Το forum του μεταφυσικού  

Επιστροφή   Το forum του μεταφυσικού > Η πόλη της FantasyGate > Το ανεξήγητο στο χώρο των τεχνών

Απάντηση στο θέμα
 
Εργαλεία Θεμάτων Τρόποι εμφάνισης
  #11  
Παλιά 01-02-07, 14:23
Το avatar του χρήστη agaliarep
agaliarep Ο χρήστης agaliarep δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 09-08-2005
Περιοχή: Mandri
Μηνύματα: 1.621
Προεπιλογή

Έργο
Στα πρώιμα έργα του ντε Κίρικο συναντώνται η χαρακτηριστική τεχνική της Μεταφυσικής Ζωγραφικής, καθώς και οι επιδράσεις των Μπαίκλιν και Κλίνγκερ, εμφανείς ειδικότερα στα πρώιμα έργα του, όπως ο Ετοιμοθάνατος κένταυρος (1909, Συλλογή Assitalia, Ρώμη). Ο ντε Κίρικο έτρεφε ιδιαίτερο θαυμασμό στα μυθικά και συμβολικά τοπία τού Μπαίκλιν καθώς και στα αινιγματικά ή άλλοτε «υπερφυσικά» χαρακτικά του Κλίνγκερ. Από νωρίς, ενσωμάτωσε στους πίνακές του μυθολογικά στοιχεία, άρηκτα συνδεδεμένα με αυτοβιογραφικές αναφορές.




Η μεταφυσική εικονογραφία του συνδέθηκε με το έργο του Νίτσε και ειδικότερα με ορισμένα από τα σημαντικότερα φιλοσοφικά κείμενά του, όπως τα Ιδού ο άνθρωπος και Τάδε έφη Ζαρατούστρας. Ο πίνακας Το αίνιγμα του χρησμού (π. 1910, Ιδιωτική συλλογή) αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της κατεύθυνσης που επρόκειτο να ακολουθήσει ο ντε Κίρικο. Στο ίδιο έργο, η μορφή που απεικονίζεται αποτελεί πιστό αντίγραφο από τον πίνακα Οδυσσέας και Καλυψώ (1882) του Άρνολντ Μπαίκλιν. Ως πρώτος «μεταφυσικός» πίνακας του ντε Κίρικο θεωρείται το Αίνιγμα ενός φθινοπωρινού απογεύματος (1910, Ιδιωτική συλλογή), έργο εμπνευσμένο από την Πλατεία Σάντα Κρότσε στη Φλωρεντία, στο οποίο για πρώτη φορά αποποιήθηκε στοιχεία αφήγησης, βασιζόμενος αποκλειστικά στα ποιητικά χαρακτηριστικά του έργου[4], ενώ παράλληλα επιχείρησε να αποδώσει την έννοια του αινίγματος που κρύβεται πίσω από την καθημερινή εμπειρία. Η αποκάλυψη μίας παράλληλης πραγματικότητας, υπήρξε ένα από τα κεντρικά θέματα της Μεταφυσικής Ζωγραφικής του[5].
Μετά τη σύντομη παραμονή του στο Τορίνο και κατά την περίοδο 1912-5, ο ντε Κίρικο φιλοτέχνησε μία σειρά έργων με τίτλο Πλατείες της Ιταλίας. Χαρακτηριστικό γνώρισμά τους είναι η κοινή θεματολογία των ερημικών πλατειών που κοσμούνται συνήθως με λιγοστές μορφές ή γλυπτά, η πολλαπλή προοπτική, καθώς και η διάχυτη ατμόσφαιρα μελαγχολίας. Σε αρκετά από τα έργα της σειράς αυτής, ο ντε Κίρικο απεικόνισε τη μορφή της μυθολογικής Αριάδνης, όπως στα έργα Μελαγχολία (1912, Ίδρυμα Eric & Salome Estorick), Αριάδνη (1913, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης Νέας Υόρκης), Το δειλινό της Αριάδνης (1913, Ιδιωτική συλλογή) και Η ανταμοιβή του μάντη (1913, Μουσείο Καλών Τεχνών Φιλαδέλφειας ΗΠΑ). Η πόλη του Τορίνου αποτέλεσε επίσης θέμα σε αρκετούς πίνακες του και ειδικότερα ο πύργος της Μόλε Αντονελιάνα (Mole Antonelianna), ένα από τα υψηλότερα κτίσματα της Ιταλίας, που αποτέλεσε πιθανότατα πηγή έμπνευσης για τα έργα Νοσταλγία του απείρου (1912, MoMA) και Ο μεγάλος πύργος (1913, Πινακοθήκη Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας).
Η παρουσία του στο Παρίσι τού εξασφάλισε την επαφή με τους ισχυρούς καλλιτεχνικούς κύκλους της πόλης και ειδικότερα με τον Γκιγιώμ Απολλιναίρ, τον Πάμπλο Πικάσο και την ομάδα των υπερρεαλιστών. Ο Απολλιναίρ υπήρξε από τους πρώτους που εκτίμησε τους πίνακες του, οι οποίοι έγιναν αντικείμενα θαυμασμού για τους καλλιτέχνες της πρωτοπορίας, ενώ ο ίδιος εξελίχθηκε σε έναν από τους «ήρωες» του υπερρεαλιστικού κινήματος[7]. Τον Οκτώβριο του 1913, ο Απολλιναίρ έγραψε στο περιοδικό L' Intransigeant μία από τις πρώτες κριτικές για το έργο του ντε Κίρικο αναφέροντας χαρακτηριστικά: «H τέχνη αυτού του νεαρού ζωγράφου είναι εσωτερική και εγκεφαλική, χωρίς να συνδέεται με εκείνη άλλων ζωγράφων που έχουν ανακαλυφθεί τα τελευταία χρόνια. Δεν πηγάζει από τον Ματίς ή από τον Πικάσο, δεν πηγάζει ούτε από τους Ιμπρεσιονιστές. Αυτή η πρωτοτυπία είναι αρκετή για να εξασφαλίσει την προσοχή μας»[8]. Στην ίδια κριτική, ο Απολλιναίρ χαρακτήρισε τους πίνακες του ντε Κίρικο ως «παράξενα μεταφυσικούς». Πολυάριθμα χειρόγραφα του ντε Κίρικο μαρτυρούν πως ο ίδιος χρησιμοποιούσε την ίδιο όρο, ήδη από το 1911, για να περιγράψει το έργο του[8]. H φιλία του με τον Απολλιναίρ αποτυπώθηκε σε μία σειρά προσωπογραφιών που φιλοτέχνησε ο ντε Κίρικο, ενώ με τη σειρά του ο Απολλιναίρ τού αφιέρωσε το ποίημα Océan de terre και κατείχε αρκετούς πίνακές του.
Το 1914 θεωρείται έτος αποκορύφωμα για την «μεταφυσική» ζωγραφική του[5], καθώς τότε ολοκλήρωσε ορισμένα από τα σημαντικότερα έργα του. Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν το Παιδικό μυαλό (1914, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Στοχόλμης), ένας από τους διασημότερους πίνακές του, που ανήκε στον Αντρέ Μπρετόν, η Προσωπογραφία του Γκιγιώμ Απολιναίρ (1914, Κέντρο Ζορζ Πομπιντού) και το Ερωτικό τραγούδι (1914, MoMA). Την περίοδο της παραμονής του στη Φεράρα, το έργο του χαρακτηρίστηκε από διαφοροποιήσεις, υιοθετώντας νέα μοτίβα και θέματα. Σε μία σειρά πινάκων απεικόνισε εσωτερικούς χώρους με παράξενα και ετερόκλητα αντικείμενα όπως γεωμετρικά όργανα, χάρτες ή γλυκίσματα σε διάφορα σχήματα, εμπνευσμένος σε ένα βαθμό από τις βιτρίνες των καταστημάτων της πόλης, που του είχαν προξενήσει μεγάλη εντύπωση[9]. Η Φεράρα αποτέλεσε επίσης το ιδανικό περιβάλλον για μία σειρά συνθέσεων που κοσμούνταν με ανδρείκελα (απρόσωπες κούκλες), μία συμβολική κατασκευή του ντε Κίρικο που είχε ξεκινήσει να χρησιμοποιεί κατά την παραμονή του στο Παρίσι, εμπνευσμένη από ένα χαρακτήρα στο δραματικό ποίημα του Σαβίνιο Les Chants de la mi-mort (Άσματα του ημιθανάτου)[5]. Τα ανδρείκελα του ντε Κίρικο, τυπικό χαρακτηριστικό της σχολής της Μεταφυσικής Ζωγραφικής, εκφράζουν κατά μία ερμηνεία τη σύγχρονη μορφή του τυφλού μάντη της αρχαιότητας[10] και απεικονίστηκαν συχνά στα έργα του, όπως στους πίνακες Ο μάντης (1914/15, MoMA) και Οι ανησυχητικές μούσες (1918, Ιδιωτική συλλογή).



Την ίδια περίοδο, ενέτεινε τις προσπάθειες διάδοσης της Μεταφυσικής Ζωγραφικής, μέσα από μία πληθώρα θεωρητικών κειμένων και άρθρων, αλλά και μέσα από τη συνεργασία του με τον Κάρλο Καρά. Στα σημαντικότερα έργα που φιλοτέχνησε την περίοδο αυτή, ανήκει Το όνειρο του Τωβία (1917/22, Ιδιωτική συλλογή), θεματολογικά εμπνευσμένο από το Βιβλίο του Τωβίτ, καθώς και τα Έκτορας και Ανδρομάχη (1917, Ιδιωτική συλλογή), Ο μεγάλος μεταφυσικός (1917, Ιδιωτική συλλογή) και η Ευαγγελική νεκρή φύση (1916, Μουσείο Καλών Τεχνών, Οζάκα).
Το 1919, σημειώθηκε μία νέα σημαντική αλλαγή στην καλλιτεχνική του πορεία, καθώς ο ντε Κίρικο στράφηκε επίμονα στη μελέτη των Ιταλών κλασικών Δασκάλων. Σε ένα δοκίμιο που δημοσίευσε το Νοέμβριο του 1919 στο περιοδικό Valori Plastici, με τίτλο Επιστροφή στη δεξιότητα (ιταλ. Il ritorno al mestiere), κήρυξε με σαφήνεια την επιστροφή του στην παραδοσιακή εικονογραφία, δηλώνοντας την επιθυμία του να αποτελέσει ένα «κλασικό ζωγράφο». Στο δοκίμιο του, ο ντε Κίρικο εξέφρασε αναλυτικά τις νέες ιδέες που διαμόρφωνε καταλήγοντας πως ο ίδιος επιθυμούσε να σφραγίζεται όλο το έργο του με τις τρεις λέξεις Pictor classicus sum[11]. Στα επόμενα έργα του διαμόρφωσε ένα νεοκλασικό ύφος, προσπαθώντας να μιμηθεί τους δασκάλους της ιταλικής αναγέννησης, με χαρακτηριστικό δείγμα γραφής τον πίνακα Αποχαιρετισμός στους Αργοναύτες (π. 1920, Ιδιωτική συλλογή). Η δεκαετία του 1920, υπήρξε για τον ντε Κίρικο περίοδος συνεχών αλλαγών και έντονων αναζητήσεων. Στο διάστημα αυτό, οι «μεταφυσικοί» πίνακες που είχε φιλοτεχνήσει νωρίτερα, ανακαλύπτονταν από την ομάδα των Γάλλων υπερρεαλιστών. Αρκετοί καλλιτέχνες που ανήκαν στο υπερρεαλιστικό κίνημα αναγνώρισαν την επίδραση του ντε Κίρικο στο έργο τους, όπως ο Ρενέ Μαγκρίτ, ο Υβ Τανγκύ και ο Μαξ Ερνστ. Ο Αντρέ Μπρετόν, στο δοκίμιο με τίτλο Giorgio de Chirico που δημοσίευσε το 1920, αναγνώριζε στο πρόσωπο του μία ηγετική φυσιογνωμία στη διαμόρφωση μίας νέας μυθολογίας. H ομάδα των υπερρεαλιστών αναγνώρισε την αξία των έργων της περιόδου 1910-19, όταν σύμφωνα με τον Ζοζέ Πιερ ο ντε Κίρικο αποτελούσε «ιδανικό πρότυπο του υπερρεαλιστή καλλιτέχνη», ωστόσο απέρριψαν τα μεταγενέστερα έργα του, με εξαίρεση το μυθιστόρημα Εβδόμερος[14]. Η διάσταση των απόψεων του ντε Κίρικο με τους υπερρεαλιστές επισημοποιήθηκε το 1926, όταν στο έβδομο τεύχος τής περιοδικής έκδοσης της ομάδας La Révolution Surréaliste, ο Μπρετόν τον χαρακτήρισε ως μία «μεγαλοφυΐα που χάθηκε»[15].
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο ντε Κίρικο φιλοτέχνησε μία σειρά πινάκων στο ύφος του Ρενουάρ, σε μία χρονική περίοδο που γενικά η τέχνη του γνώρισε αρκετές αλλαγές, υιοθετώντας επίσης ένα είδος ακαδημαϊκού ρεαλισμού. Ξεχωριστή θέση κατέχουν οι πίνακες της σειράς των Μυστηριωδών λουτρών που ξεκίνησε να φιλοτεχνεί από το 1934 και παρουσιάστηκε δύο χρόνια αργότερα στη Νέα Υόρκη. Χαρακτηρίζονται από την επαναλαμβανόμενη απεικόνιση υδάτινων επιφανειών, με παρουσία γυμνών κολυμβητών και ανδρών με κοστούμια. O ντε Κίρικο εμπνεύστηκε τα Μυστηριώδη λουτρά από τον Μαξ Κλίνγκερ και αποτέλεσαν το καταληκτικό σημείο στην πορεία του προς ανανέωση της φόρμας και την αναζήτηση νέων μοτίβων[16]. Το 1929, εκδόθηκε το σημαντικότερο λογοτεχνικό έργο του, το μυθιστόρημα Εβδόμερος. Οι κριτικοί διαφωνούν ως προς το λογοτεχνικό είδος που πραγματικά αντιπροσωπεύει, ενώ χαρακτηριστικά ο λογοτέχνης και κριτικός Τζόρτζιο Μανγκανέλι το όρισε ως «μία αποθήκη εικόνων» θεωρώντας ότι δεν αποτελεί αφηγηματικό μυθιστόρημα[17]. Η υπερρεαλιστική ομάδα το υποδέχθηκε θερμά, παρά το γεγονός πως είχε διακοπεί η επαφή της με τον ντε Κίρικο.
Μετά την επιστροφή του στο Μιλάνο, στα τέλη του 1939, καταπιάστηκε με έργα νεομπαρόκ ύφους, εμπνευσμένα από αντίστοιχα του Ρούμπενς ή του Βελάσκεθ, τα οποία και παρουσίασε το 1942 στη Μπιενάλε της Βενετίας. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της τεχνοτροπίας που ακολούθησε τα επόμενα χρόνια αποτελεί ο πίνακας Λουόμενες (1945, Ίδρυμα Τζόρτζιο και Ίζα ντε Κίρικο). Το 1971 ξεκίνησε η καταλογογράφηση του έργου του, από τον Claudio Bruni Sakraischik, ενώ δύο χρόνια αργότερα, εκδόθηκε η πρώτη ανθολογία κειμένων του από τον Wienland Schmied.


Απάντηση με παράθεση
  #12  
Παλιά 02-02-07, 09:05
Το avatar του χρήστη agaliarep
agaliarep Ο χρήστης agaliarep δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 09-08-2005
Περιοχή: Mandri
Μηνύματα: 1.621
Προεπιλογή

Ο Υπερρεαλισμός (ή σουρρεαλισμός) είναι καλλιτεχνικό κίνημα που αναπτύχθηκε κυρίως στη Γαλλία στις αρχές του 20ου αιώνα και ειδικότερα στην περίοδο μεταξύ του πρώτου και δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Πολλοί από τους πρώιμους υπερρεαλιστές προήλθαν από το προγενέστερο κίνημα του Ντανταϊσμού. Ο υπερρεαλισμός, στη φύση του επαναστατικό κίνημα, επιδίωξε πολλές ριζοσπαστικές αλλαγές στο χώρο της τέχνης αλλά και της σκέψης γενικότερα. Θεωρείται πως άσκησε (και ασκεί ακόμη) επίδραση σε μεταγενέστερα καλλιτεχνικά ρεύματα.
Ορισμός
Ο όρος υπερρεαλισμός (ή σουρρεαλισμός, όπως εναλλακτικά ονομάζεται) εμφανίζεται για πρώτη φορά στα 1917 και ανήκει στον περίφημο Γάλλο ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ. Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζει το παράδοξο θεατρικό έργο του Οι Μαστοί του Τειρεσία (Les Mamelles de Tiresias), ως "υπερρεαλιστικό δράμα" (drame surrealiste). Σύμφωνα με τον Απολλιναίρ, ο όρος αυτός δηλώνει τον αναλογικό τρόπο με τον οποίο μπορεί να αποδοθεί η πραγματικότητα. Όταν λόγου χάρη ο άνθρωπος θέλησε να μιμηθεί το βάδισμα δεν εφηύρε τα μηχανικά πόδια αλλά τον τροχό. Με τον ίδιο τρόπο συμπεριφέρεται και ο ποιητής: όταν θέλει να μεταδώσει κάποιες ιδέες, πρέπει να το κάνει όχι αντιγράφοντας τον κόσμο και τις καταστάσεις του στατικά και νατουραλιστικά, αλλά δυναμικά, με τρόπο αναλογικό και δημιουργική φαντασία. Ο Απολλιναίρ δεν χρησιμοποίησε τότε τον όρο έχοντας στο μυαλό του μια ολόκληρη καλλιτεχνική σχολή ή θεωρία και ενδεχομένως ο σουρρεαλισμός να είχε παραμείνει ένας πολύ ειδικός και ακαδημαϊκός όρος (όπως π.χ ο Γκονγκορισμός ή ο Ευφυϊσμός), αν ο Αντρέ Μπρετόν δεν είχε ενσωματώσει μετέπειτα στον υπερρεαλισμό όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θεμελίωσαν το υπερρεαλιστικό κίνημα (οι θεωρίες του Φρόυντ για τα όνειρα, το ασυνείδητο, ο αυτοματισμός κ.ο.κ).
Στο ίδιο το Σουρρεαλιστικό Μανιφέστο που δημοσιεύτηκε το 1924, ο Μπρετόν δίνει στη λέξη τον ακόλουθο ορισμό:
ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ, ουσ. αρ. Καθαρός ψυχικός αυτοματισμός που χρησιμοποιείται για να εκφραστεί προφορικά ή γραπτά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, η πραγματική λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης έξω από κάθε έλεγχο της λογικής και πέρα από κάθε αισθητική ή ηθική μέριμνα.

Συχνά ο όρος υπερρεαλισμός χρησιμοποιείται με διαφορετικούς τρόπους για να υποδηλώσει κάτι φανταστικό, αλλόκοτο, παράλογο ή τρελό. Η απλοϊκή αυτή χρήση του όρου είναι σαφώς ανεπαρκής στο χώρο της τέχνης -έχει παρόλα αυτά ενσωματωθεί στην καθομιλουμένη (π.χ. "...ήταν μια εντελώς σουρρεαλιστική σκηνή!")
Απάντηση με παράθεση
  #13  
Παλιά 02-02-07, 09:18
Το avatar του χρήστη agaliarep
agaliarep Ο χρήστης agaliarep δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 09-08-2005
Περιοχή: Mandri
Μηνύματα: 1.621
Προεπιλογή

Ο Νίκος Εγγονόπουλος (21 Οκτωβρίου 1907 - 31 Οκτωβρίου 1985) ήταν Έλληνας ζωγράφος, σκηνογράφος και ποιητής. Θεωρείται ένας από τους μείζονες εκπροσώπους της γενιάς του 30' ενώ αποτέλεσε και έναν από τους κύριους εκφραστές του υπερρεαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα μεταφράσεις, κριτικές μελέτες και δοκίμια.




Βιογραφικά στοιχεία


Γεννήθηκε το 1907 στην Αθήνα και πραγματοποίησε τις βασικές του σπουδές, εσωτερικός σε Λύκειο του Παρισιού. Το 1927 υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία και μετά την απόλυσή του εργάστηκε ως μεταφραστής σε τράπεζα και γραφέας στο Πανεπιστήμιο, ενώ το 1930 διορίστηκε στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων ως σχεδιαστής στη Διεύθυνση Σχεδίων Πόλεων.
Το 1932 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών όπου μαθήτευσε κοντά στον Κωνσταντίνο Παρθένη ενώ παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα βυζαντινής τέχνης και στο εργαστήριο του Φώτη Κόντογλου και Α.Ξυγγόπουλου, μαζί με τον Γιάννη Τσαρούχη. Την ίδια περίοδο γνωρίστηκε με άλλους σημαντικούς καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Γιάννης Μόραλης και ο Τζόρτζιο ντε Κίρικο. Σε όλο το διάστημα των σπουδών ζωγραφικής, ο Εγγονόπουλος παρέμεινε στην θέση του στο Υπουργείο και το 1934 τοποθετήθηκε στην Τοπογραφική Υπηρεσία όπου μετά έξι χρόνια μονιμοποιήθηκε με τον βαθμό του Σχεδιαστή Α' Τάξεως.
Τα πρώτα δείγματα της ζωγραφικής του παρουσιάστηκαν το 1938 στην Έκθεση Τέχνη της Νεοελληνικής Παραδόσεως και αποτελούσαν έργα που απεικόνιζαν παλαιά σπίτια της Δυτικής Μακεδονίας. Την ίδια χρονιά σημειώθηκε και η είσοδος του στα ελληνικά γράμματα, αρχικά με την δημοσίευση μεταφράσεων σε ποιήματα του Τριστάν Τζαρά και λίγο αργότερα, τον Ιούνιο του 1938, την κυκλοφορία της πρώτης του ποιητικής συλλογής με τον τίτλο Μην ομιλείτε εις τον οδηγό.




Το Σεπτέμβριο του 1939 εκδόθηκε η δεύτερη ποιητική συλλογή του Τα Κλειδοκύμβαλα της Σιωπής ενώ το Νοέμβριο πραγματοποιήθηκε η πρώτη ατομική έκθεση ζωγραφικής του, στο σπίτι του Νίκου Καλαμάρη. Την ίδια περίοδο εργάστηκε για την παράσταση της Ηλέκτρας του Σοφοκλή στο Θέατρο Κοτοπούλη, σχεδιάζοντας τα κοστούμια των ηθοποιών και συμμετείχε σε ομαδική έκθεση Ελλήνων καλλιτεχνών στη Νέα Υόρκη.
Το 1945 αποσπάστηκε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ως βοηθός στην έδρα Διακοσμητικής και Ελευθέρου Σχεδίου, θέση που διατήρησε μέχρι το 1956. Στα 1949 συμμετείχε στην ίδρυση του καλλιτεχνικού ομίλου Αρμός με σκοπό την προώθηση μιας σύγχρονης αισθητικής πρότασης στον ελληνικό χώρο, μαζί με άλλα μέλη στα οποία περιλαμβάνονταν οι ζωγράφοι Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Μόραλης και Τσαρούχης. Παράλληλα εργάστηκε στο Υπουργείο Οικισμού και Ανοικοδομήσεως και σε συνεργασία με την αρχιτεκτονική ομάδα του Πικιώνη σχεδιάζε νέα κτίρια.
Τα επόμενα χρόνια, συμμετείχε σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις ενώ το 1954 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην 27η Μπιενάλε της Βενετίας με συνολικά 72 έργα του. Την ίδια περίοδο, εκλέχθηκε μόνιμος επιμελητής του Πολυτεχνείου και παραιτήθηκε οριστικά από το Υπουργείο Δημοσίων Έργων. Το 1958 του απονεμήθηκε το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας για την ποιητική συλλογή Εν Ανθηρώ Έλληνι Λόγω ενώ το 1966 τιμήθηκε για το ζωγραφικό του έργο από τον Βασιλέα Κωνσταντίνο Β΄ με το παράσημο Χρυσούς Σταυρός του Γεωργίου Α'. Το κρατικό βραβείο ποίησης θα του απονεμηθεί αργότερα για δεύτερη φορά το 1979 καθώς και το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικος. Υπήρξε μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου, της Ελληνικής Εταιρίας Αισθητικής, της Societe Europeennee de Culture κ.ά. Μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών (οδού Αναγνωστοπούλου).
Πίνακές του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη, στις Δημοτικές Πινακοθήκες Αθηνών, Ρόδου, Θεσσαλονίκης, στο Μουσείο Θεάτρου στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και σε ιδιωτικές συλλογές.



Πέθανε το 1985 από ανακοπή καρδιάς και η κηδεία του πραγματοποιήθηκε δημοσία δαπάνη στο Α' Νεκροταφείο της Αθήνας.
Ποιήματά του Εγγονόπουλου έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, ισπανικά, δανικά, πολωνικά, ουγγρικά και τη βενετική διάλεκτο. Επιπλέον έχουν μελοποιηθεί από το Νίκο Μαμαγκάκη και τον Αργύρη Κουνάδη, ο οποίος έγραψε τη μουσική υπόκρουση στο ποίημα Μπολιβάρ για το δίσκο της εταιρίας Διόνυσος, σε απαγγελία του ίδιου του Εγγονόπουλου.

Εργογραφία

Ποίηση
• Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος, 1999, ISBN 960-7721-45-4
• Στην κοιλάδα με τους ροδώνες, εκδ. Ίκαρος, 1978, ISBN 960-7233-03-4
• Μπολιβάρ, εκδ. Ίκαρος, 1978 ISBN 960-7233-38-7
• Το μέτρον: ο άνθρωπος. Πέντε ποιήματα και δέκα πίνακες, εκδ. Ύψιλον, 2005

Πεζά
• Ν. Εγγονόπουλος, Πεζά κείμενα, εκδ. Ύψιλον, 1987
Δισκογραφία
• Ο Εγγονόπουλος διαβάζει Εγγονόπουλο, Διόνυσος
Βιβλιογραφία
• Ν. Εγγονόπουλος (επιμ. Γ. Κεντρωτής), Οι άγγελοι στον παράδεισο μιλούν ελληνικά. Συνεντεύξεις, σχόλια και γνώμες, εκδ. Ύψιλον, 1999
• Ν. Εγγονόπουλος (επιμ. Δ. Δασκαλόπουλος), Και σ' αγαπώ παράφορα. Γράμματα στή Λένα: 1959-1967, εκδ. Ίκαρος
• Σχέδια και χρώματα (επιμ. Ερριέτη Εγγονοπούλου), εκδ. Ύψιλον, 1996


Απάντηση με παράθεση
  #14  
Παλιά 02-02-07, 09:34
Το avatar του χρήστη agaliarep
agaliarep Ο χρήστης agaliarep δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 09-08-2005
Περιοχή: Mandri
Μηνύματα: 1.621
Προεπιλογή

Και όταν μιλάμε για μεταφυσικό, τι πιο μεταφυσικό από τον Χριστιανισμό που μιλάει για την Κάθοδο του Θεού στην γη…
Και ο μεγαλύτερος εκπρόσωπος του θέματος…

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (1541 - 7 Απριλίου 1614), γνωστός επίσης με τo ιταλικό προσωνύμιο El Greco[i], δηλαδή ο Έλληνας, ήταν Kρητικός ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας της Ισπανικής αναγέννησης. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την πατρίδα του, δημιουργώντας το κύριο σώμα του έργου του στην Ιταλία και στην Ισπανία. Εκπαιδεύτηκε αρχικά ως αγιογράφος στην Κρήτη, που αποτελούσε τότε τμήμα της ενετικής επικράτειας, και αργότερα ταξίδεψε στη Βενετία. Στην Ιταλία επηρεάστηκε από τους μεγαλύτερους δασκάλους της ιταλικής τέχνης, όπως τον Τιντορέτο και τον Τιτσιάνο, του οποίου υπήρξε μαθητής, υιοθετώντας στοιχεία από τον μανιερισμό. Το 1577 εγκαταστάθηκε στο Τολέδο, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ολοκλήρωσε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα του.
Υφολογικά, η τεχνοτροπία του Ελ Γκρέκο θεωρείται έκφραση της Βενετικής σχολής και του μανιερισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα[1]. Παράλληλα χαρακτηρίζεται από προσωπικά στοιχεία, προϊόντα της τάσης του για πρωτοτυπία, τα οποία όμως δεν βρήκαν μιμητές στην εποχή του, γεγονός που δεν ευνόησε και τη συνέχειά τους. Η μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε τον μανιερισμό, αλλά και τα αμέσως μεταγενέστερα καλλιτεχνικά ρεύματα που δεν αντιμετώπισαν ευμενώς το ύφος του, είχαν ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί το έργο του Γκρέκο τους επόμενους αιώνες. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αναγνωρίστηκε ως πρόδρομος της μοντέρνας τέχνης που αξιοποίησε στοιχεία της Ανατολικής και Δυτικής παράδοσης, και το έργο του επανεκτιμήθηκε, διατηρώντας μέχρι σήμερα δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους μείζονες ζωγράφους όλων των εποχών.



Βιογραφία
Νεανικά χρόνια
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε πιθανότατα το 1541 στον Χάνδακα[ii], το σημερινό Ηράκλειο της Κρήτης, την εποχή της Βενετοκρατίας. Η ημερομηνία γέννησης του προκύπτει όχι από κάποιο επίσημο έγγραφο της εποχής αλλά με βάση μία ιδιόχειρη σημείωση του, σύμφωνα με την οποία το 1606 ήταν 65 ετών. Ο πατέρας του, Γεώργιος Θεοτοκόπουλος, ήταν φοροσυλλέκτης και έμπορος. Για τη μητέρα του δεν διαθέτουμε πληροφορίες, ενώ άγνωστη παραμένει και η ταυτότητα μίας ενδεχόμενης πρώτης, Ελληνίδας συζύγου του. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Μανούσο Θεοτοκόπουλο (1531-1604), ο οποίος ακολούθησε το επάγγελμα τού πατέρα τους.
Ο Θεοτοκόπουλος εκπαιδεύτηκε ως αγιογράφος, γεγονός που πιστοποιείται από ένα δημόσιο έγγραφο του 1563, ενώ θα πρέπει να μελέτησε από νεαρή ηλικία την αρχαία ελληνική και κλασική γραμματεία, κρίνοντας από την πλούσια βιβλιοθήκη[iii] που κληροδότησε μετά το θάνατό του. To όνομα του πρώτου δασκάλου του δεν είναι γνωστό, αν και το όνομα του Ιωάννη Γριπιώτη (1516-69) έχει προταθεί. Στην Κρήτη, που από το 1211 αποτελούσε μέρος της ενετικής επικράτειας, οι ζωγράφοι και οι αγιογράφοι συνδύαζαν το βυζαντινό ιδίωμα με τις Δυτικές επιρροές, φιλοτεχνώντας φορητές κυρίως εικόνες και διαμορφώνοντας τη λεγόμενη «Κρητική σχολή». Στο Χάνδακα εργάζονταν κατά το 16ο αιώνα περίπου διακόσιοι ζωγράφοι, οργανωμένοι σε συντεχνίες σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα. Ο Θεοτοκόπουλος εξοικειώθηκε από νωρίς με έργα καλλιτεχνών της Αναγέννησης που κυκλοφορούσαν στη βενετοκρατούμενη Κρήτη και από το 1563 εξασκούσε επίσημα το επάγγελμα του ζωγράφου. Η πληροφορία αυτή εκμαιεύεται από μία αναφορά στο όνομα του σε επίσημο έγγραφο της εποχής, στην οποία περιγράφεται ως δάσκαλος (maestro Domenigo).



Μία από τις πρώτες πληροφορίες που διαθέτουμε για κάποιο έργο του προέρχεται επίσης από άλλο έγγραφο του 1566, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε στον Θεοτοκόπουλο άδεια για να πουλήσει με λαχνό μία εικόνα που εκτιμήθηκε στα 70 δουκάτα, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό για την εποχή και ειδικότερα για έναν νέο καλλιτέχνη[4][5].
Με δεδομένο πως στην εποχή του συνυπήρχαν στην Κρήτη Ορθόδοξοι και Καθολικοί, παραμένει αμφιλεγόμενο σε ποιό από τα δόγματα αυτά ανήκε η οικογένειά του. Θεωρείται πιθανότερο πως ήταν ορθόδοξη[5], εκδοχή που στηρίζεται σε μελέτες αρχειακών και νομικών εγγράφων, σύμφωνα με τις οποίες ένας θείος του ήταν ορθόδοξος ιερέας, ενώ το όνομα τού Δομήνικου Θεοτοκόπουλου δεν καταγράφεται στα αρχεία των βαφτίσεων της Καθολικής Εκκλησίας στην Κρήτη[2]. Διαφορετικές πηγές κάνουν επίσης λόγο για πιθανή καταγωγή του από καθολική οικογένεια[1]. Ορισμένοι μελετητές εκτιμούν πως ο Θεοτοκόπουλος ασπάστηκε αργότερα το καθολικό δόγμα, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθήκη του, στην οποία ανέφερε πως υπήρξε «πιστός Καθολικός». Η διαθήκη αυτή έχει αμφισβητηθεί, συνυπολογίζοντας την υποχρέωση του να τη συντάξει σύμφωνα με τις επιταγές της Ιεράς Εξέταξης.
Απάντηση με παράθεση
  #15  
Παλιά 02-02-07, 09:57
Το avatar του χρήστη agaliarep
agaliarep Ο χρήστης agaliarep δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 09-08-2005
Περιοχή: Mandri
Μηνύματα: 1.621
Προεπιλογή

Ιταλία
Με δεδομένο πως η Κρήτη ανήκε στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βενετίας, ήταν φυσιολογική η εγκατάστασή του στη Βενετία για τη συνέχιση των σπουδών του. Η ακριβής χρονολογία άφιξής του δεν είναι γνωστή, ωστόσο εκτιμάται πως εγκατέλειψε την Κρήτη το 1567.
Έζησε στη Βενετία περίπου μέχρι το 1570 επιχειρώντας να ακολουθήσει τα πρότυπα των καλλιτεχνών που κυριαρχούσαν στη καλλιτεχνική ζωή της πόλης, μεταξύ αυτών ο Τιτσιάνο και ο Τιντορέτο. Την ίδια περίοδο υιοθέτησε την τεχνική της ελαιογραφίας, ζωγραφίζοντας πλέον σε μουσαμά και εγκαταλείποντας το ξύλο. Ένα από τα έργα που αποτυπώνουν τη μετάβαση του Θεοτοκόπουλου από το βυζαντινό στο Δυτικό ιδίωμα, είναι το Τρίπτυχο της Μοντένα (π. 1560-1565) το οποίο περιλάμβανε στοιχεία εμφανώς εμπνευσμένα από τα πρότυπα που κυριαρχούσαν στην Ιταλία, συνυφασμένα με θέματα επηρεασμένα από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.
Το 1570 βρέθηκε στη Ρώμη, γεγονός που μας αποκαλύπτεται από σχετική επιστολή του ζωγράφου Τζούλιο Κλόβιο, μέσα από την οποία συστήνει τον Θεοτoκόπουλο στον προστάτη του, καρδινάλιο Αλεσάντρο Φαρνέζε, περιγράφοντάς τον ως έναν «νεαρό από τον Χάνδακα, μαθητή του Τιτσιάνο» και «σπάνιο ταλέντο στη ζωγραφική». Πιθανά προκειμένου να ανταποδώσει την εξυπηρέτηση, ο Ελ Γκρέκο πραγματοποίησε μία ημίσωμη προσωπογραφία του Κλόβιο, η οποία αποτελεί και την παλαιότερη προσωπογραφία του που διασώζεται μέχρι σήμερα.



Στη Ρώμη, ο Θεοτοκόπουλος, όπως και άλλοι διακεκριμένοι ζωγράφοι, ήρθε αντιμέτωπος με τον σκληρό ανταγωνισμό που επικρατούσε την εποχή εκείνη, την ίδια στιγμή που δέσποζε η παρουσία του Τιτσιάνο και εξακολουθούσε να ασκεί επίδραση το έργο του Μιχαήλ Άγγελου, έξι χρόνια μετά το θάνατό του. Η σχέση τού Γκρέκο με το έργο του τελευταίου παραμένει αμφιλεγόμενη. Σύμφωνα με μία ανεκδοτολογική αναφορά που δεν επιβεβαιώνεται, πρότεινε στον πάπα Πίο Ε' να φιλοτεχνήσει πάνω στην Δευτέρα Παρουσία του Μιχαήλ Άγγελου, έργο με το οποίο είχε διακοσμήσει την Καπέλα Σιξτίνα[8]. Όταν αργότερα τού ζητήθηκε να εκφέρει την άποψή του για τον Μιχαήλ Άγγελο, ο Θεοτοκόπουλος απάντησε πως τον θεωρούσε έναν καλό άνθρωπο, ο οποίος όμως δεν γνώριζε να ζωγραφίζει[9]. Ο Φρανθίσκο Πατσέκο επίσης αναφέρει δυσμενή σχόλια του Γκρέκο για τον Μιχαήλ Άγγελο, κατά τη διάρκεια συνάντησής τους στο Τολέδο, λίγο πριν το θάνατο του.
Από την άλλη πλευρά, η επίδραση που τού άσκησε θεωρείται δεδομένη. Οι προσωπογραφίες των Τιτσιάνο, Μιχαήλ Άγγελου, Κλόβιο και Ραφαήλ που φιλοτέχνησε στο έργο Η εκδίωξη των εμπόρων, έχουν ερμηνευτεί ως επιθυμία του να αποδώσει ένα φόρο τιμής σε αυτούς, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την αξία τους.
Φαίνεται ωστόσο πως ο Γκρέκο έδειξε μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο δυναμισμό του Κορέτζιο και την κομψότητα των έργων του Παρμιτζανίνο.
Στο Παλάτσο Φαρνέζε γνώρισε τον ουμανιστή βιβλιοθηκάριο του Φαρνέζε, Φούλβιο Ορσίνι, ο οποίος υπήρξε υποστηρικτής του Γκρέκο και στη συλλογή του βρέθηκαν αργότερα επτά έργα του. Δουλεύοντας στην υπηρεσία του Αλεσάντρο Φαρνέζε, δεν είχε σημαντικές ευκαιρίες να αναδείξει το ταλέντο του και ανέλαβε τελικά λίγες παραγγελίες. Το 1572 αποπέμφθηκε τελικά από το Παλάτσο Φαρνέζε, γεγονός που πιστοποιείται από μία επιστολή του Θεοτοκόπουλου, με ημερομηνία 6 Ιουλίου 1572, στην οποία διαμαρτύρεται για την άδικη εκδίωξή του από το παλάτι. Στις 18 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, κατέθεσε αίτηση για να γίνει μέλος της συντεχνίας ζωγράφων του Αγίου Λουκά, με το όνομα Domenico Greco, αποφασίζοντας προφανώς να ακολουθήσει σταδιοδρομία ανεξάρτητου και αυτόνομου καλλιτέχνη. Συνολικά, οι πίνακες που φιλοτέχνησε στην Ιταλία ακολούθησαν τα αναγεννησιακά πρότυπα του 16ου αιώνα στη Βενετία, ειδικότερα σε ότι αφορά την απόδοση του φωτός ή την έμφαση στο χρώμα, παραμερίζοντας το βυζαντινό ιδίωμα και υιοθετώντας μία διαφορετική τεχνική και στοιχεία του μανιερισμού.



Ισπανία
Το 1577 καταγράφεται η παρουσία του Γκρέκο στην Ισπανία, χωρίς να διαθέτουμε πολλές πληροφορίες για τις δραστηριότητές του την περίοδο 1572-76 στην Ιταλία. Αρχικά εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη και αργότερα στο Τολέδο, πόλη που αποτελούσε τότε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Ισπανίας, με περίπου 62.000 κατοίκους το 1571. Εκεί δημιούργησε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα της ώριμης περιόδου του και γνώρισε την καθιέρωση. Στις πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε ανήκαν τρία ρετάμπλ για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου και ο πίνακας Ο Διαμερισμός των Ιματίων του Χριστού (1577-79) που μεταφέρθηκε στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού της πόλης. Συμμετείχε επίσης στο εικονογραφικό πρόγραμμα για το Ανάκτορο του Εσκοριάλ, το οποίο υπήρξε ενδεχομένως και ο κύριος λόγος για τον οποίο εγκαταστάθηκε στην Ισπανία[12], επιδιώκοντας να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά. Ο Φίλιππος Β' της Ισπανίας επέλεξε αρχικά το ζωγράφο Χουάν Φερνάντες δε Ναβαρέτε να διακοσμήσει την εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου, ωστόσο μετά το θάνατό του, ανέθεσε το έργο στον Θεοτοκόπουλο. Εκείνος ολοκλήρωσε το έργο Το Μαρτύριο του Αγίου Μαυρίκιου (1580-82), το οποίο όμως δεν ικανοποίησε το βασιλιά, με αποτέλεσμα να μην τοποθετηθεί στην εκκλησία του Εσκοριάλ, πιθανώς γιατί δεν ήταν συμβατός με το πνεύμα που επιζητούσε ο ίδιος να κυριαρχεί[v]. Το γεγονός πως δεν κατάφερε να αποτελέσει μέλος τής βασιλικής αυλής, οδήγησε τελικά στη σύσφιξη των σχέσεών του με την πόλη του Τολέδου. Ο Παραβιθίνο τόνισε τη στενή σχέση του με την ισπανική πόλη, σε ένα σονέτο που συνέθεσε το 1614 προς τιμή τού Θεοτοκόπουλου, όπου αναφέρει πως «ζωή πήρε από την Κρήτη και χρωστήρες, πιο ωραία πατρίδα βρήκε στο Τολέδο, απ' όπου ξεκινά την αιωνιότητα να κατακτήσει διά του θανάτου»[15]. Εκεί απέκτησε ένα γιο, τον Χόρχε Μανουέλ (Γεώργιος Εμμανουήλ), με την Χερόνιμα ντε λας Κουέβας (Doña Jerónima de Las Cuevas) [vi]. Συνεργάστηκε με αρκετούς παραγγελιοδότες, όπως τον μοναχό και καθηγητή ρητορικής Ορτένσιο Φέλιξ Παραβιθίνιο (1580-1633), το νομομαθή Χερόνιμο δε Θεβάγιος (1562-1644) ή τον φίλο του και λόγιο της εποχής Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας (1524-1602).
To 1586, ο ιερέας της ενορίας του Αγίου Θωμά, τού ανέθεσε την παραγγελία για τον πίνακα Η Ταφή του Κόμη Οργκάθ, που συνιστά μέχρι σήμερα ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του. Στις σημαντικότερες παραγγελίες που ανέλαβε στο Τολέδο ανήκει επίσης ένα ρετάμπλ που φιλοτέχνησε για το Ίδρυμα της Doña María de Aragon στη Μαδρίτη, καθώς και η διακόσμηση του παρεκκλησίου του Αγίου Ιωσήφ (Capilla de San Jose), που προέβλεπε δύο θρησκευτικές συνθέσεις και δύο γλυπτά των Δαβίδ και Σολομώντα. Το εργαστήριο του γνώρισε μέγιστη ακμή κατά την περίοδο 1600-1607, ενώ συνεργάτης του υπήρξε από το 1597 και ο γιος του, το όνομα του οποίου αναφέρεται σε αρκετά έγγραφα της εποχής. Την περίοδο 1603-07, ο Χόρχε Μανουέλ ανέλαβε να φιλοτεχνήσει ορισμένα έργα που προορίζονταν για το νοσοκομείο Καριδάδ στο Ιγιέσκας, παραγγελία που οδήγησε τελικά σε μία οικονομική διαμάχη, καθώς οι παραγγελιοδότες δεν έμειναν ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Η τελευταία παραγγελία που ανέλαβε ο Θεοτοκόπουλος ήταν για το νοσοκομείο Ταβέρα του Τολέδου, για την οποία συνεργάστηκε με το γιο του. Πέθανε στις 7 Απριλίου του 1614, πριν ολοκληρώσει το έργο και αρχικά θάφτηκε στην εκκλησία του Αγίου Δομήνικου στο Τολέδο. Το 1619, ο γιος του μετέφερε το λέιψανό του στην εκκλησία του Σαν Τορκουάτο, η οποία αργότερα κατεδαφίστηκε με αποτέλεσμα να χαθεί το φέρετρό του. Στην απογραφή που συνέταξε ο γιος του μετά το θάνατο τού Γκρέκο, αναφέρονταν 143 ολοκληρωμένοι πίνακες, 45 γύψινα ή πήλινα προπλάσματα, 150 σχέδια, 30 σχέδια για ρετάμπλ καθώς και 200 χαρακτικά έργα.

Απάντηση με παράθεση
  #16  
Παλιά 02-02-07, 10:11
Το avatar του χρήστη agaliarep
agaliarep Ο χρήστης agaliarep δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 09-08-2005
Περιοχή: Mandri
Μηνύματα: 1.621
Προεπιλογή

Έργο
Κρήτη και Ιταλία
Στην πρώιμη δημιουργική περίοδο τού Γκρέκο ανήκουν τα έργα που φιλοτέχνησε στην Κρήτη και στη Βενετία, για πολλά από τα οποία είναι δύσκολο να καθοριστεί αν ολοκληρώθηκε στον Χάνδακα ή στην ιταλική πόλη. Η Κοίμηση της Παναγίας (π. 1567, Εκκλησία της Κοίμησης της Παναγίας) που ανακαλύφθηκε το 1983 στη Σύρο και αποτελεί το πρώτο σωζόμενο έργο του με την υπογραφή του, καθώς και η φορητή εικόνα Ο ευαγγελιστής Λουκάς ζωγραφίζοντας την Παναγία (1560-67, Μουσείο Μπενάκη), αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών για την τεχνοτροπία του νεαρού Θεοτοκόπουλου. Η τεχνική και το ύφος των εικόνων διαπνέονται από μεταβυζαντινά στοιχεία, χωρίς όμως να απουσιάζουν και πρωτότυπα χαρακτηριστικά, όπως η υποτυπώδης απόδοση της τρίτης διάστασης ή του προοπτικού βάθους και τα έντονα χρώματα. Τα μοτίβα της δυτικής τέχνης είναι περισσότερο εμφανή σε άλλα έργα της ίδιας περιόδου, όπως στην Προσκύνηση των Μάγων (1565-67, Μουσείο Μπενάκη) και κυρίως στο Τρίπτυχο της Μόντενα (1560-65, Estense).
Στα τελευταία χρόνια παραμονής του στη Βενετία, ανήκει ο πίνακας Θεραπεία του Τυφλού (περ. 1565, Πινακοθήκη Δρέσδης), έργο που χαρακτηρίζεται από την επίδραση του Τιντορέτο, ως προς τη διάταξη των μορφών αλλά και την απόδοση των κτιρίων που φαίνονται στο βάθος[17]. Σε άλλα έργα, όπως ο Μυστικός Δείπνος (περ. 1568, Εθνική Πινακοθήκη Μπολόνιας) είναι εμφανής η διάθεσή του να αναπαραστήσει με φυσικό τρόπο την κίνηση των σωμάτων και τη θέση τους στο χώρο[1].
Την περίοδο της παραμονής του στη Ρώμη, ο Γκρέκο εξασφάλισε την αναγνώρισή του κυρίως μέσα από το είδος της προσωπογραφίας, στο οποίο ξεχωρίζουν τα πορτρέτα που φιλοτέχνησε για τον Τζούλιο Κλόβιο (Μουσείο Καποντιμόντε, Νάπολη) και τον στρατιωτικό Βιτσέντζο Αναστάζι (Συλλογή Frick, Νέα Υόρκη). Ο πρώτος απεικονίζεται σε μία ημίσωμη σύνθεση, ενώ ο δεύτερος σε όρθια στάση, ντυμένος με την πανοπλία του, σε μία σύνθεση που προαναγγέλλει τα μεταγενέστερα έργα του Βελάσκεθ. Παράλληλα, ο Γκρέκο στράφηκε σε πιο φιλόδοξες συνθέσεις, με χαρακτηριστικό δείγμα την Εκδίωξη των εμπόρων από το ναό (1570-75, Ινστιτούτο Καλών Τεχνών Μινεάπολης). Πιθανότατα την ίδια περίοδο χρονολογείται και το έργο El soplón (Αγόρι που ανάβει κερί, π. 1570, Μουσείο Καποντιμόντε), που διακρίνεται για το πρωτότυπο θέμα του, το οποίο υπήρξε μάλλον ασυνήθιστο την εποχή εκείνη. Πιθανότατα, ο Θεοτοκόπουλος εμπνεύστηκε το έργο διαβάζοντας μία αναφορά στη Φυσική Ιστορία τού Πλίνιου, σύμφωνα με την οποία ο ζωγράφος Αντίφιλος είχε επεξεργαστεί το ίδιο θέμα.




Τολέδο

Μετά την άφιξή του στο Τολέδο, οι πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε αφορούσαν τρία ρετάμπλ για τη μοναστηριακή εκκλησία του Αγίου Δομήνικου του Παλαιού (Santo Domingo el Antiguo) και μία ελαιογραφία με θέμα τον διαμερισμό των ιματίων του Χριστού, γνωστή ως El Espolio, για τον καθεδρικό ναό της πόλης. Τα ρετάμπλ υπήρξαν παραγγελία του Ισπανού αρχιδιάκου του καθεδρικού ναού τού Τολέδου, Διέγο δε Καστίγια, ο οποίος ανήκε στον κύκλο γνωριμιών τού Φαρνέζε. Για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου, ο Γκρέκο φιλοτέχνησε την Ανάληψη της Παναγίας (π. 1577, Ινστιτούτο Καλών Τεχνών, Σικάγο), έργο που πλαισιωνόταν από τις απεικονίσεις του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή (1577-79, Santo Domingo el Antiguo), του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή (1577-79, Santo Domingo el Antiguo), του Αγίου Βερνάρδου και του Αγίου Βενέδικτου. Το πρόγραμμα της εικονογράφησης περιλάμβανε ακόμα συνθέσεις με θέμα την Αγία Τριάδα (1577-79, Μουσείο Πράδο), την Προσκύνηση των Ποιμένων, τον Άγιο Ιερώνυμο, την Ανάληψη του Χριστού και τον Άγιο Ιλδεφόνσο. Η Ανάληψη της Παναγίας, που τοποθετήθηκε στο κεντρικό ρετάμπλ της αγίας τράπεζας, όπως και η Αγία Τριάδα, αναδεικνύουν την ικανότητα τού Γκρέκο να συνδυάζει στοιχεία από τον Τιτσιάνο και τον Μιχαήλ Άγγελο, παραδίδοντας τελικά μία πρωτότυπη σύνθεση[1]. Εκτός από τα έργα ζωγραφικής, ανέλαβε επίσης το αρχιτεκτονικό σχέδιο των ρετάμπλ και άλλα διακοσμητικά στοιχεία τους.
O Διαμερισμός των ιματίων του Χριστού υπήρξε το δεύτερο σημαντικό έργο που φιλοτέχνησε στο Τολέδο, για το οποίο οι εκπρόσωποι του καθεδρικού ναού εξέφρασαν αντιρρήσεις ως προς το περιεχόμενο του, που οδήγησαν σε περαιτέρω οικονομική διαφωνία με τον Γκρέκο, σχετικά με την αμοιβή του. Έχοντας ήδη αποκτήσει αναγνώριση, φιλοτέχνησε τον πίνακα Το μαρτύριο του Αγίου Μαυρίκιου (1580-82), έργο που χαρακτηρίζεται από μία αλλαγή ύφους, ειδικότερα σε ότι αφορά τον περιορισμό των ρεαλιστικών στοιχείων και την έμφαση στην πνευματική διάσταση της σκηνής[19]. Ο Άγιος Σεβαστιανός (1577-78, Μουσείο Καθεδρικού Ναού τής Παλένθια), φιλοτεχνήθηκε περίπου το 1577-8 και αποτέλεσε το πρώτο γυμνό σε φυσικό μέγεθος που ζωγράφισε, πιθανώς εμπνευσμένος από τον Λαοκόων, έργο της Ελληνιστικής περιόδου, στο Βατικανό. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Θεοτοκόπουλος φιλοτέχνησε ένα ομώνυμο έργο (Λαοκόων, 1610-14, Εθνική Πινακοθήκη Ουάσιγκτον), που αποτελεί τον μοναδικό πίνακά του με θέμα από τη μυθολογία. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1580, ο Γκρέκο υιοθέτησε συχνά υπερβολικά χαρακτηριστικά στα έργα του, προκειμένου να αποδώσει υπερφυσικά στοιχεία, απομακρυνόμενος από τα αναγεννησιακά πρότυπα. Η Ταφή του κόμη Οργκάθ (1586-88, Άγιος Θωμάς Τολέδου) μαρτυρά την τάση αυτή και αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά έργα του Γκρέκο, κατά πολλούς το σπουδαιότερο, που εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την μανιεριστική μέθοδο που ακολουθούσε ο Γκρέκο[12]. Στα τέλη του 16ου αιώνα και στις αρχές του 17ου, ανέλαβε πολυάριθμες παραγγελίες, με σημαντικότερες εκείνες για το Ίδρυμα της Doña María de Aragon στη Μαδρίτη (1596-1600) και τo παρεκκλήσιο του Αγίου Θωμά στο Τολέδο (1597-9).



Ο Θεοτοκόπουλος διακρίθηκε τόσο σε θρησκευτικές συνθέσεις όσο και σε προσωπογραφίες. Διασώζεται ένας μεγάλος αριθμός προσωπογραφιών του, προσωπικοτήτων κυρίως του στενού περιβάλλοντός του, όπως του λόγιου Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας (π. 1600, Μουσείο του Λούβρου), του μοναχού Φέλιξ Ορτένθιο Παραβιθίνο (π. 1610, Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης), του ιατρού Ροδρίγο δε λα Φουέντε (π. 1585, Πράδο) και του δημοτικού συμβούλου και νομομαθή Χερόνιμο δε Θεβάγιος (π. 1610, Πράδο). Σπανιότερα είναι τα πορτρέτα που φιλοτέχνησε για προσωπικότητες που κατείχαν δημόσια αξιώματα. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζει η Προσωπογραφία του Καρδινάλιου (π. 1600, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης), έργο για το οποίο ο Γκρέκο οδηγήθηκε ενώπιον της Ιεράς Εξέτασης, εξαιτίας της – ασυνήθιστης για την εποχή – επιλογής του να ζωγραφίσει τον ιερωμένο (πιθανότατα πρόκειται για τον Φερνάνδο Νίνιο δε Γκεβάρα) φορώντας γυαλιά. Ο Θεοτοκόπουλος είχε σημαντική συνεισφορά στην ισπανική προσωπογραφία, αποτελώντας πρότυπο για τον Ντιέγκο Βελάσκεθ.
Διασώζονται μόλις τρεις τοπιογραφίες του Γκρέκο, οι δύο από τις οποίες απεικονίζουν το Τολέδο. Ο πίνακας Άποψη του Τολέδου (1595-99, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης) φανερώνει την χαρακτηριστική τάση του να μην εστιάζει τόσο στην ακρίβεια της τοπιογραφίας όσο στη δραματοποίησή της. Ο Γκρέκο επέλεξε να απεικονίσει μόνο το ανατολικό τμήμα της πόλης, ενώ δεν δίστασε να τροποποιήσει τη θέση κτιρίων της, προκειμένου να ικανοποιήσει τις ανάγκες του στη σύνθεση. Το έργο Άποψη και χάρτης του Τολέδου (1610-14, Σπίτι και Μουσείο Γκρέκο) χαρακτηρίζεται επίσης ως μία περισσότερο συμβολική παρά πιστή απεικόνιση της ισπανικής πόλης[20]. Σύμφωνα με μία επιγραφή που χάραξε ο ίδιος στον πίνακα, ζωγράφισε το νοσοκομείο του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή πάνω σε ένα σύννεφο, σε πρώτο πλάνο, προκειμένου να φαίνεται καλύτερα.



Απάντηση με παράθεση
  #17  
Παλιά 02-02-07, 10:28
Το avatar του χρήστη agaliarep
agaliarep Ο χρήστης agaliarep δεν είναι συνδεδεμένος
Banned
 
Εγγραφή: 09-08-2005
Περιοχή: Mandri
Μηνύματα: 1.621
Προεπιλογή

Κριτική θεώρηση
Μεταθανάτια φήμη

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, το έργο του εκτιμήθηκε και προωθήθηκε περισσότερο από τους λόγιους, ουμανιστές και διανοούμενους και λιγότερο από το καλλιτεχνικό κατεστημένο. Αργότερα, αγνοήθηκε για μία περίοδο περίπου τετρακοσίων ετών. Δεν υπήρξαν μιμητές του, καθώς μόνο ο γιος του φρόντισε για την αναπαραγωγή ορισμένων από τις πιο γνωστές συνθέσεις του. Στη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα, ο Γκρέκο τοποθετούνταν στην Ιταλική σχολή, έχοντας τη φήμη ενός ζωγράφου με τάσεις εκκεντρικότητας, στην προσπάθειά του να πρωτοτυπήσει, αλλά και με περιφρόνηση απέναντι στους καθιερωμένους κανόνες[1]. Για αρκετούς ιστορικούς, η τέχνη του Γκρέκο συνδέθηκε με το πνεύμα της Αντιμεταρρύθμισης, θεώρηση που συγκρούεται ή συμπληρώνεται με άλλες ερμηνείες, κυρίως Ελλήνων μελετητών του, που τονίζουν τη σημασία των βυζαντινών στοιχείων στην τέχνη του. Άλλοι ερευνητές, με βάση τις γραπτές σημειώσεις του Γκρέκο, τονίζουν περισσότερο την εικόνα ενός ζωγράφου με φιλοσοφικές αναζητήσεις (συνδεόμενο ειδικότερα με τις νεοπλατωνικές ιδέες), αποκομμένος από τα θρησκευτικά ζητήματα της εποχής και απασχολούμενος κυρίως με αισθητικά προβλήματα, σε σχέση με την διερεύνηση και απόδοση του φυσικού κόσμου μέσα από τη ζωγραφική.
Η τέχνη του Θεοτοκόπουλου ήταν αρκετά προσωπική και αυτόνομη, έτσι ώστε να μην ευνοηθεί η «συνέχειά» της, ενώ καθοριστικό ρόλο σε αυτό διαδραμάτισε και η νέα μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε τον μανιερισμό του 16ου αιώνα, με αποτέλεσμα το έργο του Γκρέκο να είναι ελάχιστα γνωστό κατά την περίοδο του μπαρόκ. Στη διάρκεια του 17ου αιώνα, υπό την άνθιση του κλασικισμού, και στις αρχές του 18ου, οι πίνακές του θεωρούνταν «υπερβολικοί» και «επιτηδευμένοι», ενώ η εκκεντρικότητά του συχνά ταυτίστηκε με ενδεχόμενη «παραφροσύνη»[1]. Αργότερα, κατά την περίοδο του ρομαντισμού, τα έργα του επανεξετάστηκαν. Για τον Γάλλο ποιητή Θεόφιλο Γκωτιέ – έναν από τους πρώτους που εξέφρασαν θαυμασμό για το ύστερο έργο του Γκρέκο – θεωρήθηκε πρόγονος του ρομαντικού κινήματος στην αναζήτηση του παράδοξου ή του ακραίου. Οι κριτικοί τέχνης Zacharie Astruc και Paul Lefort, συνέβαλαν επίσης στην προώθηση ενός νέου ενδιαφέροντος για τον Θεοτοκόπουλο, την ίδια στιγμή που Ισπανοί ζωγράφοι στο Παρίσι υιοθετούσαν την τεχνοτροπία του. Από τους πρωταγωνιστές αυτής της τάσης υπήρξε ο Ιγνάσιο Θουλοάγα (1870-1945), καλλιτέχνης βασκικής καταγωγής, ο οποίος αντέγραφε έργα του Γκρέκο που βρίσκονταν στο Πράδο. Στην Ισπανία, εκπρόσωποι του ιμπρεσιονισμού και του συμβολισμού, ανανέωσαν το ενδιαφέρον για το έργο τού Γκρέκο, το οποίο ερμήνευσαν ως προδρομικό εκείνου τού Βελάσκεθ.
Το 1908 ολοκληρώθηκε ο πρώτος αναλυτικός κατάλογος έργων του, από τον Ισπανό ιστορικό τέχνης Manuel Bartolomé Cossío. Με την άνθιση του εξπρεσιονισμού κατά τις αρχές του 20ού αιώνα, το έργο του Γκρέκο θεωρήθηκε προδρομικό τού ρεύματος αυτού και σταδιακά επανεξετάστηκε αποκτώντας τελικά την εξέχουσα θέση που διατηρεί ως σήμερα στην ιστορία της τέχνης. Ο ιστορικός και κριτικός τέχνης Ιούλιος Μάγιερ-Γκρέφε, κατέγραψε τις εντυπώσεις του από το έργο τού Γκρέκο, κατά την επίσκεψή του στην Ισπανία το 1909, αναγνωρίζοντας σε αυτό μοντέρνα στοιχεία[23]. Την ίδια αντίληψη εξέφρασε και ο κριτικός Roger Fry, θεωρώντας τον Γκρέκο «όχι μόνο μοντέρνο, αλλά αρκετά βήματα μπροστά». Στις αρχές του 20ου αιώνα, υποστηρίχθηκε πως το ύφος που χαρακτηρίζει τα έργα της ύστερης περιόδου του ήταν αποτέλεσμα αστιγματισμού από τον οποίο έπασχε, άποψη που είναι μάλλον εσφαλμένη.



Επίδραση στον 20ό αιώνα
Εκτός από τους ιστορικούς της τέχνης και τους μελετητές τού έργου του, σημαντικό ρόλο στην επανεξέταση του διαδραμάτισαν επίσης ζωγράφοι του 20ου αιώνα, μέσα από το έργο τους. Ο Πωλ Σεζάν, πρόδρομος του κυβισμού, υπήρξε ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που υιοθέτησε κοινά στοιχεία με τον Θεοτοκόπουλο, όπως η επιμήκυνση των μορφών. To έργο του Πάμπλο Πικάσο χαρακτηρίζεται επίσης από αρκετές αναφορές στον Γκρέκο, τον «πατέρα του» στη ζωγραφική όπως ο ίδιος τόνιζε[25]. Ορισμένα σχέδια και πίνακες της πρώιμης περιόδου του, μιμούνται το ιδίωμα του Θεοτοκόπουλου, ενώ ιδιαίτερα εμφανής είναι η επίδραση του κατά την «μπλε περίοδο» τού Πικάσο[26]. Ο πίνακας Η ταφή του Κασαχέμας (1901, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Παρισιού) τού Ισπανού ζωγράφου είναι εμπνευσμένος από την Ταφή του Κόμη Οργκάθ, ενώ και οι Δεσποινίδες της Αβινιόν (1907, MoMA) αντλούν μοτίβα από τον πίνακα Η Πέμπτη Σφραγίδα της Αποκαλύψεως τού Γκρέκο. Κατά τη δεκαετία του 1940, όταν ο Πικάσο ολοκλήρωσε μία σειρά πινάκων που αποτελούσαν παραλλαγές γνωστών έργων, φιλοτέχνησε επίσης την Προσωπογραφία ζωγράφου (1950, Συλλογή Angela Rosengart), έργο που αποτελεί τη δική του εκδοχή για την Προσωπογραφία του Χόρχε Μανουέλ Θεοτοκόπουλου (1600-05) τού Γκρέκο.
Για τους εξπρεσιονιστές, σημείο επαφής με τον Γκρέκο αποτέλεσαν οι επιμήκεις μορφές του, ενώ ο Φραντς Μαρκ έγραψε για το «μεγαλείο αυτού τού μεγάλου δασκάλου», το οποίο θεωρούσε συνδεδεμένο με τις ιδέες της ομάδας του Γαλάζιου Καβαλάρη[28]. Επίδραση από τον Γκρέκο δέχθηκε επίσης ο Τζάκσον Πόλοκ (1912-56), ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, κυρίως στα πρώιμα έργα του. Μέχρι το 1943, ο Πόλοκ είχε ολοκληρώσει περισσότερα από 60 σχέδια ζωγραφικής βασισμένα σε συνθέσεις του Γκρέκο, ενώ γνωρίζουμε πως διέθετε στη συλλογή του αναπαραγωγές έργων του, καθώς και τρία βιβλία για τον Έλληνα ζωγράφο. H προσωπικότητα και το έργο τού Θεοτοκόπουλο ενέπνευσαν επίσης φυσιογνωμίες της λογοτεχνίας. O ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε ήρθε σε επαφή με το έργο του κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Ισπανία το 1912, ενώ τα ποιήματά του Himmelfahrt Mariae I-II θεωρούνται βασισμένα στην Άμωμη Σύλληψη (1607-13, Μουσείο Σάντα Κρουθ) του Γκρέκο. Ο Νίκος Καζαντζάκης, στο αυτοβιογραφικό του έργο Αναφορά στον Γκρέκο, επίσης εξέφρασε με το δικό του τρόπο το θαυμασμό που έτρεφε για το έργο τού Γκρέκο.



Απάντηση με παράθεση
  #18  
Παλιά 02-02-07, 17:07
Το avatar του χρήστη melian
melian Ο χρήστης melian δεν είναι συνδεδεμένος
Μέλος της ομάδας Gateway
 
Εγγραφή: 26-01-2005
Περιοχή: Θεσσαλονίκη
Μηνύματα: 920
Προεπιλογή Michelangelo Merisi aka Caravaggio

Νεανικά χρόνια

Ο Καραβάτζιο γεννήθηκε το 1571, χρονολογία που επιβεβαιώνεται από μία πρόσφατη ανακάλυψη ενός συμβολαίου με το οποίο ανέλαβε μαθητευόμενος του ζωγράφου Σιμόνε Πετερτσάνο. Ο πατέρας του, Φέρμο Μερίζι, ήταν διακοσμητής-αρχιτέκτονας και εργαζόταν στην υπηρεσία του Φραντσέσκο Σφόρτσα, ο οποίος ήταν δούκας του Μιλάνου και μαρκήσιος του χωριού Καραβάτζιο. Θεωρείται πιθανότερο, πως πέρασε τα πρώτα του χρόνια στο Μιλάνο ενώ το 1576, λόγω της επιδημίας πανούκλας που ξέσπασε, η οικογένεια του μεταφέρθηκε στο Καραβάτζιο. Ο πατέρας του και ο θείος του δεν επέζησαν της επιδημίας και η μητέρα του μεγάλωσε τα πέντε συνολικά παιδιά της οικογένειας υπό συνθήκες οικονομικής ανέχειας.

Μετά το θάνατο του Φραντσέσκο Σφόρτσα, ανέλαβε την εξουσία η οικογένεια των Κολόνα, η οποία επηρέασε σημαντικά την εξέλιξη του νεαρού Καραβάτζιο, καθώς φρόντισε να μαθητεύσει για τέσσερα χρόνια δίπλα στον ζωγράφο Σιμόνε Πετερτσάνο. Σχετικά με την δραστηριότητά του κατά την περίοδο της μαθητείας του, ελάχιστες πληροφορίες είναι γνωστές. Θεωρείται πιθανό πως στο διάστημα αυτό επισκέφτηκε τη Βενετία όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Τζορτζόνε και του Τιτσιάνο, ο οποίος ήταν και δάσκαλος του Πετερτσάνο. Τα πρώιμα έργα του Καραβάτζιο θεωρούνται επίσης επηρεασμένα από καλλιτέχνες του Μιλάνου, μεταξύ των οποίων και ο Λεονάρντο ντα Βίντσι. Ειδικότερα, στο Μιλάνο είχε δημιουργηθεί εκείνη την εποχή μία νέα σχολή ζωγραφικής ενώ αρκετοί ζωγράφοι είχαν ήδη απορρίψει τη σχολή του μανιερισμού.


Άρρωστος Βάκχος

Ρώμη

Περίπου στα μέσα του 1592 (ή κατά άλλες εκτιμήσεις το 1591) και έχοντας αποκομίσει σημαντική εμπειρία στο εργαστήριο του Πετερτσάνο, ο Καραβάτζιο επισκέφτηκε τη Ρώμη, η οποία αποτελούσε τότε καλλιτεχνική πρωτεύουσα της Ιταλίας. Οι πίνακες του Καραβάτζιο δεν ανταποκρίνονταν στην κυρίαρχη τάση εκείνης της περιόδου που ήταν ο μανιερισμός και θεωρείται μάλλον απίθανο να έβρισκαν αγοραστές. Σημαντική επίδραση στην πορεία του Καραβάτζιο είχε αρχικά ένας πλούσιος ιεράρχης, ο Pandulfo Pucci, ο οποίος του πρόσφερε στέγη και τροφή με αντάλλαγμα αντιγραφές διαφόρων θρησκευτικών πινάκων που αναλάμβανε ο Καραβάτζιο, έργα που ωστόσο δεν έχουν διασωθεί. Αργότερα, ο Καραβάτζιο εγκατέλειψε την οικία του Pucci, για άγνωστους λόγους, ενώ προσβλήθηκε και από μία βαρειά ασθένεια, κοινή για εκείνη την εποχή, που τον ανάγκασε να περάσει περίπου έξι μήνες στο νοσοκομείο των απόρων. Εκεί, χάρη στις προσπάθειες του ηγούμενου του νοσοκομείου, ο οποίος ήταν γνωστός της οικογένειας των Pucci, αντιμετωπίστηκε με τη μεγαλύτερη δυνατή φροντίδα και τελικά η ζωή του σώθηκε. Το διάστημα που βρισκόταν στο νοσοκομείο, εμπνεύστηκε και ένα από τα πιο γνωστά έργα του, τον Άρρωστο Βάκχο, που θεωρείται πως πρόκειται για αυτοπροσωπογραφία. Ο συγκεκριμένος πίνακας φιλοτεχνήθηκε στο εργαστήριο ου Καβαλιέρε ντ' Αρπίνο, ενός δημοφιλούς ζωγράφου εκείνης της εποχής, τον οποίο ο Καραβάτζιο γνώρισε πιθανόν μέσω του καρδινάλιου Pucci..

Δουλεύοντας στο πλευρό του Καβαλιέρε, ο Καραβάτζιο ήρθε σε επαφή με αρκετούς πλούσιους φιλότεχνους στην πόλη της Ρώμης, καθώς επίσης και με εμπόρους τέχνης. Αυτή η περίοδος θα πρέπει να αποτέλεσε και την πρώτη κατά την οποία ο Καραβάτζιο κατάφερε να πουλήσει πίνακές του. Το 1594, εγκατέλειψε τον Καβαλιέρε αποφασισμένος να ακολουθήσει μία αυτόνομη πορεία ως ζωγράφος. Παρά τις γνωριμίες του με τον καλλιτεχνικό κόσμο της Ρώμης, επέλεξε να συναναστρέφεται με άλλους άπορους ζωγράφους και να ακολουθεί έναν σκανδαλώδη – για τα πρότυπα της εποχής – τρόπο ζωής, με αποτέλεσμα να έχει και συχνά προβλήματα με την αστυνομία του Βατικανού. Σε αναζήτηση χρημάτων για την επιβίωσή του, στράφηκε σε έναν έμπορο τέχνης με το όνομα Valentin, ο οποίος τον συμβούλεψε να ζωγραφίσει θρησκευτικούς πίνακες καθώς είχαν μεγάλη ζήτηση. Ωστόσο, ο Καραβάτζιο φαίνεται πως αγνόησε τις συμβουλές του Valentin, καθώς ανάμεσα στα έργα του εκείνης της περιόδου συγκαταλέγονται κυρίως πίνακες με καθημερινά θέματα, από τους οποίους αποκόμισε λίγα χρήματα. Αργότερα, ο Καραβάτζιο φαίνεται πως τελικά πείστηκε να πραγματοποιήσει το πρώτο του θρησκευτικό έργο, το οποίο όμως δεν βασιζόταν σε κάποιο δημοφιλές θέμα όπως η Σταύρωση, αλλά έφερε τον τίτλο Η Έκσταση του Αγίου Φραγκίσκου (1595). Το τελικό αποτέλεσμα, σε συνδυασμό και με άλλους πίνακες της ίδιας περιόδου όπως Οι Χαρτοκλέφτες ή Η Χειρομάντισσα, του εξασφάλισε την εκτίμηση αρκετών φιλότεχνων και μπορεί να θεωρηθεί ως ένα από τα πρώτα ώριμα έργα του που σηματοδότησε τις απαρχές του μπαρόκ και προανήγγειλε τις μεταγενέστερες σημαντικές θρησκευτικές συνθέσεις του.


Η Έκσταση του Αγίου Φραγκίσκου

Το επόμενο διάστημα, ο καρδινάλιος Φραντσέσκο Μαρία ντελ Μόντε, εντυπωσιασμένος από το ταλέντο του Καραβάτζιο, τού πρόσφερε τροφή και στέγη την οποία εκείνος αποδέχτηκε. Υπό την προστασία του ντελ Μόντε, ο Καραβάτζιο εξελίχθηκε σημαντικά, προσφέροντας - κυρίως θρησκευτικούς - πίνακες μεγάλης αξίας. Ζωγράφισε θέματα που σπάνια είχαν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν ενώ κάτω από την πίεση των καρδινάλιων, να αποτυπώσει γνωστά βιβλικά θέματα, τα απέδωσε με ένα τρόπο που απείχε από τα καθιερωμένα πρότυπα της εποχής, θυμίζοντας συχνά σκηνές της καθημερινότητας. Ένα παράδειγμα που αποτυπώνει τον αντισυμβατικό χαρακτήρα της τέχνης του Καραβάτζιο αποτελεί ο πίνακας Η ανάπαυση κατά τη φυγή στην Αίγυπτο (1596-1597), όπου παριστάνεται η Παναγία με μαλλιά σε έντονο κόκκινο χρώμα και σε αντιδιαστολή με τα ξανθά μαλλιά του Χριστού. Στα τέλη του 16ου αιώνα, ο Καραβάτζιο ήταν ένας αναγνωρισμένος για το ταλέντο του ζωγράφος. Το 1599 ανέλαβε επίσης μία σημαντική παραγγελία για την διακόσμηση του παρεκκλησίου Κονταρέλλι της εκκλησίας του Σαν Λουίτζι, έργο για το οποίο ήταν υποψήφιοι αρκετοί ακόμα καθιερωμένοι ζωγράφοι. Αν και δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένος ο λόγος που ο Καραβάτζιο ανέλαβε τελικά την παραγγελία, θεωρείται πιθανό πως καταλυτικό ρόλο είχε η επιρροή του ντελ Μόντε. Για τις ανάγκες του έργου, παρέδωσε δύο σημαντικούς πίνακες, το Μαρτύριο του Αγίου Ματθαίου και την Κλήση του Αγίου Ματθαίου, τους οποίους φιλοτέχνησε πάνω σε μουσαμάδες μεγάλων διαστάσεων, πρακτική ασυνήθιστη για έργα εκκλησιών.

Η φήμη που απέκτησε μέσα από αυτά τα έργα, είχε ως αποτέλεσμα να αναλάβει μία ακόμα σημαντική παραγγελία για ένα παρεκκλήσι στην εκκλησία Σάντα Μαρία ντελ Πόπολο. Το συμβόλαιο της συγκεκριμένης συμφωνίας, ανακαλύφθηκε το 1920 και αναφέρεται συνολικά σε δύο έργα που θα παρέδιδε ο Καραβάτζιο. Τα θέματα τους, του επιβλήθηκαν και περιλάμβαναν τη Σταύρωση του Αγίου Πέτρου και την Μεταστροφή του Παύλου. Οι πρώτες εκδοχές των έργων απορρίφθηκαν, πιθανόν διότι θεωρήθηκαν προκλητικές, αλλά τελικά ο Καραβάτζιο παρέδωσε με καθυστέρηση τα έργα, σε μία μορφή που έγινε αποδεκτή.

Η περίοδος 1602 - 1606 αποδείχθηκε ιδιαίτερα παραγωγική και δημιουργική για τον Καραβάτζιο. Παράλληλα, συνοδεύτηκε και από προβλήματα του με τη δικαιοσύνη. Εξαιτίας μιας δημόσιας αρνητικής κριτικής του, κατά του ζωγράφου Τζιοβάνι Μπαλιόνε, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Τελικά αφέθηκε ελεύθερος κυρίως χάρη στην επέμβαση ορισμένων καρδινάλιων και του μαρκησίου Τζιουστινιάνι. Το 1604, ένας συμβολαιογράφος με το όνομα Μαριάνο Πασκαλόνε, εμφανίστηκε αιμόφυρτος στην αστυνομία δηλώνοντας πως ο Καραβάτζιο είχε αποπειραθεί να τον σκοτώσει. Ο Καραβάτζιο εγκατέλειψε τότε τη Ρώμη και αναζήτησε καταφύγιο στη Γένοβα, στο πλευρό του πρίγκιπα Μάρτσο Κολόνα. Επέστρεψε στη Ρώμη όταν για άγνωστους λόγους ο Πασκαλόνε απέσυρε τις κατηγορίες εναντίον του. Παρά την κακή φήμη που είχε αναπτύξει, η προστασία του από τον πρίγκιπα Κολόνα, του έδωσε την ευκαιρία να λάβει αρκετές παραγγελίες, μεταξύ αυτών και μία για την εκκλησία του Αγίου Πέτρου. Του ανατέθηκε να ζωγραφίσει μία Παναγία, έργο που θα αποτελούσε μία πολύ σημαντική ευκαιρία για την καταξίωση κάθε ζωγράφου. Παρόλα αυτά, ο Καραβάτζιο επέλεξε να ολοκληρώσει το έργο υϊοθετώντας μία πλήρως αντισυμβατική προσέγγιση, η οποία χαρακτηρίστηκε ως ιερόσυλη και ασεβής. Στον πίνακα που παρέδωσε, με τον τίτλο Η Παναγία με το φίδι (1605-1606), αποτύπωσε την Παναγία ως μία κοινή θνητή, την Αγία Άννα σαν μια άσχημη γερασμένη γυναίκα και τον Χριστό εντελώς γυμνό παρότι δεν ήταν σε βρεφική ηλικιά. Το έργο φυσικά απορρίφθηκε, στερώντας από τον Καραβάτζιο την ευκαιρία να λάβει επίσημη αναγνώριση ως ζωγράφος.

Η Παναγία με το Φίδι
__________________
Μέλος της ομάδας Gateway
Υπεύθυνη ανανεώσεων της Fantasy Gate


"Μη διδάσκεις τίποτα, αφού έχεις ακόμα να μάθεις τα πάντα." - Fernando Pessoa

-------------------------------------

WordsToCount

FantasyGate

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη melian : 02-02-07 στις 17:32
Απάντηση με παράθεση
  #19  
Παλιά 02-02-07, 17:31
Το avatar του χρήστη melian
melian Ο χρήστης melian δεν είναι συνδεδεμένος
Μέλος της ομάδας Gateway
 
Εγγραφή: 26-01-2005
Περιοχή: Θεσσαλονίκη
Μηνύματα: 920
Προεπιλογή

Εξορία και θάνατος

Στις 29 Μαΐου του 1606, κατά τη διάρκεια λογομαχίας με έναν νεαρό ονόματι Ρανούτσιο Τομασσόνι, ο Καραβάτζιο τον σκότωσε – το πιθανότερο άθελά του – με μαχαίρι. Ο ίδιος τραυματίστηκε αλλά κατάφερε να διαφύγει, ενώ οι φίλοι του που ήταν παρόντες στο επεισόδιο φυλακίστηκαν. Για την πράξη του καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο και εξορία, γεγονός που έδινε το δικαίωμα σε κάθε μέλος της αστυνομίας του Βατικανού να τον εκτελέσει επίτόπου. Ο Καραβάτζιο εγκατέλειψε μεταμφιεσμένος τη Ρώμη και αναζήτησε μάταια καταφύγιο στους πρώην προστάτες του. Πρώτο σταθμό της περιπλάνησής του αποτέλεσε η Νάπολι, όπου παρέμεινε αρχικά για περίπου οκτώ μήνες. Η φήμη του Καραβάτζιο ήταν ήδη πολύ μεγάλη και σε αυτό το διάστημα ολοκλήρωσε αρκετές παραγγελίες έργων με κυριότερα την Παναγία του Ροζαρίου, τις Επτά πράξεις ελεημοσύνης και τη Μαστίγωση του Χριστού, όλα τους αριστουργήματα.


Ο Αποκεφαλισμός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή

Παρά την μεγάλη του επιτυχία και φήμη, εγκατέλειψε την πόλη και έφυγε για την Μάλτα. Η πιο πιθανή αιτία της μετακίνησής του θεωρείται η πρόθεσή του να γίνει Ιππότης του Τάγματος της Μάλτας, ώστε να μπορεί πιο εύκολα να διεκδικήσει μια απονομή χάριτος από τον Πάπα και να επιστρέψει στο μέλλον στη Ρώμη. Εκεί έζησε για περίπου πέντε μήνες, διάστημα στο οποίο ολοκλήρωσε το έργο Ο Άγιος Ιερώνυμος στο σπουδαστήριο του για τον καθεδρικό ναό της Βαλέτας. Άλλοι αξιοσημείωτοι πίνακες της ίδιας περιόδου είναι ο τεραστίων διαστάσεων Αποκεφαλισμός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή (ο μοναδικός πίνακας που φέρει την υπογραφή του Καραβάτζιο), η προσωπογραφία του Μεγάλου Μάγιστρου Alof de Wignacourt, καθώς και ο Ερωτιδέας που κοιμάται, έργο που βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με το ασκητικό πνεύμα των Ιπποτών. Ο Καραβάτζιο τελικά εκδιώχθηκε από το τάγμα, χαρακτηριζόμενος ως "διεφθαρμένος και ρυπαρός" (putridum et foetidum) και κατέφυγε στη Σικελία, αρχικά στις Συρακούσες και αργότερα στη Μεσίνα.

Το 1609 επέστρεψε στη Νάπολι όπου έπεσε θύμα απόπειρας δολοφονίας, οι λόγοι της οποίας παραμένουν άγνωστοι. Το καλοκαίρι του 1610 αποφάσισε να εγκαταλείψει την πόλη και έφτασε με πλεούμενο στο κοντινό στη Ρώμη λιμάνι Πόρτο Έρκολε που βρισκόταν υπό ισπανική κατοχή, ενώ πιθανότατα σταμάτησε να ζωγραφίζει. Εκεί φέρεται να συνελήφθει και να εξαγόρασε την απελευθέρωσή του, τα ίχνη του όμως χάνονται σε αυτό το σημείο. Στις 28 Ιουλίου, δημοσιεύτηκε η είδηση του θανάτου του διάσημου ζωγράφου, ενώ τρεις ημέρες αργότερα, μία νέα δημοσίευση αναφερόταν σε θάνατό του από υψηλό ασθένεια. Ως επίσημη ημερομηνία θανάτου του θεωρείται η 18η Ιουλίου, ωστόσο παραμένει υπό διερεύνηση τόσο ο ακριβής χρόνος όσο και η αιτία του θανάτου του.


Η Σταύρωση του Αγίου Πέτρου

Έργο

Το έργο του Καραβάτζιο συχνά αντιμετωπίστηκε αρνητικά στην εποχή του, κυρίως λόγω του σκανδαλώδους τρόπου με τον οποίο αποτύπωνε τα θέματά του, ωστόσο ακόμα και οι επικριτές του αναγνώριζαν το ταλέντο του. Η ζωγραφική του θεωρείται πως διαμόρφωσε καταλυτικά τη μπαρόκ σχολή, επιδιώκοντας να ανατρέψει τον μανιερισμό των παλαιότερων ζωγράφων. Διαμόρφωσε ένα ρεαλιστικό ύφος στη ζωγραφική, με έντονα στοιχεία δραματοποίησης και θεατρικότητας. Ένα ακόμα χαρακτηριστικό στοιχείο των έργων του αποτελούσε η χρήση των φωτοσκιάσεων και των φωτεινών αντιθέσεων (κιαροσκούρο). Αν και η τεχνική αυτή είχε αναπτυχθεί πριν από τον Καραβάτζιο, εκείνος την υϊοθέτησε με απόλυτο τρόπο και θεωρείται πως αποτέλεσε τον ιδανικό εκφραστή της.

Ζωγράφιζε με μεγάλη ταχύτητα, χωρίς προπαρασκευαστικά σχέδια και χρησιμοποιώντας μοντέλα εκ του φυσικού, τα οποία απεικόνιζε απ' ευθείας στον καμβά. Λεπτομερείς έρευνες πάνω σε πίνακές του, φανερώνουν πως απουσίαζαν ίχνη σχεδίου, ενώ χρησιμοποιούνταν μόνο κάποιες αδρές χαράξεις, κυρίως για τον καθορισμό της σύνθεσης και της θέσης των μοντέλων. Θεωρείται πως η χρήση ζωντανών μοντέλων αποτελούσε βασικό συστατικό στοιχείο για τον ρεαλισμό που αναζητούσε να αποδώσει.

Γρήγορα μετά το θάνατο του, η φήμη του εξασθένισε και το όνομά του ουσιαστικά εξαφανίστηκε από καταλόγους. Ο πρώτος του βιογράφος ήταν ο ζωγράφος Τζιοβάνι Μπαλιόνε, ο οποίος δεν έτρεφε συμπάθεια προς το έργο του. Πολλοί από τους πίνακές του, αποδόθηκαν σε άλλους ζωγράφους ενώ παράλληλα έργα που δεν του ανήκαν αποδόθηκαν σε αυτόν. Μετά από μια μακροχρόνια λήθη, το έργο του Καραβάτζιο άρχισε να επανεκτιμάται στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο Wolfgang Kallab, μελετώντας κάποιους πίνακες, αναγνώρισε σε αυτούς πολλά κοινά στοιχεία και τελικά μετά από ενδελεχή έρευνα τους απέδωσε στον Μικελάντζελο Μερίζι. Εκείνη την εποχή, ελάχιστα ήταν γνωστά για τον Καραβάτζιο, ενώ μόλις ένα έργο έφερε την υπογραφή του, ωστόσο με έναυσμα την έρευνα του Kallab και την μεσολάβηση και άλλων ειδικών, σύντομα ξεκίνησε να αποκαλύπτεται το κυρίως σώμα του έργου του Καραβάτζιο. Στην ανάδειξη του έργου του σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε επίσης η ανακάλυψη σχετικών εγγράφων στις πόλεις όπου έζησε και δημιούργησε ο Καραβάτζιο.


Το 1920, ο ιστορικός τέχνης Roberto Longhi μελέτησε περαιτέρω τη δομή και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του έργου του, ισχυριζόμενος πως μεταγενέστεροι καλλιτέχνες όπως ο Βερμέερ ή ο Ρέμπραντ δεν θα είχαν υπάρξει χωρίς τον Καραβάτζιο, ενώ ζωγράφοι όπως ο Ντελακρουά ή ο Εντουάρ Μανέ θα ήταν ριζικά διαφορετικοί. Ο Αμερικανός ιστορικός Μπέρναρντ Μπέρενσον επίσης σχολίασε πως "εκτός από τον Μιχαήλ Άγγελο, κανένας Ιταλός ζωγράφος δεν άσκησε τόσο έντονη επιρροή". Οι νέες έρευνες και κριτικές πάνω στο έργο του Καραβάτζιο ενίσχυσαν τη φήμη του και οδήγησαν σε μία πρώτη σημαντική έκθεση με τίτλο Καραβάτζιο και Καραβατζιστές (Caravaggio e dei Caravaggeschi), μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο. Αργότερα ακολούθησαν και άλλες εκθέσεις για τον Καραβάτζιο, ο οποίος είχε πλέον αναγνωριστεί ως μεγάλος ζωγράφος του παρελθόντος.


Η Φυγή στην Αίγυπτο
__________________
Μέλος της ομάδας Gateway
Υπεύθυνη ανανεώσεων της Fantasy Gate


"Μη διδάσκεις τίποτα, αφού έχεις ακόμα να μάθεις τα πάντα." - Fernando Pessoa

-------------------------------------

WordsToCount

FantasyGate
Απάντηση με παράθεση
  #20  
Παλιά 22-05-07, 14:11
Dada Ο χρήστης Dada δεν είναι συνδεδεμένος
Junior Member
 
Εγγραφή: 22-05-2007
Μηνύματα: 1
Προεπιλογή αναφορά στις πηγές

Η συντριπτική πλειοψηφία των παραπάνω κειμένων προέρχονται από τη Βικιπαίδεια, και καλό θα ήταν να αναφέρεις κάθε φορά την πηγή τόσο για δεοντολογικούς λόγους και προς αναγνώριση των δημιουργών, όσο και γιατί απαιτείται από την άδεια χρήσης των κειμένων.

Ευχαριστώ θερμά
Απάντηση με παράθεση
Απάντηση στο θέμα

Εργαλεία Θεμάτων
Τρόποι εμφάνισης

Δικαιώματα - Επιλογές
Δεν μπορείτε να προσθέσετε νέα threads
Δε μπορείτε να απαντήσετε
Δεν μπορείτε να προσθέσετε συνημμένα
Δεν μπορείτε
BB code είναι σε λειτουργία
Τα Smilies είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας [IMG] είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας HTML είναι εκτός λειτουργίας



Όλες οι ώρες είναι GMT +2. Η ώρα τώρα είναι 12:12.


Forum engine powered by : vBulletin Version 3.8.4
Copyright ©2000 - 2024, Jelsoft Enterprises Ltd.