χαμογέλασε ποτέ. Τον ξέχασε ο θεός. Γιατί να το κάνει τώρα;
- Να πας στο καλό παλικάρι μου, είπε σε μια στιγμή και ο λαχειοπώλης χωρίς να πει δεύτερη κουβέντα απομακρύνθηκε απογοητευμένος.
Ο κυρ Ανέστης κοίταξε το ρολόι του, μια μικρή ψυχρούλα άρχισε να τον ενοχλει. Ο ουρανός άρχισε να παίρνει τα χρώματα του δειλινού και θυμόταν άλλα δειλινά πλάι στην σύντροφο της ζωής του, να της κρατά το χέρι απαλά και ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια του και το δάκρυ έγινε λυγμός.
'Επαψε να κλαίει όταν σε λίγο είδε να σταματά μπροστά στο σπίτι του΄ένα πολυτελές αυτοκίνητο. Σε λίγο γνώρισε την Μερσεντές του αγαπημένου του κοριτσιού και πλάι της ο αγαπημένος της σύζυγος. Σκούπισε τα δάκρυά του και προσπάθησε να χαμογελάσει, να μην τον καταλάβουν, αλλά ήταν δύσκολο να συγκρατηθεί αυτή τη φορά. Εκείνη του ψώνισε διάφορα τρόφιμα και γλυκά και εκείνος τα δέχτηκε γιατί θεώρησε ότι ήταν δώρα της επίσκεψής τους και δεν τα έβλεπε σε τέτοια περίτπωση ελεημοσύνη. Εκείνη ήξερε καλά το χαρακτήρα του και σε ενός παντελονιού τη τσέπη του έβαλε κρυφά 1000 € για να έχει χρήματα. Βλέποντας τον πατέρα της γερασμένο, αδυνατισμένο και πικραμένο κατάλαβε πια ότι κάτι έχει. Όλους μπορούσε να τους γελάσει, αλλά το ένστικτό της όχι. Μάλιστα παρατήρησε ότι είχε πυρετό.
- Άναψε το φως μπαμπά, μπορείς στα σκοτεινά;
- Δεν έχω ρεύμα παιδί μου.
- Όύτε νερό βλέπω να έχεις. Σίγουρα δεν θα έχεις ούτε τηλέφωνο.
- Ξέρεις παιδί μου, εγώ...
Δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί. Ήξερε ότι το μυστικό του είχε βγει στη φόρα.
- Τα λεφτά που σου στέλνω δεν είναι αρκετά;
- Ξέρεις παιδί μου εγώ...
- Πες και κάτι άλλο. Μην με κοιτάζεις μ' αυτό το ύφος. Πρέπει να ξέρω τι σου συμβαίνει. Παιδί σου είμαι. Είναι δυνατόν να ζεις έτσι; Μα εσύ καις, έχεις πυρετό. Λοιπόν θα έρθεις να μείνεις μαζί μας. Έχουμε ένα δωματιάκι άδειο. Δεν ακούω τίποτα άλλο.
- Παιδί μου. Χρυσό μου παιδί εδώ μέσα έζησα με τη μητέρα σου. Ακόμα ακούω τα βήματά της, νιώθω την ανάσα της. Ακούω τη φωνή της.
- Ζήσε με τα φαντάσματα. Τι να σου κάνω; Εγώ είπα μια κουβέντα. Νομίζω ότι η μανούλα μου αν ζούσε θα συμφωνούσε μαζί μου. Φεύγω και σκέψου καλά τι θα κάνεις.
Εκείνος δεν της απάντησε τίποτα. Η λογική του έλεγε ότι είχε απόλυτο δίκιο. Όμως ποιος ακούει τη λογική; Το μόνο που ήθελε εκείνη τη στιγμή ήταν να πεθάνει. Σκέψεις αυτοκαταστροφής γέμισαν το μυαλό. Κοίταξε το γράμμα που του έγραψε ο φαρμακοποιός. Τελικά το πήρε μαζί του. Ήθελε να φύγει, να εξαφανιστεί. Δεν καταδεχόταν να είναι βάρος στο ίδιο του το παιδί. Έβαλε το γράμμα σε ένα φάκελο και το μετάνοιωσε. Όχι, δεν θα το ταχυδρομούσε. Θα το άφηνε στην πόρτα της. Αν το σκουπούσε και το πετούσε η φιλιππινέζα υπηρεσία της και δεν το λάβαινε ποτέ; Όχι, δεν ήταν αυτή η λύση. Κάτι άλλο έπρεπε να βρει. Τι όμως;

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.


Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη fantasy : 26-04-12 στις 20:01
  #4  
Παλιά 26-04-12, 21:22
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Η ώρα περνούσε και τα δευτερόλεπτα του φάνηκαν αιώνες. Κάθισε στο τραπέζι και έφαγε μέχρι σκασμού. Τι κάνω εδώ πέρα και δεν πάω να ζήσω με το παιδί μου που με παρακαλάει; Μάλωσε τον εαυτό του. Για το φαί βρε συμφεροντολόγε, για το άτιμο το φαί. Νόστιμο όμως που ήταν πανάθεμά το! Σκέφτηκε και δεν ήξερε τι να κάνει. Να γελάσει ή να κλάψει;
Το βράδυ έφτασε πολύ γρήγορα και τότε ένιωσε να βαραίνουν τα βλέφαρά του. Έβαλε αφηρημένα αντί τις πυζάμες του το παντελόνι που προηγουμένως η κόρη του έβαλε τα χρήματα και ένιωσε ότι κάτι υπήρχε μέσα στις τσέπες του. Τότε ανακάλυψε τα χρήματα. Είχε καταλάβει τι είχε γίνει, αλλά ήταν τόσο αδύναμος που δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτα. Τον πήρε ο ύπνος και το γεγονός των χρημάτων το απέδωσε σε όνειρο. Σε συνειδητό όνειρο, γιατί ένιωθε ότι αυτό ήταν ένα βίωμα. Δεν τρελάθηκε εντελώς. Είναι δυνατόν; Χρήματα στις τσέπες του! Κι όμως ήταν αλήθεια.
Έλαβε ένα τηλεφώνημα από το γιό του και ο ύπνος του διακόπηκε αμέσως. Τον πληροφορούσε ότι τον απέλυσε το αφεντικό του και μαζί μ' αυτόν άλλα 25 άτομα, διότι η επιχείρηση κλείνει. Όμως δεν φρόντισε αυτός ο άπονος να σκεφτεί τι θα απογίνουν τώρα τα παιδιά του, η γυναίκα του. Να του βρει άλλη δουλειά. Για τον εαυτό του δεν τον ένοιαζε, μόνο η οικογένειά του μετρούσε. Ντρεπόταν να πάει στο γαμπρό του να πιάσει δουλειά. Είχε κληρονομήσει εν μέρει την περηφάνεια του πατέρα του, αλλά όχι στο μέγιστο βαθμό. Η περηφάνεια του μπαρμπα Ανέστη ήταν πρωτόγνωρη. Είναι αδύνατον να υπάρχουν πολλοί σαν κι αυτόν. Όμως δυστυχώς υπάρχουν τέτοια άτομα.΄

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.

  #5  
Παλιά 27-04-12, 11:49
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Παρηγορούσε το γιο του ότι πιάνουν τα χέρια του και κάτι άλλο θα βρεθεί. Αυτό τον εργοστασιάρχη δεν τον είχε χωνέψει ποτέ Ευτυχώς που γλίτωσε ο γιος του. Μα τι λέει; Ποιον προσπαθεί να κοροϊδέψει; Τα χίλια ευρώ τι να του κάνουν; Δεν σώζεται μ' αυτά. Κι αν τελειώσουν τι γίνεται; Έπρεπε να μιλήσει στην κόρη του να βοηθήσει αυτή. Δεν το κάνει για τον εαυτό του, αλλά για τα άμοιρα τα εγγονάκια του. 26 οικογένειες έμειναν χωρίς δουλειά. Απορούσε πώς θα τα έβγαζαν πέρα; Θα τους έλειπαν τα βασικά για να ζήσουν. Για πολυτέλεια πια δεν γίνεται λόγος. Θέε μου, αν έδινε αυτά τα χρήματα άντε να ζήσουν ένα ή ενάμιση μήνα. Μετά τι γίνεται. Αποφάσισε να πάρει την κόρη του τηλέφωνο. Ήταν υποχρεωμένη να δει τον αδερφό της. Από το ίδιο αίμα είναι. Ναι, θα το έκανε στα σίγουρα.
Πήρε τηλέφωνο άμεσα την κόρη του και άκουσε μια φωνή να κλαίει. Δεν του φάνηκε ότι πήρε το σωστό νούμερο. Η Φωτούλα του ποτέ δεν έκλαιγε. Πάντα χαμογελούσε. Όμως δεν τον γελάσανε τα αυτιά του, ήταν πράγματι αυτή και ήταν η πρώτη φορά που έκλαιγε, κι όχι απλά έκλαιγε, αλλά σπάραζε. Ο πατέρας της ήθελε να την παρηγορήσει, αλλά έπρεπε πρώτα να μάθει το λόγο. Ο λόγος ήταν τόσο ανόητος που ο κυρ Ανέστης ήθελε να χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο.
- Είναι οδυνηρό αυτό που μου συνέβη μπαμπά. Πήγα στη Λένα, την Μανικουρίστριά μου και έφτιαξα υπέροχα νύχια. Δεν μπορείς να φανταστείς πως ένιωσα όταν έσπασαν τα τεχνητά νύχια που μου έβαλε. Τώρα τι θα κάνω! Έχω δεξίωση το βράδυ και θα είμαι χάλια. Θα πω ότι έχω πυρετό. Δεν είναι δυνατόν να είναι εκεί τόσες προσωπικότητες κι εγώ να πάω με σπασμένα νύχια. Πες μου τι να κάνω!
Τι να της απαντήσει; Σοβαρό θέμα ήταν αυτό;
- Δεν ξέρω. Τι κάνετε εσείς οι γυναίκες σ' αυτές τις περιπτώσεις;
- Αν ήξερα δεν θα σε ρωτούσα. Θα πάρω τη νύφη μου.
Τότε ο κυρ Ανέστης της είπε την κατάσταση που βρίσκεται ο αδερφός της και τώρα έκλαψε για τα καλά. Θεώρησε ανόητη την αντίδρασή της για τα νύχια της τη στιγμή που υπάρχουν πολύ σοβαρότερα προβλήματα.
- Που να σου έλεγα τους άλλους προβληματισμούς μου πατέρα. Η τσάντα μου η καλή έχει καφέ χρώμα. Δεν πάει με την κόκκινη τουαλέτα μου. Δεν πάω, θα δηλώσω ασθένεια. Είναι αδύνατον να εμφανιστώ μ' αυτά τα χάλια. Τα περιοδικά θα δουν την γελοιότητα αυτή και θα με βαθμολογήσουν με 3.
- Απ' όσο ξέρω τα περιοδικά βαθμολογούν τους επώνυμους κόρη μου, με σένα θα ασχοληθούν; Πάψε να ασχολείσαι με ασήμαντα πράγματα, δες το πρόβλημα του αδερφού σου σοβαρά. Έλα στα συγκαλά σου. Τι παλαβομάρες είναι αυτές; Έχουν πάρει τα μυαλά σου αέρα με το χρήμα και δεν σκέφτεσαι σωστά.
- Αχ πατέρα μου νιώθω τόσο ηλίθια.
Ο πατέρας της έκλεισε το τηλέφωνο οργισμένος και σκέφτηκε πως όταν ο άνθρωπος δεν έχει προβλήματα ασχολείται με τα νύχια του. Αν είχε προβλήματα, έτσι θα συμπεριφέρόταν, έτσι θα σκεφτόταν, όχι βέβαια.
Πήγε να ξαπλώσει και ένιωσε το στομάχι του βαρύ. Τότε είδε την πόρτα του σαλονιού να ανοίγει μόνη της. Κρύο δεν έκανε. Τι στο καλό συμβαίνει.
- Ποιος είναι φώναξε αλλά δεν ήταν δυνατόν να πάρει απάντηση. Πήγε κοντά να την κλείσει και ένα άρωμα αναδύθηκε στον αέρα. Έμεινε αποσβολωμένος να κοιτάζει τον κενό χώρο και συμπεριφέρθηκε σαν να είδε φάντασμα. Πραγματικά, μια γλυκιά μορφή κατέβαινε τις σκάλες και του είπε:
- Δεν ντύθηκες ακόμα;
- Όχι, ποια είσαι.
- Η Μαρίνα σου.
Η μορφή άρχισε να στρώνει το τραπέζι, να ανάβει κεριά και να τον καλεί να έρθει.
- Ονειρεύομαι. Είναι σίγουρα όνειρο αυτό.
- Έλα να χορέψουμε. Τότε έγινε νέος η μορφή του άλλαξε και άρχισε να χορεύει όπως τότε και αυτός ο χορός κράτησε όλη τη νύχτα. Πραγματικά ήταν μια υπέροχη νύχτα γι' αυτόν. Όταν βγήκε ο ήλιος εκείνη ετοιμάστηκε να φύγει και του έδωσε πίσω την αρχική του μορφή.
- Φεύγεις; Μείνε λίγο ακόμα.
Εκείνη δεν του έκανε το χατίρι. Μονάχα βγαίνοντας από τον τοίχο του φώναξε.
- Μετά από 3 δειλινά θα έρθεις μαζί μου. Θα έρθω να σε πάρω.
- Θα πεθάνω δηλαδή;
Δεν του απάντησε τίποτα. Εξαφανίστηκε στον κόσμο των νεκρών κι εκείνος τρομαγμένος πετάχτηκε από το κρεβάτι λουσμένος στον ιδρώτα.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.


Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη fantasy : 27-04-12 στις 11:55
  #6  
Παλιά 27-04-12, 12:49
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Σκέφτηκε πολύ τα λόγια της. Δεν ήθελε να πει τίποτα σχετικό για να μη στεναχωρήσει τα παιδιά του. Αρκετές στεναχώριες είχε ο γιός του. Της κόρης του οι στεναχώριες δεν υπολογίστηκαν απ' αυτόν. Δεν ήταν στεναχώριες. Πρέπει κάποιος να έχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα, για να μην ασχολείται μ' αυτά. Τότε έλαβε ένα τηλεφώνημα που τον αναστάτωσε. Πήρε η κόρη του και άρχισε πάλι να κλαίει.
Ο πατέρας γελαστός της είπε:
- Τί έγινε έσπασε το τακούνι σου αυτή τη φορά;
- Πατέρα, είναι σοβαρό αυτό που συμβαίνει. Ο Δημήτρης, ο άνδρας μου, είναι στο τμήμα. Ήρθε ένα χαρτί που λέει να παρουσιαστεί. Η δεξίωση ματαιώθηκε για μάς.
- Βολικά σου ήρθε, αφού δεν ήθελες να πάς. Τι έκανε;
- Δεν μου έδωσε εξηγήσεις. Έφυγε και μου είπε να κοιμηθώ. Μπορεί να τον κρατήσουν μέσα απόψε.
- Οι δουλειές του είναι καθαρές;
- Ποτέ δεν τον ρωτάω για ζητήματα της δουλειάς του. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω με τι ασχολείται. Ξέρω τι δουλειά κάνει, αλλά δεν ξέρω πώς την κάνει.
- Το χαρτί τι λέει. Διαβασέ μου το.
- Απλά λέει μόνο να παρουσιαστεί στο τμήμα. Μάλλον ο διοικητής θα τον θέλει για ένα προσωπικό του θέμα, που εμείς αγνοούμε.
- Ηρέμησε υστερικιά.
Ο πατέρας μόλις έκλεισε το τηλέφωνο έκλαψε και πήγε στο αστυνομικό τμήμα να δει τι συμβαίνει. Είδε τον γαμπρό του να βγαίνει από το τμήμα.
Ήθελε να τον πλησιάσει, να μάθει τι συμβαίνει, αλλά δεν είχε το θάρρος να το κάνει. Ο Δημήτρης όμως τον είδε και προσφέρθηκε να τον πάρει στο σπίτι με το αυτοκίνητό του . Έπρεπε να μάθει γιατί τον κάλεσαν.
- Μια ανακρισούλα πατέρα. Ένα πόθεν έσχες. Πώς βγάζω χρήματα και ζω μποέμικα σε καιρό οικονομικής κρίσης.
- Μόνον αυτό; Αν ήταν κάτι άλλο θα μου το έλεγες;
- Αν ήταν κάτι άλλο θα μ΄αφηναν ελεύθερο; Είδαν τα βιβλία μου...
- Αρμόδιοι γι' αυτό δεν είναι οι υπάλληλοι του ΣΔΟΕ. Κοίταξέ με Δημήτρη, αυτό που δεν μου λες εσύ θα το μάθω από άλλους.
- Λοιπόν πατέρα. Αυτή την ερώτηση μου την έκανε ο αστυνόμος πληροφοριακά που με ξέρει. Τα βιβλία μου προχθές ήρθαν στο εργοστάσιο και τα έλεγξαν οι υπάλληλοι του ΣΔΟΕ. Καλά, το ομολογώ. Απλά είμαι μέλος της εφορευτικής επιτροπής στις εκλογές της 6ης Μαίου. Ορίστε και το χαρτί που το πιστοποιεί.
- Ανάθεμά σε, με τρόμαξες παλιόπαιδο.
- Εγώ να δεις, που είπα στην κόρη σου ότι μπορεί να μην επιστρέψω απόψε. Ήθελα να την προετοιμάσω για το χειρότερο. Πώς τα γράφουν έ;
- Αχ! Εγώ δεν θα ζώ σ' αυτές τις εκλογές.
- Πώς είσαι τόσο σίγουρος. Κανείς δεν ξέρει το αύριο.
- Μπορεί εγώ να το γνωρίζω.
Ο Δημήτρης δεν έδωσε σημασία στα λόγια του. Πάντα τον θεωρούσε ανόητο, διότι αν ήταν λογικός θα αποδεχόταν την πρόταση που του έκανε η κόρη του τόσο καιρό να μείνει μαζί τους. Θεωρούσε τα όσα είπε παραλογισμούς ενός ηλικιωμένου και δεν ήθελε να δώσει συνέχεια σε μια συζήτηση που δεν οδηγεί πουθενά. Απλά, έκανε ότι δεν άκουσε την τελευταία του πρόταση. Ο γέροντας ευχαρίστησε τον γαμπρό του κι αφού του έδωσε την ευχή του, μπήκε στο σπίτι του.
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.

  #7  
Παλιά 27-04-12, 13:42
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Arrow

Το τηλέφωνο πάλι χτύπησε. Τα έβαλε με την κόρη του που το πλήρωσε. Καλά δεν ήταν στην ησυχία του όταν δεν το είχε; Όλη την ώρα ντριν και ντριν του έσπασε τα νεύρα. Ποιος να είναι πάλι. Αμάν πια!
Αυτή τη φορά τα νέα ήταν ευχάριστα. Ο Δημήτρης πήρε τηλέφωνο και τον ενημέρωσε ότι βρήκε δουλειά στον Νίκο, το γίο του κυρ Ανέστη. Είναι μια εταιρεία με καλό μισθό. Τη δέχτηκε γιατί δεν ήξερε ποιος ήταν από πίσω. Έκαναν αυτή τη διαδικασία μεταξύ τους χωρίς να φανεί ότι μεσολάβησε αυτός, και ούτε έπρεπε ποτέ να το μάθει. Έτσι τα χίλια ευρώ που του έδωσε η κόρη του τελικά για πρώτη φορά τα κράτησε για τον εαυτό του.
Πήγε στις βιτρίνες και ψώνισε ρούχα. Άλλωστε λίγες μέρες θα ζούσε ακόμα. Ήθελε να χαρεί τις λίγες στιγμές που ζει με τον καλύτερο τρόπο. Τον είδε κάποιος που του χρωστούσε χρήματα να βγαίνει από τον κινηματογράφο και του ζήτησε τα λεφτά του. Για να ξοδεύει έχει, για να πληρώσει τις υποχρεώσεις του αδρανεί. Σκέφτηκε.
Ήταν 300 ευρώ το χρέος και αναγκάστηκε να τα δώσει για να μην τον δείρει, επειδή ήταν νέος και ζόρικος. Του χάλασε τη διάθεση. Ούτε το έργο τον ευχαρίστησε, αφού δεν το κατάλαβε. Πώς να το καταλάβει αλλωστε, αφού ήταν ξένο με ελληνικούς υπότιτλους και γράμματα δεν ήξερε; Δεν βρέθηκε κανείς να τον ενημερώσει σχετικά. Τσάμπα έδωσε τόσα χρήματα.
--Ποιος τους σκέφτεται τους αγράμματους; Άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας είναι!
Άρχισαν οι άνθρωποι στους οποίους χρωατάει να τον πιέζουν και να ζητούν τα χρήματά τους. Έμαθε ότι τη βάρκα του την έχασε και για όλα αυτά δεν έκανε λόγο στα παιδιά του. Όμως οι άνθρωποι αυτοί ενόχλησαν τα παιδιά του και η κόρη εξόφλησε όλους τους λογαριασμούς του και του έσωσε τη βάρκα, όμως εκείνος δεν γνώριζε τίποτα. Επειδή ήξεραν τον χαρακτήρα του δεν του μίλησαν σχετικά.
Την άλλη μέρα η κόρη του έστειλε τη φιλιππινέζα που της καθάριζε το σπίτι να καθαρίσει το σπίτι του πατέρα της. Εκείνος δεν την ήθελε στα πόδια του και έφυγε από το σπίτι. Πήγε στο παγκάκι του και για πρώτη φορά το βρήκε γεμάτο. Ήταν μια οικογένεια που αποτελούταν από έναν πατέρα, μια μητέρα, το κοριτσάκι τους, μια μικρούλα τριών ετών, και ένα μωράκι 2 μηνών. Ο κυρ Ανέστης έβλεπε αυτή την ευτυχισμένη οικογένεια και δεν ήθελε να την σηκώσει. Πήρε ένα γλειφιτζούρι από ένα καροτσάκι και το έδωσε στο κοριτσάκι και η μητέρα του ευχαρίστησε εγκάρδια τον καλό γεράκο. Μάλιστα, πρότειναν να σηκωθούν όλοι, να καθίσει ο γεράκος, διότι εκείνος έχει το παγκάκι περισσότερο ανάγκη απ' αυτούς. Εκείνος δεν δέχτηκε, κάθισε με τους γονείς και σήκωσε το κοριτσάκι στα γόνατά του. Του είπε ένα παραμύθι και η μητέρα κατάφερε να το ταίσει που ήταν ο καημός της να βάλει μια μπουκιά στο στόμα του. Ήξερε να λέει τόσες ωραίες ιστορίες, ο κυρ Ανέστης και η μικρούλα χαιρόταν να τον ακούει και η μητέρα έβρισκε την κατάλληλη ευκαιρία και έβαζε μια μπουκίτσα στο στοματάκι της κι αυτό γινόταν συνέχεια, μέχρι που τελείωσε εντελώς το φαγητό της. Η μητέρα έδωσε 50 ευρώ στον καλό άνθρωπο κι εκείνος δεν ήθελε να τα δεχτεί. στο τέλος δεν τα δέχτηκε και ένιωσε θιγμένος.
Εκείνη ζήτησε συγνώμη για την αγένειά της και έβαλε τα χρήματα στο πορτοφόλι της και κατέβασε το κεφάλι της ντροπιασμένη. Όταν έφυγε η οικογένεια, το παγκάκι έμεινε δικό του.
Η Φωτούλα, η κόρη του κυρ Ανέστη, είχε πει στην υπηρεσία της να μην πετάξει τίποτα. Να βάλει σε μια τσάντα τα σκουπίδια και θα τα ελέγξει η ίδια για να μην πετάξει κάτι χρήσιμο. Μέσα στα σκουπίδια λοιπόν βρέθηκε το γράμμα που εξιστορούσε όλα τα προβλήματα του κυρ Ανέστη, το γράμμα που είχε γράψει ο φαρμακοποιός. Η κόρη του για πρώτη φορά τα έβαλε με τον αδερφό της που έτρωγε όσα του έδιδε και εκείνος έμενε νηστικός. Αυτό το γράμμα έκανε τη σχέση ανάμεσα στα αδέρφια τεταμένη και παραλίγο να θύμωναν αν δεν σκέφτονταν αφότεροι ότι αυτή δεν είναι λύση στο πρόβλημα. Έπρεπε να βοηθήσουν τον πατέρα τους και οι δύο. Έχουν τη δυνατότητα και τα χρήματα να το κάνουν πια. Όμως ήξεραν καλά ότι κάτι τέτοιο στα φανερά δεν θα το δεχόταν και έτσι προσπάθησαν να τον βοηθήσουν κρυφά. Οι άνθρωποι που χρωστούσε πια δεν τον ενοχλούσαν και μάλιστα τον καλημέριζαν ευγενικά, αλλά δεν πήγε τόσο μακριά το μυαλό του ότι για την μεταμόρφωσή τους αυτή ήταν αφορμή τα δύο του παιδιά. Εδώ ο Θεός δεν έβαλε το χέρι του, όπως πίστευε, αλλά τα έφερε έτσι η ζωή που το μυαλό του δεν μπορούσε να φτάσει τόσο μακριά. Εκείνος είδε ότι η βάρκα του ήταν εκεί που την άφηνε πάντα. Ρώτησε τον ιδιοκτήτη γιατί την έφερε πίσω και εκείνος του είπε ότι του τη χαρίζει, θα αγοράσει σκάφος. Πολύ περίεργα πράγματα συνέβαιναν γύρω του, αλλά με το φτωχό του το μυαλό δεν μπορούσε να τα ερμηνεύσει. Ήταν αδύνατον να το πετύχει αυτό. Αφού κανένας δεν βρέθηκε να του πει την αλήθεια. Ούτε θα το έκανε. Δεν θα τον άφηνε η περηφάνια του να δεχτεί κάτι τέτοιο.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.


Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη fantasy : 27-04-12 στις 13:58
  #8  
Παλιά 27-04-12, 14:21
Το avatar του χρήστη fantasy
fantasy Ο χρήστης fantasy δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 09-12-2011
Μηνύματα: 797
Προεπιλογή

Εκείνος πίστευε ότι χρωστούσε. Ήθελε να πεθάνει. Σήμερα ήταν η μέρα του θανάτου του, αν αλήθευε αυτό το όνειρο. Ήθελε να ταξιδέψει, να πάει σε πολλά μέρη που ποτέ του δεν τα είχε δει από κοντά. Όταν πήγαινε στο σπίτι της κόρης του έβλεπε τηλεόραση και είχε δει πολλούς τόπους από τα διάφορα DVD που είχε εκείνη με αξιοθέατα χωρών. Κάτι ήταν κι αυτό.
Σήμερα ήθελε να πάει για ψάρεμα. Είχε πει στους δικούς του ότι θα γύριζε το βράδυ, μάλιστα του είπαν ότι αύριο θα ταξιδέψουν όλοι μαζί. Έμαθε ότι η Φωτούλα του, που περίμενε παιδί, θα κάνει αγοράκι και θα το ονομάσουν Αναστάσιο και θα τον φωνάζουν Ανέστη, όπως φωνάζουν εκείνον. Αυτή η είδηση τον έκανε να κλάψει από χαρά. Μια χαρά μέσα σε τόσες πίκρες! Πώς να την αντέξει η καρδιά; Δεν αντέχονται οι μεγάλες χαρές ούτε οι μεγάλες πίκρες. Το ήξερε καλά αυτό. Όμως έπρεπε να αντέξει.
Τελικά το σούρουπο εκείνος ένιωσε μια ζάλη και σταμάτησε να ψαρεύει. Για πρώτη φορά έπιασε πολλά ψάρια. Γέμισε η βάρκα του. Ήταν κουρασμένος και τον έπιασε πονοκέφαλος. Ξάπλωσε στην αμμουδιά και τότε άκουσε μια φωνή.
- Α Ν Ε Σ Τ Η! Ήταν δυνατή έντονη όπως μιλάει ένα φάντασμα όταν εικονίζεται στις ταινίες.
- Ποιος είσαι;
- Ε γ ω! Ήρθα αγάπη μου να σε πάρω, όπως σου υποσχέθηκα. Τότε η θάλασσα στα μάτια του έγινε μια πίστα. και εκείνος πάλι νέος έπιασε την ντάμα του σε ένα λικνιστικό χορό. Χόρευαν μαζί ασταμάτητα και αυτό συνεχίστηκε πολύ ώρα μέχρι που οι ψυχές τους έγιναν ένα σε ένα γλυκό αστρικό ταξίδι με πρωταγωνιστές εκείνον και εκείνη. Μόνο που επιστροφή στα σώματά τους δεν υπήρξε. Η ασημένια χορδή του έσπασε όπως κάνει η βάρκα του όταν λύσει και δεν μπορεί να επιστρέψει πίσω στην ακτή.
Αυτή ήταν η ζωή του άτυχου ψαρά, ο οποίος έζησε δύσκολες στιγμές αλλά χαμογέλασε άλλες τόσες. Η ζωή του θα μπορούσε να είναι η ζωή κάθε περήφανου Έλληνα που προτιμάει να πεθάνει παρά να υποταχθεί.

ΤΕΛΟΣ
__________________

* Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Καζαντζάκης.

Κλειστό Θέμα

Εργαλεία Θεμάτων
Τρόποι εμφάνισης

Δικαιώματα - Επιλογές
Δεν μπορείτε να προσθέσετε νέα threads
Δε μπορείτε να απαντήσετε
Δεν μπορείτε να προσθέσετε συνημμένα
Δεν μπορείτε
BB code είναι σε λειτουργία
Τα Smilies είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας [IMG] είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας HTML είναι εκτός λειτουργίας



Όλες οι ώρες είναι GMT +2. Η ώρα τώρα είναι 11:20.


Forum engine powered by : vBulletin Version 3.8.4
Copyright ©2000 - 2024, Jelsoft Enterprises Ltd.