Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #600  
Παλιά 14-12-08, 16:55
Το avatar του χρήστη ELPINIKI
ELPINIKI Ο χρήστης ELPINIKI δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 24-09-2007
Μηνύματα: 776
Προεπιλογή

Η ενασχόληση με το ερώτημα «Ποιος είναι ο Χριστός» θα πάρει χαρακτήρα πολεμικής σύγκρουσης κυρίως μεταξύ των Εθνικών και των Χριστιανών. Μέσα στην ιστορία βλέπουμε όμως, ότι εκτός από την διαμάχη με τους Εθνικούς, οι Χριστιανοί θα έρθουν σε σύγκρουση και με τους Γνωστικούς αλλά και με τους Ιουδαίους αφού οι τελευταίοι θα αντιπαραταχθούν με σθένος όχι τόσο για τον Ιησού ως ιστορικό πρόσωπο όσο για τον Χριστό ως θεάνθρωπο.

Οι Χριστιανοί των πρώτων αιώνων βρίσκονταν σε δύσκολη νομική και κοινωνική θέση αφού η εξαπόλυση ανυπόστατων κατηγοριών εναντίον τους ήταν συχνό φαινόμενο της εποχής εκείνης. Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, που θέλησαν να απαντήσουν αντικρούοντας τις κατηγορίες και ανασκευάζοντας αυτές στη συνέχεια, έμειναν στην ιστορία ως Απολογητές.

Πριν αρχίσω, με τις πηγές που έψαξα και βρήκα, θέλω να σημειώσω κάτι εδώ.
Είναι γνωστό «κομμάτι» της ιστορίας πως η ρωμαϊκή αυτοκρατορία κινήθηκε κατά του χριστιανισμού για πολιτικούς κυρίως λόγους, αφού η πίστη στον Χριστό καταργούσε αυτομάτως τη λατρεία του αυτοκράτορα και υπέσκαπτε το καθεστώς. Για εκείνη την εποχή, το να δεχτεί κανείς την αποκλειστικότητα της νέας αυτής πίστης και να αρνηθεί να δεχτεί οποιονδήποτε συμβιβασμό στη λατρεία του Χριστού και του Καίσαρα, τον οδηγούσε αναπόφευκτα στα «νύχια» των Ρωμαίων.

Όλοι γνωρίζουμε τον διωγμό των Χριστιανών από τους Ρωμαίους, ο Hoffmann Joseph στο «Οι θρησκευτικοί διωγμοί ως ιστορικό πλαίσιο» γράφει «Όταν οι φιλόσοφοι αποτύγχαναν να διασώσουν την παλιά θρησκευτική τάξη, ο διωγμός κατά των Χριστιανών ήταν οι εναλλακτική λύση ισχύος, στην προσπάθεια του αυτοκράτορα να παρουσιάζεται ως κύριος και Θεός».
Ο Κέλσος, ο Πορφύριος, ο Ιεροκλής είναι μερικοί από τους φιλοσόφους που στράφηκαν κατά του Ιησού.

Νεοπλατωνικός ο Πορφύριος, στο έργο του «Κατά Χριστιανών», ερμηνεύει τις διαφορές που υπάρχουν στα κείμενα του των Ευαγγελίων καταλήγοντας έτσι στο συμπέρασμα πως η Ιστορία του Χριστού ήταν ψεύτικη, παρουσιάζοντας ως ανύπαρκτο το πρόσωπο του Ιστορικού Ιησού.
Ο Πορφύριος στο «Αποκριτικός προς Έλληνας» (Μακάριος Μαγνητος), υποστηρίζει ως μύθο τις όποιες διηγήσεις για τα θαύματα του Ιησού, δίνοντας ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τη λίμνη Τιβεριάδα. Σύμφωνα με τον Πορφύριο η Τιβεριάδα δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια αβαθή λιμνούλα, άρα η τρικυμία στη λίμνη ήταν ένα από τα ανύπαρκτα θαύματα του Ιησού. Ο Πορφύριος αρνείται την αποδοχή της αλληγορικής μεθόδου της Αγίας Γραφής και δίνει τη δική του ερμηνεία για τα Ευαγγέλια, όπου θεωρεί την ανάσταση του Χριστού ως ανύπαρκτη διότι σύμφωνα με τον ίδιο εάν ο Χριστός είχε αναστηθεί θα εμφανιζόταν στη βουλή και το δήμο της Ρώμης και όχι σε «γυναικούλες».

Αντιφάσεις όμως βρίσκουμε και στο έργο του Πορφυριου. Ενώ προσπαθεί να παρουσιάσει ως ανύπαρκτο τον Χριστό, ταυτόχρονα τον παρουσιάζει ως αμόρφωτο και δειλό συμπεραίνοντας πως το να λατρεύει κανείς τον Ιησού ως Θεό αποτελεί ύβρη σε όλους τους Θεούς. Ο Πορφύριος θα προσπαθήσει να αποδείξει ότι η διδασκαλία του Ιησού είναι γεμάτη με ανακρίβειες, που για τον ίδιο, αυτό αποδεικνύει ότι δεν πρόκειται παρά για μια παράλογη διδασκαλία, ότι δηλαδή εκφράζουν οι νεοπλατωνικοί για τον Χριστιανισμό... «μια αξιοκαταφρόνητη διδασκαλία ενός απλοϊκού, αποτυχημένου και εγκληματία Χριστού».

Ο Κέλσος από την άλλη στο έργο του «Αληθής Λόγος», γράφει ότι ο Ιησούς χρησιμοποίησε μαγικά τεχνάσματα για τα θαύματά του. Ο Κέλσος υποστηρίζει ότι τα θαύματα γίνονταν παντού και πάντα αλλά οι Χριστιανοί δεν είχαν την ευφυΐα να παρουσιάσουν τα θαύματα του Χριστού ως ανώτερα από εκείνα των Αιγυπτίων.
Ο Κέλσος (σε αντίθεση με τον Πορφύριο) διαβλέπει στην Ανάσταση του Χριστού αναλογίες με τις ιστορίες του Αντίνοου, του Ηρακλή και του τάφου του Δία στην Κρήτη. Όμως, αφού ο ίδιος θεωρεί την «ύλη» ως «κακή», (νεωπλατωνική αλλά και πλατωνική άποψη περί ψυχής και σώματος) δεν μπορεί να αποδεχτεί την Ανάσταση του Χριστού.

Σύμφωνα με («Ελληνική Πατρολογία», Χρήστου Παναγιώτης, 2η έκδοση), ο Κέλσος θεωρεί ότι ο Ιησούς έχει παραφθείρει λόγια του Πλάτωνα και εκφράζει έτσι την ανησυχία των φιλοσόφων σχετικά με την προσπάθεια των Χριστιανών να γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα στη φιλοσοφία και στο χριστιανισμό. Κέλσος και εν συνεχεία Ιουλιανός, θα τονίσουν διαφορές και ανακολουθίες στη διδασκαλία του Μωυσή και του Χριστού. Ο Κέλσος θα είναι εξίσου κατηγορηματικός με τους νεοπλατωνικούς θεωρώντας τους Χριστιανούς «απλοϊκούς και χαμηλού επιπέδου». (Κέλσος, «Αληθής Λόγος»).

Σε βιβλία βρίσκουμε ότι οι Χριστιανοί Απολογητές προσπάθησαν από τις αρχές του 2ου αιώνα να θεμελιώσουν την διδασκαλία της εκκλησίας για το πρόσωπο του Χριστού και να επιχειρηματολογήσουν απέναντι στις κατηγορίες που εκτοξεύονταν εναντίον Του από Ιουδαίους, Γνωστικούς και Εθνικούς.
Για τον Πορφύριο ο Ιησούς ήταν πρόσωπο ανύπαρκτο, για τον Κέλσο, τον Ιουλιανό και τους Ιουδαίους ο Ιησούς ήταν μόνο άνθρωπος, για τους Δοκήτες και για τους λοιπούς Γνωστικούς ήταν μόνο Θεός (για την ακρίβεια μια από τις θεότητες που βρίσκονταν μεταξύ του θείου και της ύλης).
Άλλωστε, σύμφωνα με την εκκλησία σήμερα, οι όποιες διαφωνίες περί ιστορικότητας του Χριστού έχουν ήδη ξεκαθαριστεί και απαντηθεί από τον 2ον αιώνα.


Ο Τερτυλλιανός στο έργο του «Apologeticus» θα ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη δίωξη των Χριστιανών εξαιτίας του ονόματός τους. Ο ίδιος τονίζει ότι «κανείς από τους Πλατωνιστές, Επικούρειους, Πυθαγοριστές, Στωικούς, Ακαδημαικούς δεν διώκονται εξαιτίας του ονόματος του διδασκάλου τους, ενώ αντίθετα οι Χριστιανοί διώκονται εξαιτίας του ονόματος τους που προέρχεται από τον Χριστό». Ο Τερτυλλιανός, θα αναφερθεί ευθέως στη θεότητα του Χριστού, η οποία είχε ανακοινωθεί στη Σύγκλητο στα χρόνια του Τιβέριου. Πρόκειται για την αναφορά που απέστειλε ο Πόντιος Πιλάτος στη Σύγκλητο (επιχείρημα με το οποίο ο Τερτυλλιανός προσπαθεί να συνδέσει τα λεγόμενα του με την αδιάψευστη μαρτυρία των ρωμαϊκών αρχείων). Αυτά τα ρωμαϊκά αρχεία επικαλείται και στην συνέχεια, όταν θα αναφερθεί στο γεγονός της ηλιακή έκλειψης, η οποία συνέβη με τον θάνατο του Χριστού στο Σταυρό. « Eodem momento dies medium orbem signate sole subducta est. Deliquim utique putaverunt qui id quoque super Christo praedicatum non scierunt. Et tamen eum mundi relatum in arcanis vestries habetis». (Tertullianus, Quintus. Septimus Florens. «Apologeticus»).

Με τον τρόπο αυτό, με τη χρήση δηλαδή της μαρτυρίας ενός ρωμαίου αξιωματούχου, αυτόπτη μάρτυρα ο Τερτυλλιανός τεκμηριώνει τη θεότητα του Ιησού. Η επίκληση της αναφοράς του Πιλάτου, είχε ως σκοπό να προσδώσει ιδιαίτερο κύρος στα επιχειρήματα του Τερτυλλιανού και μια καλή μαρτυρία για το πρόσωπο του Χριστού.

Σημειώνω εδώ, πως για την αναγνώριση της θεότητας του Χριστού (κατά επέκταση και της ιστορικότητα Αυτού) είχε ακολουθηθεί η νόμιμη οδός, δηλαδή διαμέσου της Συγκλήτου.
Οι φιλόσοφοι Ζήνωνας και Κλεάνθης, δέχονται τη θεότητα του Χριστού με το όνομα «Λόγος», αυτούς επικαλείται ο Τερτυλλιανός και καταλήγει στο συμπέρασμα πως η αδυναμίας αποδοχής του Ιησού από τους φιλοσόφους είναι ουσιαστικά «η αδυναμία αλληλοκατανόησης χριστιανών και φιλοσόφων».

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη ELPINIKI : 14-12-08 στις 17:02
Απάντηση με παράθεση