Το forum του μεταφυσικού  

Επιστροφή   Το forum του μεταφυσικού > Συζητήσεις > Αρχαία Ελλάδα – Ιστορία –Πολιτισμός

Απάντηση στο θέμα
 
Εργαλεία Θεμάτων Τρόποι εμφάνισης
  #1  
Παλιά 25-11-14, 19:02
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ‏ μια μελέτη και η Ιστορία τους.

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Μια καλή μελέτη σχετικά με τα επώνυμα και θα σας την καταθέσω...

Tα ελληνικά επώνυμα

Tα ελληνικά επώνυμα έχοντας τεράστια ποικιλία μπορούν να μας δώσουν
στοιχεία για την γεωγραφική καταγωγή τους, την παλαιότητά τους ακόμα και
την γλωσσική τους ιδιαιτερότητα.

Για παράδειγμα σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη (Neugriechische
Familiennamen, 2e ed., Τριανταφυλλίδης Μανόλης, Hasselrot, Bengt)
οι καταλήξεις των ελληνικών επωνύμων κατανέμονται κάπως έτσι
γεωγραφικός, φυσικά η κατανομή αυτή δεν είναι τελείως αντιπροσωπευτική
αλλά είναι η λογικότερη ομαδοποίηση που μπορεί να γίνει:


-άντης Πόντος
Υψηλάντης- Ο κάτοικος της Υψηλής στον Πόντο. Στον Πόντο συνηθίζεται η
κατάληξη –άντης για να δηλώσει τόπο καταγωγής.

-ίκας Πόντος (Γιαννίκας, Γρηγορίκας)

-άτος, Κεφαλλονιά (Δημητράτος, Γιανουλάτος, Γερολυμάτος (Ιερώνυμος))

-έας, Μεσσ. Μάνη (Ασπρέας, Πουλέας, Λυμπερέας, Κουκουτσέας)

-έλης, Μυτιλήνη, Αϊβαλί, Λήμνο, Ίμβρο κτλ. (Ζαφειρέλης, Κοκορέλης, Κουκλέρης)

-ούδης (-ούδας) Στα ανατολικά ιδιώματα (Μακεδονία, Θράκη, νησιά Αιγαίου
ως τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο), (Λαμπρινούδης, Νικολούδης, Σπανούδης,
Φραγκούδης, Ψαρούδας, Μαρούδας)

-ούσης, Χίο, (Χαλκούσης, Παϊδούσης)
{Σύμφωνα με τον Α. Γ. Πασπάτη « Το Χιακόν γλωσσάριον : Ήτοι η εν Χίω
λαλούμενη γλώσσα μετά τινών επιγραφών αρχαίων τε και νέων και του
χάρτου της νήσου», τα περισσότερα επίθετα των χωρικών της Χίου λήγουν σε
–ούσης (Πυργούσης, Αρμολούσης, Καμπούσης, Αυγωνυμούσης κτλ).}

-άκης Κρήτη, (Καλοχριστιανάκης, Παπαδάκης)

-άκος, Λακων. Μάνη (Δημητράκος, Μαυροειδάκος)

-πούλος Πελοπόννησος (αββαδόπουλος –Λεόντιος 6οςαιώνας), (Νικολακόπουλος, Ανδρικόπουλος)

Εθνικά-Επώνυμα που χαρακτηρίζουν τον τόπο καταγωγής, γέννησης, κατοικίας.

Συνήθεις καταλήξεις ελληνικών εθνικών επωνύμων είναι:

- (ι)ώτης Τσιριγώτης, Λεπενιώτης, Ανδριώτης, Ηπειρώτης, Σικελιώτης κ.α.

-ίτης Μπεγλίτης, Πολίτης, Αργυροκαστρίτης, Καμπίτης κ.α

-ιανος Κουταλιανός, Ελεκιστριάνος, Ψαριανός, Σακαρετσιάνος, Χρυσοβιτσιάνος κ.α.

-ινός Πατρινός, Παργινός, Ζακυνθινός, Καλαβρυτινός, Πυλαρινός

-αίος Κερκυραίος, Ρωμαναίος κ.α.

-λης (τούρκ. καταλ.), Προύσαλής, Μισιρλής (Μισρ=Αίγυπτος), Βάρναλης, Καραμανλής (Καραμανία), Τσεσμελής (Τσεσμέ) κ.α.

Συνεχίζεται...

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #2  
Παλιά 26-11-14, 13:08
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Συνέχεια...

Πολλά επώνυμα προέρχονται, σύμφωνα με τον Ν.Π.Ανδριώτη, «Συμβολή στη
μελέτη των νεοελληνικών επωνύμων» από:

Απλά ρήματα από τον ενεστώτα της οριστικής στο πρώτο ενικό πρόσωπο:

Βήχος (βήχω), Βλάβος ( βλάβω), Θαρρός (θαρρώ), Καταλειπός (καταλείπω),
Καπνίζος (καπνίζω), Καταντός (καταντώ), Κατέχος (κατέχω), Κιλαηδώνης
(κελαηδώ), Κλάνος ( κλάνω), Κλώθος (κλώθω), Κρένος (κρένω), Λέγος
(λέγω), Λυγίζος (λυγίζω), Νυστάζος-Νυσταζόπουλος (νυστάζω), Πιστευός
(πιστεύω), Τρέμος (τρέμω), Ψάχος (ψάχω).

Επώνυμα από τον ενεστώτα στο τρίτο ενικό πρόσωπο, με προσθήκη του πτωτικού –ς της ονομαστικής των αρσενικων ονομάτων:

Αγρεύης (αγριεύει), Ασημώνης (ασημώνει), Βουλώνεις (βουλώνει), Γαργαλής
(γαργαλεί), Γουρλώνης (γουρλώνει), Δένης (δένει), Κακιώνης (κακιώνει),
Κατέχης (κατέχει), Κολώνης (κωλώνει), Κουμαντάρης-Κουμανταράκης
(κουμαντάρει), Κουτσοπίνης (κουτσοπίνει), Κρυώνης (κρυώνει), Μαγκώνης
(μαγκώνει), Μαργώνης (μαργώνει), Παρασύρης (παρασύρει), Παχύνης
(παχύνει), Περιμένης (περιμένει), Πλάλης (πιλαλεί), Ροβόλης (ροβολεί),
Τρέμης (τρέμει), Τρίζης (τρίζει) κτλ.

Επώνυμα που έχουν βάση τους γραμματικούς τύπους του μέλλοντα και του αόριστου:

Ακλάσης ( κλάσει), Βροντήσης (βροντήσει), Γανώσης (γανώσει), Γδύσης
(γδύσει), Γελάσης-Γελασέας-Γελασάκης (γελάσει), Κακίσης (κακίσει), Καπνίσης
(καπνίσει), Καταφέρης (καταφέρει), Κατέβης (κατέβει), Κλάψης-Κλαψής
(κλάψει), Κοιμίσης (κοιμίσει), Κολάσης (κολάσει), Κορδώσης (κορδώσει),
Κορώσης (κορώσει), Κράξης (κράξει), Λιμάξης (λιμάξει), Μαλώσης (μαλώσει),
Σιμώσης (σιμώσει), Φάης (φάει), Χάψης (χάψει).

Από την αντιστοιχία αυτή του τρίτου ενικού προσώπου του ρήματος και του
επωνύμου φαίνονται να παρεκκλίνουν τα Παίξος, Χάσος, Συλλάβος όπου
υπόκεινται μάλλον στο πρώτο ενικό πρόσωπο, και τα Γράψας, Γραψίας,
Δώσας, Λάμψας, Παίξας, Πλακώσας, Χάσας και Χάψας που είτε προέρχονται
από το τρίτο πρόσωπο του ενικού ή πρόκειται για μετοχές αορίστου.

Επώνυμα από τον ενεστώτα της προστακτικής:

Αγνάντας, Αλησμονής, Γαργάλας, Γύρνας, Ζήβας (ζήβα=σβήσε), Ζούπας,
Καβάλας, Καβαλίκας, Καρτέρας, Κατέβας, Κλότσας, Κοίτας, Λάσκας,
Λειτούργης, Μάινας (μαϊνάρω), Ξεφλούδας, Παρηγόρης, Πασπάτης, Περπάτης,
Πιλάλης, Ρούφας, Σαλαπάτας, Σάλταςμ Σκούντας, Σκύφτας, Συντήρης
Σφύρας, Τραγούδας, Τρέχας (πρβ.Παπατρέχας), Τσάκος (τσάκω=προστακτική του τσακώνω),
Τσαλαπάτας, Τσίμπας, Τσαλαβούτας, Τσουρούφλιας, Φέγγας, Φεύγας και Φευγάς, Χαιρέτας.

Συνεχίζεται.

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #3  
Παλιά 30-11-14, 13:18
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Συνεχίζω το θέμα....

Αρκετά είναι και τα επώνυμα που προέρχονται από σύνθετα ρήματα ή από φράσεις με ρήμα.

-Από τον ενεστώτα της οριστικής στο πρώτο ενικό πρόσωπο:

Γκαμώτος (γαμώ το), Σεβλέπος (σε βλέπω)

Από τον ενεστώτα στο δεύτερο και κυρίως στο τρίτο ενικό πρόσωπο:

Καλοκρατάς (καλά τα κρατάς), Καμνορόκας (κάμνει ρόκα, κλώθει μαλλί),
Κοντοζής (βραχύβιος), Λαδοβρέχης (λάδι βρέχει), Μαγγίζης (μη αγγίζεις),
Ξεβγαίνης-Ξευγένης (ξεβγαίνει), Ξεσφίγγης (ξεσφίγγει), Ρουφογάλης
(ρουφώ γάλα), Συξέρης (συ ξέρεις).

Από τον αόριστο στο πρώτο ενικό πρόσωπο:

Ξείπας (είπα, ξείπα, πρβ. Ξελέγος), Πορδαφήκας (πορδή άφηκε)

Από τον αόριστο στο δεύτερο και τρίτο ενικό:

Καψοσπίτης, Κορδοκοίλης, Παιδοβρεξάκης, Ραψομανίκης, Χαλασοχώρης,
Χασαλεύρης, Χασομέρης, Καυσαλώνης

Από το τύπο της προστακτικής:

Καλακατέβας (καλά κατέβα), Καλοχαιρέτας, Καταβούτας, Κατσανέβας (κάτσεανέβα)
Τριψιγάλας (τρίψε γάλα), Σαλταπήδας ( σάλτα πήδα), Συρεπίσος (σύρε πίσω)
Τσακαπιάνης (τσάκα πιάνει), πρβ. το μεσαιωνικό Βάλελάδης.

Επώνυμα από μετοχές του μέσου και παθητικού ρήματος:

Επώνυμα από το μέσο και παθητικό παρακείμενο της μετοχής:
Αλλαμένος, Αρτυμένος, Βαμμένος, Βαρεμένος, Γεννημένος, Γραμμένος,
Ζωμένος, Θαμμένος, Ιδρωμένος, Καημένος, Κλεμμένος, Κολλημένος,
Κλαδεμένος, Κρεμασνένος, Λιγωμένος, Μαζεμμένος, Μπαλωμένος, Ντυμένος,
Παγωμένος, Σαλεμμένος, Σκαλωμένος, Χαϊδεμένος, Χαλασμένος,
Χαρτοδιπλωμένος, Χολιασμένος, Χορτασμένος, κτλ, πρβ.
και τα μεσαιωνικά
Βεβαπτισμένος, Βροντισμένος, Κεκαλεσμένος, Κεκαυμένος, Κρεμασμένος,
Πεπλεγμένος, Συχωρεμένος.

Επώνυμα από το το μέσο και παθητικό ενεστώτα της μετοχής, πολύ σπάνια:
Καλούμενος, Κρατούμενος, Λαλούμενος, Πετούμενος.

Πολλά επώνυμα προέρχονται και από εκφράσεις και λέξεις που λέει συνέχεια κάποιος όπως:
Κατόπης, Κιαπές, Κιόλας, Μαθές, Μεταχαράς, Μήγαρης, Πολυκαλάς,
Πουθενάς, Ρές, Τάχας, Χάμος κτλ.

Πατρωνυμικά. Τα συναντάμε σε διάφορες μορφές.
Σε πτώση ονομαστική: Αργύρης, Γιώτης, Κυριάκος, Μαρίνης, Μέντης, Μπίλης,
Ντίνος, Σάββας, Φίλης
Σε πτώση γενική: Αποστόλου, Γεωργίου, Δημητρίου, Δήμου, Ευστρατίου,
Θεοδώρου, Πάνου, Σταύρου

Σε διάφορες καταλήξεις και υποκοριστικά:
Αθανασούλας, Βασιλάκης, Γεωργακόπουλος, Γεωργαλής Γιαννούτσος,
Λουκέρης, Μανωλίτσης, Μητσάνης, Σόμπολος, Σπυρέλης, Σπυρόπουλος,
Σταμούλης, Τέγας

Επαγγελματικά
Βλαχοπάνος, Καλαντζής, Λύσσαρης, Μπουραντάς, Παπαζήσης, Παπαστάμος,
Παπασπύρος, Ράπτης, Σπετσέρης

Εθνικά.
Ζαβιτσάνος, Μετσοβίτης, Μπαρμπαρούσης, Ξενάκης, Σαμαντάς, Φράγκος


Παρατσούκλια

Πρατσούκλια που δηλώνουν συμπεριφορά, χαρακτήρα και διάφορες ανθρώπινες ιδιότητες:
Βότσης, Γερογιάννης, Δουρούκης, Δράκας, Ζούλας, Καταπόδης, Κατσάνος,
Μιόβολος, Μαργώνης, Μπουκουβάλας, Ντέμος, Πιτσούλιας, Ρηγάλος,
Σαλτογιάννης, Σκουτέρης, Τζουροπάνος, Τσαμποδήμος, Τσιάκλης,
Τσούτσουρας

Παρατσούκλια που δηλώνουν εργαλεία ή διάφορα αντικείμενα:
Γαζέτας, Καρφής, Κλαδευτήρας, Κουνιάκης, Λαϊνάς, Λιβάνης, Μπαλτίκας,
Μπάρης, Χάνδρας.

Παρατσούκλια που δηλώνουν είδη ενδυμασίας:
Κουντούρης, Σανδαλίδης, Φούντας

Παρατσούκλια που δηλώνουν διάφορες δραστηριότητες:
Πόλκας, Σκάντζας

Παρατσούκλια που δηλώνουν μέρη του σώματος ή ατέλειες και αρρώστιες:
Κατσαρομήτσος, Κόκκαλης, Κονιδάρης, Κουτσολάμπρος, Μακρής,
Μακρυγιάννης, Μακρυπίδης, Μαλιγιάννης Μουστάκας, Μπάκας, Τσιλιγιάννης

Παρατσούκλια που δηλώνουν ζώα, φυτά ή παραγωγά τους:
Ζαρκαδούλας, Καραπιπέρης, Κορκολιός, Κοτσάνης, Κουνάδης, Κρικρής,
Μπαμπούρης, Ρεβίθης

Παρατσούκλια που δηλώνουν ευχές: Πανταζής

Συνεχίζεται.

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #4  
Παλιά 30-11-14, 19:39
Notos-KT Ο χρήστης Notos-KT δεν είναι συνδεδεμένος
Junior Member
 
Εγγραφή: 29-11-2014
Μηνύματα: 7
Προεπιλογή

Γειά σου AVATARGR-1 να συμπληρώσουμε ότι τα επώνυμα που λήγουν σε --ίου συνήθως έχουν καταγωγή από την Κύπρο.. (Γεωργίου, Δημητρίου, Μελετίου κλπ).
Απάντηση με παράθεση
  #5  
Παλιά 02-12-14, 16:59
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Φίλε Notos-KT σωστή η παρατήρησή σου και χαίρομαι που πρόσθεσες
κάτι ακόμα για αυτό το θέμα....

Συνεχίζω.....

ΛΕΞΙΚΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ


Αβάζος- Από το τουρκ. avaz, κραυγή, βοή.
Αβάνης/Αβάνέας/Αβάνογλου- Από το δημώδ. αβάνης, ο συκοφάντης,
μεσαιωνικό αβάνης<αραβ. hawan. Και αβανιά η συκοφαντία, η κακολογία.

Αβάσταγος- Από το δημωδ. αβάσταγος, ο ασυγκράτητος, ο ανυπόμονος, μσν. αβάσταγος<ελνστ. ἀβάστακτος.
Ως επώνυμο, καταγράφεται το 1264, στην Κεφαλονιά.

Αβδελάς/Αβδελόπουλος- Από το δημώδ. αβδέλλα, η βδέλα, <αρχ. βδέλλα.
Αβδελάς πιθανώς ο έμπορος βδελλών, ίσως για θεραπευτικούς λόγους.

Αβράμης/Αβραμάκης/Αβραμόπουλος κοκ- Από το χριστ. βαφτ. Αβραάμ,
εβρ.Abhraham, ο πατέρας πολλών εθνών. Αρκετά διαδεδομένο βαφτ. εξού και
οι πολλές παραλλαγές του. Ως επώνυμο ήδη από τον 13ο αι. ως Αβράμος,
᾿Αβράμης (Κρητ.) , κτλ.

Αγαπητός/Αγαπήτογλου/Αγαπητάκης/Αγαπητόπουλος κ.α.
Από το βαφτ. Αγαπητός, ήδη από την κλασσική εποχή, και όχι σπάνιο τη
βυζαντινή περίοδο φτάνοντας ως τις μέρες μας. Ως επώνυμο συναντάται τον
14ος αιώνα καθώς αναφέρεται κάποιος ιερέας Ιωσήφ Αγαπητός στο Γαλατά
της Πόλης, και ένας Αγαπητός το 1321 στο Νεοχώριον Χαλκιδικής κ.α..

Αγιομαυρίτης-Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από την Αγία Μαύρα, η Λευκάδα τον μεσαίωνα.

Αγοραστός- Από το επιθ.αγοραστός «αυτός που αποκτήθηκε με αγορά»
<αγοράζω + παραγ.επίθ.-τός. Δηλώνει τα έκθετα παιδιά που υιοθετήθηκαν
όπως και τα Βρετός, Πουλημένος, Πούλος.

Αγουρίδας-Από το ουσ. αγουρίδα η• αγγουρίδα• αγουρίς, άγουρος καρπός
αμπέλου.

Αγραβάνης- Από το δημώδ. αγραβάνι, ο καρπός της αγραβανιάς, αλλιώς η
κουτσουπιά, δύσκολα να ετυμολογηθεί ακριβώς η λέξη.

Αδρασκέλας- Από το δημωδ. αδρασκελιά, η δρασκελιά, το βήμα με μεγάλο
άνοιγμα των σκεών, το ανοιχτό βήμα.
Λογικά αδρασκελάς, αυτός που περπατάει με μεγάλα βήματα-δρασκελιές.
Η λέξη από το ελνστ. διασκελίζομαι `κάνω μεγάλο βήμα΄.

Αδραχτάς/Αδράχτας- Από το δημωδ. αδράχτι, το κυλινδρικό ξύλο στο οποίο
τυλίγεται το νήμα που παράγεται κατά το γνέσιμο του μαλλιού, < μσν.
αδράχτι<ελνστ. ἀδράκτιον υποκορ. τουἄδρακτος.Ως επώνυμο τουλάχιστον
από τον 15ο αι., αναφέρεται ένας Αδραχτάς Μιχαήλ.

Αζάπης- Από το αραβοτουρκ. Azap, στρατιώτης ή ναύτης υποχρεωμένος να
μένει άγαμος, ο ατίθασος μτφ.

Αζαρίας- Από το βαφτιστικό Αζαρίας, πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης.
Το όνομα, στα εβραικά, σημαίνει «βοηθούμενος από τον Θεό», ενώ στην
ελληνική λαϊκή κουλτούρα οι μητέρες έταζαν τα μωρά τους πριν γεννηθούν
στον Άγιο Αζαρία, παρετυμολογώντας το όνομα ως «αζάρωτος» για να μη
γεννηθεί το μωρό ζαρωμένο.

Αηδόνης- Από το δωμωδ. αηδόνι, ωδικό πτηνό, και μεταφορικά για πρόσωπα,
ο καλλίφωνος, μσν. αηδόνι (ν) < ελνστ. ἀηδόνιον υποκορ. του αρχ. ἀηδών.

Αϊβαλιώτης- Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το Αϊβαλί της Μικρασίας,
τις αρχαίες Κυδωνίες.
Η ονομασία Αϊβαλί, λογικά σχετίζεται με την αρχική ονομασία, καθώς ayva
είναι στα τούρκικα το κυδώνι. Η κατάλ. - (ι) ώτης, συνηθέστατη σε
πατριδωνυμικά επώνυμα, πρβλ. Βολιώτης, Χαλκιδιώτης, Θασιώτης κτλ, από το
αρχ. επίθ. –ώτης, πρβλ. δεσμώτης, Ηπειρώτης, Σικελιώτης, Παρπαριώτης κτλ.

Ακαρέπης- Από το το τουρκικό akrep, ο σκορπιός.

Ακίλας- Από το αραβ/τουρκ. akil, φρόνιμος, συνετός.
Άκουρος- Από το δημώδ. άκουρος, ο ακούρευτος, στερ. –α και αρχ. κουρά.
Άκρατος- Από το δημώδ. άκρατος, ο ανόθευτος, ο αμιγής και για
χαρακτηρισμό ανθρώπου, ο γνήσιος, ο πραγματικός, <αρχ. επίθ. άκρατος.
Η λέξη και σήμερα ιδιωματικά.

Ακρίδας-ν.ε. ακρίδα<αρχ.ἀκρίς, αιτ. -ίδα
Αλαµπάντας-Από το διαλεκτ. αλαμπάντα=ανακατωσιά, επανάσταση.
< ιταλ.εκφρα. alla banda (λαφυραγωγία) .
Αλατζάς-Σχετικό με το ν.ε. αλατζάς, βαμβακερό ύφασμα κατώτερης
ποιότητας: Φουστάνι από αλατζά. <τουρκ. alaca –ς.

Αλατερός- Από το δημωδ. επίθ. αλατερός, ο έχων πολύ αλάτι, ο αλμυρός,
<μσν. αλατερόν<αρχ. άλας.

Αλαφούζος- Από το ιδιωμ. αλάφι, αντί ελάφι (και αλαφίνα αντί ελαφίνα) , και
την ιδιωμ.υποκοριστική κατάληξη –ούζος, πρβλ. Γιαννούζος, Γαβρούζος κτλ.

Αλαβάνος- Σχετικό με το ιδιωμ. αλαμάνος, απάνθρωπος, αιμοβόρος.
Ετυμολογικά συνδέεται με το φράγκικο alleman, ο Γερμανός, που πέρασε σε
μερικές ελληνικές διαλέκτους ως χαρακτηρισμός, όπως κι άλλα εθνικά
ονόματα λόγω στερεοτύπων που επικράτησαν στον λαό, Βούλγαρης,
Αρναούτης, Τσιφούτης, Λιτζερίνος κτλ.

Αλεβίζος/Αλεβιζάκης/Αλεβιζόπουλος/Αλεβιζάτος
Από το παλαιότ. βαφτ. Αλεβίζος, ελληνοποίηση του ιταλ. Alviso και αυτό με τη
σειρά του ιταλοποίηση του νορβ. Alvis, πρόσωπο της μυθολογίας των Νορβηγών.

Αλετράς- Ο κατασκευαστής αλετριών (αλέτρι, το) , <ουσ. άλετρον.

Αλευράς- Από το ν.ε. αλευράς, ο αλευροπώλης, παροιμ. «αλευράς και
πεινασμένος δε γίνεται». <αρχ. ἄλευρον .
Ως επώνυμο εμφανίζεται πρώτα, τουλάχιστον, το 1436.

Αλέφαντος- Μητρωνυμικό επώνυμο από το σπάνιο βαφτιστικό Αλεφαντώ (Ελεφαντώ) .
Πολύ σπάνιο και σήμερα χρησιμοποιείται όμως. Λιγότερο πιθανό είναι το
επώνυμο να προέρχεται από το δημωδ. αλεφάντης, οπή επι της στέγης ή η
είσοδος οικήματος από την οποία εισέρχεται το φως.Πρβλ. παρόμοια επώνυμα
Φεγγίτης, Γκλαβάνης (βλ.επών.) κτλ.Σε διάφορες περιοχές όπως την
Κάρπαθο η λέξη “αλεφαντού” δηλώνει την υφάντρια, και είναι σχετικός με την
παραλλαγή του επωνύμου Ανυφαντής/Αλυφαντής.

Αλικάκης (Αλικάκος) - Σχετικό με το τουρκ.alik, το φτιασίδι, η ερυθρότητα.

Αλισανδράκης/Αλυσανδράκης- Από την ιταλική παραλλαγή το ονόματος
Αλέξανδρος, Alissandro=Alessandro, συν την συνηθέστατη κατάληξη στην
Κρήτη, -άκης.
Το επώνυμο απαντάται στο Ρέθυμνο, Ρουμελή Μυλοπ. Και Πλάτανος Αμαρ.) .

Αλούπης-Από το ιδιωμ. αλουπού, η αλεπού, αρχ. αλώπηξ..
Στην κεφαλλ. διάλ. αλούπι, ο ζωηρός, δραστήριος, πανούργος, σχετικό με την αλεπού.

Αλιτζερίνος/Λιτζερίνος- Από το δημώδες (α) λιτζερίνος, που εκτός από την
πρωταρχική του σημασία (Αλγερινός) σήμαινε και τον πειρατή, τον κουρσάρο,
φαινόμενο συνηθέστατο ανάμεσα σε ελληνικούς πληθυσμούς της
Τουρκοκρατίας, ιδιαίτερα στη Μάνη.
Η λέξη είχε και την έννοια του αρπακτικού και κακόπιστου ανθρώπου.

Αλφιέρης- Από το δημώδ. αλφιέρης, ο σημαιοφόρος, φλαμπουροφόρος, την
περίοδο της τουρκοκρατίας/βενετοκρατίας, από το ιταλ. l’alfiere.

Αμανατίδης/Αμανετίδης/Αμανετόπουλος
Από το τουρκ. amanet, παρακαταθήκη, σύμφωνα με τον Βογιατζόγλου.
Θεωρώ πιθανότερο να σχετίζεται με το (ομόριζο ν.ε. αμανέ<τουρκ. mân (i) -
είδος λαϊκής μουσικής, πρβλ. αμανετζής.

Αμδίτης- Επώνυμο εθνικό που δηλώνει καταγωγή από περιοχή που ονομάζεται
Αμδί, συν την κατάλ. –ίτης.
Οικισμό Αμδί δεν βρήκα πουθενά, αμδί πάντως στην διάλεκτο της ανατολικής
Θράκης (Σαράντα Εκκλησιών) , έλεγαν το αμμούδι, την άμμο.

Συνεχίζεται...

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #6  
Παλιά 06-12-14, 14:18
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Συνεχίζω το θέμα.....

Αμοιρίδης/Αμυράς
Ίσως να σχετίζεται με την λέξη άμοιρος, ο κακόμοιρος, αλλά θεωρώ ότι το
–οι- προήλθε από λόγιο ορθογραφικό «εξελληνισμό».
Είναι πιθανότερη η συσχέτιση του με το μεσν. αμιράς, ο άρχοντας, στρατηγός,
που χρησιμοποιήθηκε και ως βαφτιστικό, εξού και η διάδοσή του.
Η λέξη χρησιμοποιείται και θωπευτικά ως προσφώνηση, «αμιρά μου» (άρχοντα
μου) , < <αραβ.῾amīr, η λέξη από τον 7ο αι. (μ.Χ) στα ελληνικά.
Σαν επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα με μορφές όπως Αμηράλης
(128-Σμύρνη) , Αμιρούτζης (Τραπεζ.) κτλ

Αμπατζής -κατασκευαστής ή πωλητής χοντρών μάλλινων υφασμάτων ή ρούχων.τουρκ.Abacι
Αμπράζης
Από το αραβ/τουρκ. ebras, ψωραλέος, αγροίκος.
Αναγνώστης/Αναγνωστόπουλος/Αναγνωστάκης
Από το ν.ε. αναγνώστης ο.
1) Aυτός που διαβάζει
2) Πρόσωπο με κατώτερο εκκλησιαστικό βαθμό <αρχ.ουσ. αναγνώστης.που βοηθεί το διάκονο και τον ιερέα στα έργα τους.
Και σαν βαφτιστικό σε ορισμένες περιοχές όπως την Πελοπόννησο, εξού η
ευρεία διάδοση του ως επώνυμο, με όλες τις παραλλαγές του.
Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, ως Αναγνώστου (Εύβοια) ,
᾿Αναγνώστης (Θεσσ/κη)
Αναλυτής
Από το μεσν./δημώδ. αναλυτής, αυτός που αναλύει λεπτομερώς τα
πράγματα, από το αρχ. ρήμα αναλύω.
Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, καθώς αναφέρεται κάποιος
Αναλυτής στην Κεφαλονιά το 1264, αλλά και το 1331/2 αναφέρεται κάποιος
Κωνσταντίνος Αναλυτής, ιερέας-δωρητής της εκκλησίας των Ταξιαρχών στη
Δεσφίνα Φωκίδας.
Αναματερός
Από το δημώδες αναματερό και αναματηρό, το δοχείο που μπαίνει το ανάμα.
Ανάμα λέγεται στην εκκλησιαστική ορολογία το κόκκινο κρασί που
χρησιμοποιείται για τη Θεία Ευχαριστία, <μεσν. νάμα με τη σημερινή σημασία
< αρχ. νᾶμα «τρεχούμενο νερό».

Αναστασοβίτης- Επώνυμο εθνικό που δηλώνει καταγωγή από το χωριό
Αναστάσοβα της επαρχίας Καλαβρύτων, σήμ. Ανάσταση. Σλαβογενές
τοπωνύμιο που δημιουργήθηκε από το βαφτ. Αναστάσιος, ως ανδρωνυμικό.

Αναστασόπουλος/Αναστασάκης
Από το βαφτ. Αναστάσιος, <αρχ. ανάστασις, έχει μορφές όπως Τάσιος, Τάσος,
Σάκης, Τούσιας, Τσιάκος, κτλ.Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα,
με μορφές όπως, Αναστάς (Τραπεζ.) , Αναστάσης (Λήμν.) , Αναστασιόπουλος
(Θεσσ/κη) , Άναστος (Τραπεζ.) , κτλ.
Αναπλιώτης- Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το Ανάπλι<Ναύπλιο λαικτρ.
Ανδριόπουλος / Ανδρουλάκης /Ανδρικόπουλος/Ανδρίτσος/Ανδρούτσος κοκ- Από το βαφτ. Ανδρέας, και τις καταλ.
1) –ίκος, από την μεσν. υποκορ. κατάλ. –ίκι (ο) ν, πρβλ. πέρδιξ-περδίκιον κ.α.,
2) –ίτσος, από το μεσν. υποκορ. επίθ. –ίτζι (ν) , -ίτσι (ν) , εξέλιξη του
παλαιότερου –ίκιν, πρβλ. αστρίκιν/αστρίτσι,
3) –ούτσος, από το μεσν. επίθημα –ούτση (ς) -ικος< ιταλ. υποκορ. επίθημα
ucc (io) , πρβλ. ιταλ. animaluccio “ζωάκι”.
Ως επώνυμα με αυτούς τους τύπους, τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, όπου
αναφέρονται Ανδρούτζος στη Βέροια, και ᾿Ανδριτζόπουλος στην Αιτωλία.

Ανδρώνης- Από το βαφτ. Ανδρώνης, υποχωρητικά, < Ανδρόνικος.
Το όνομα Ανδρόνικος ήταν πολύ διαδεδομένο στα ύστερα βυζαντινά χρόνια,
ίσως λόγω των δύο αυτοκρατόρων Ανδρόνικων, 14ος αι..
Εμφανίζεται και σαν Ανδρωνάς τον 13ο αιώνα στη Θεσσ/κη.Και όνομα οικισμού
στην Ηλεία, Αντ (δ) ρώνη (του) .
Αντωνίου/Αντώναρος/Αντωνόπουλος κοκ-
Από το βαφτ. Αντώνιος, όνομα αγιών, από το λατ. Antonius, άγνωστου
ετύμου, ίσως ετρουσκικής αρχής.
Ανευλαβής- Από το μεσν. ανευλαβής,
1) ο μη ευλαβής, ο μη σεβόμενος ή μη φοβούμενος, και
2) ο θρησκευτικά ασεβής.

Ανυφαντής
Από το δημ. ανυφαντής (μεσν. ανυφάντης) , ο εξ επαγγέλματος υφαντής,
αυτός που υφαίνει.
Και Αλυφαντής, Αλφαντής.
Άντζας
Από το ιδιωμ. άντζα, η γάμπα, μσν. άντζα <μσνλατ. *ancia..
Ως επώνυμο αναφέρεται ήδη από τον 11οαιώνα.
Αξαόπουλος-
α) Από το δημώδες αξάγι/αξάι, το εξάγιον, το αλεύρι που δίνεται για αμοιβή στο μυλωνά.
β) Ίσως από διαλεκτ. μορφή (Πελ/σος) του δημωδ. επιθέτου
άξαντος/άξαστος, ο αλανάριστος, αυτού που δεν μπορεί να λαναριστεί το
μαλλί του.
Η πρώτη εκδοχή πρέπει να θεωρηθεί επικρατέστερη.

Απέκης/Απόκης
Από το ιδιωμ. (Πελ/σο) απέκης/απόκης, ο Ρουμελιώτης, ο «απ’έκει», ο από
απέναντι, από τη Στερεά Ελλάδα.
Απέργης
Από το μεσν. απέργης, ο αμαρτωλός, ό άνομος. Από το ουσ. απέργιν, η
αμαρτία, ανομία.

Απόκοτος
Από το μεσν. και δημωδ. επιθ. απόκοτος, ο υπερβολικά τολμηρός,
παράτολμος, ριψοκίνδυνος, < μσν. απόκοτος.

Αποσπόρης
Από το δημωδ. απόσπορο, κυριολ. το υπόλειμμα του σπόρου, μτφ. και συνήθ.
χαρακτηρισμός του τελευταίου παιδιού μιας οικογένειας, αλλιώς το απογόνι,
στερνοπαίδι.
Αποστολάκης/Αποστολάτος/Αποστολάκος κοκ-
Από το βαφτ. Απόστολος-ης, αρχικά η λέξη, απόστολος, δήλωνε τον
αγγελιοφόρο<αποστέλλω, διαδόθηκε λόγω των Δώδεκα Αποστόλων.
Ως επώνυμο εμφανίζεται τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, ως Αποστόλης
(1265-Σμύρνη) , Αποστολόπουλος (1284-Λήμνος) , κτλ.

Αράπης/Αράπογλου
Από το δημωδ. αράπης,
1) αυτός που ανήκει στη μαύρη φυλή, ο μαύρος, ο νέγρος,
2) ο Άραβας,
3) ο πολύ μελαχρινός, μελαψός.<τουρκ. arap.
Η κατάληξη –όγλου, σχεδόν κατά κανόνα κατάληξη Μικρασιατών, προέρχεται
από το τουρκ. –oglu<ogul-γυιός-.
Ως επώνυμο, τουλάχιστον, το 1432, καθώς αναφέρεται πάροικος Αυξέντιος
Αράπης στην Τραπεζούντα.
Αρβάλης
Από το δημωδ. αρβάλι, ο αναρτήρας του κουβά, ή της μπακράτσας, το
πιαστήρι, και ρήμα αρβαλώ/αρβαλίζω κάνω κρότο με αρβάλια, αρβάλη
σύμφωνα με τον Ησύχιο, «τήγανον οστράκινον, Ταραντίνοι».

Αργύρης/Αργυράκης/Αργυρούσης κοκ-
Από το βαφτ. Αργύρης<Αργύριος, μάρτυρας της Ορθοδ. Εκκλ.,
συντομευμένος τύπος του Ανάργυρος.
Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα ως Αργύρης, Αργυρόπουλος,
Αργυρός κτλ.
Ως Αργυρόπουλος είναι γνωστός και ο αυτοκράτορας Ρωμανός ο Γ’
(1028-1034) , και ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, σημαντικός λόγιος του 15ου
αιώνα.

Αρίδας- Από το δημωδ. αρίδα,
1) είδος τρυπανιού, και
2) αρίδα τα πόδια, «μάζεψε τις αρίδες σου», και αρίδας αυτός που έχει μακριά
πόδια, αρχ.ἀρίς.

Αρμάγος-Αρμάος
Απο το βαφτ. Αρμάος-Αρμάγος, από το βενετσιάνικο armato, διαδεδομένο σε
πολλές περιοχές του ελληνικού χώρου (Ιόνιο, Κρήτη, Θεσσαλία, Σέρρες κτλ)

Ευχαριστώ.

Συνεχίζεται..
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #7  
Παλιά 11-12-14, 18:54
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Συνέχεια...

Αρνάρης
Από το αρνάρης, ο έχων πρόβατα, αρνιά, ο προβατάς, πρβλ. Γιδάρης,
Γελαδάρης κτλ.
Αρνιακός
Πατριδωνυμικό, δηλώνοντας καταγωγή από τοπωνύμιο όπως Αρνάς Πάρου καΙ
Άρνα Λακωνίας.
Η κατάληξη –ιακός είναι αρκετά σπάνια, παρόμοιο σχηματισμός είναι το
«Βυζαντιακός».
Λιγότερο πιθανό, από το δημωδ. αρνιακό, το δέρμα του αρνιού, το
αρνοτόμαρο, προβιά.
Πιθανώς το επώνυμο δηλώνει κάποιον που επεξεργαζόταν την προβιά, ή την
πουλούσε.

Αρφάνης/Αρφανίδης/Αρφανάκος/Αρφανάκης-
Από το ιδιωμ. αρφανός, ο ορφανός.
Ως επώνυμο με την πιο συνηθισμένη και αρχική μορφή της λέξης, ορφανός,
εμφανίζεται : το 13ο αιώνα στη Κεφαλονιά ως Ορφανός, το 15ο αιώνα ως
Ορφανόπουλος, το 1288 ένας Λέων Ορφανός στην Κω κ.α.
Η λέξη από το αρχαίο «ορφανός». (

Αρώνης- Από το βαφτ. Αρώνης,
η εξελληνισμένη μορφή του βιβλικού Ααρών.
Ως επώνυμο (ή μορφή βαφτιστικού) συναντάται για πρώτη φορά το 1260
στην Τραπεζούντα.

Ασκούνης/Ασκόπουλος
Από το δημωδ. ασκί, υποκορ. του ασκός, το ασκάκι, και ασκοπούλι.
Συν την υποκορ. κατάλ. –ούνης (μσν. -ούνι < αρχ. υποκορ. επίθημα –ιον,
πρβλ. κεντρούνι, βυζούνι, Βασιλούνης, Δεσπούνης κτλ) , και το Ασκόπουλος
με την συνηθέστατη πατρωνυμική κατάλ. –όπουλος.
Το επώνυμο πιθανώς σχηματίστηκε από το επαγγελματικό Ασκάς, ο
κατασκευαστής ασκών.

Ασλάνης
Από το τουρκ. aslant, λιοντάρι.

Ασπιώτης
Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το χωριό Ασπάι της Κέρκυρας Ασπιωτάδες Κέρκυρας.

Ατματζίδης
Προέρχεται απο το τουρκ. ουσ. atmaca που δηλώνει ένα είδος γερακιού
το ξεφτέρι.
Εμφανίζεται και ως Ατματζιάδης, Ατματζής, Ατματζάκης, κτλ.

Αυγενάκης/Αυγεράκης/Αυγέρης/Αυγερόπουλος κ.α.
Από το βαφτ. Αυγερινός, όνομα από το επίθετο του πλανήτη Αφροδίτη, όπως
φαίνεται την αυγή ως το τελευταίο άστρο της νύχτας,
Αυγερινός< αρχ. αυγή, κατά το εσπερινός, νυχτερινός κ.α.
Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, αναφέρεται κάποιος Αυγερηνός
Ιωάννης στη Λήμνο το 1300.

Αφιώνης
Από το ν.ε. αφιόνι, το όπιο<μσν. αφιόνι (ον) αντδ. < τουρκ. afyon -ι (ον) < περσ. < ελνστ.ὄπιον.

Αχαμνός
Από το ιδιωμ. αχαμνός, ο άσχημος, ο αδύνατος, ο ισχνός, <μσν. αχαμνός,
`αδύναμος΄ < χαμνός, < αρχ. χαῦνος.

Συνεχίζεται...

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #8  
Παλιά 18-12-14, 16:54
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Συνεχίζω την παρουσίαση...

B

Βαβύλης
Από το όνομα αγίου της Εκκλησίας, Άγιος Βάβυλας, επίσκοπος Αντιόχειας τον
3ο αιώνα, ή λέξη ίσως σχετίζεται με το αρχ. βαβύλας-βαβύας, σύμφωνα με
τον Ησύχιο «ο βόρβορος, πηλός».
Λιγότερα πιθανό, από τη κεφαλλ. Ιδιωμ. λέξη βαβύλα, είδος κανθάρου
βαθυκόκκινου, εκφρ. «βαβύλα κεράσια» δλδ κατακόκκινα-ώριμα κεράσια.

Βαγενάς
Από το ν.ε. βαγένι-βαρέλι, < μεσν. βαγοίνιον.
Ο Meyer την ετυμολογεί από το σλαβ. vagan “ξύλινη γαβάθα”. Πιθανώς από
το <μεσν. λατ. vagna.

Βαγιωνάς/Βαγιόνης/Βαγιονάκης/Βαγιανόγλου κοκ-
Από το βαφτ. Βάϊος, Βάγια, Βαγιώνα, <μτγν. βάιον, και βάγια, τα κλαδιά από
φοίνικα, δάφνη κλπ, που δίνονται στους εκκλησιαζόμενους την Κυριακή των Βαΐων.

Βαζούρας/Βαβούρας
Από το δημωδ. βαβούρα, και βαζούρα ιδιωματικά, ο ενοχλητικός θόρυβος,
η βοή, φασαρία, <μεσν. βαβούρα, ηχομιμ. < ελνστ. βαβ (άζω) `φωνάζω΄
-ούρα.
Βακράτσης
Από το τουρκ. bakrac, μικρό δοχείο για μεταφορά νερού, ν.ε. μπρακάτσια.Μπακράτσης/Βακράτσης ίσως ο κατασκευαστής ή έμπορων των
συγκεκριμένων δοχείων.

Βαληνάκης
Από το πατριδωνυμικό Βαληνός/Βαλινός, ο καταγόμενος από το χωριό Βαλής
του νομού Ηρακλείο, κατά το Πατρινός, Ζακυνθινός, Κομνηνός, Καντακουζηνός κτλ.

Βανδής
Από το μεσν. βάνδον, το. Στρατιωτική σημαία και συνεκδ. στρατιωτική
μονάδα. <ουσ. βάνδα<μεσν. λατ. bandum.

Βαξεβάνης (Μπαχτσεβάνης)
Από το τουρκ. bahçıvan- bahçe- κήπος, ο περιβολάρης, με φωνητικό
εξελληνισμό.

Βαρβάκης
Από την ιδιωμ. λέξη βαρβάκι, πουλί νυχτόβιο με μεγάλα στρογγυλά μάτια, και
φυτό.

Βαρβαρίγος
Από το βενετσιάνικο επώνυμο Barbarigo, μάλιστα ο Agostino Barbarigo, ήταν
δόγης της Βενετίας από το 1486 ως το 1501.
Σύμφωνα με το Ιστορικό Λεξικό Ζακύνθου του Ζώη, η οικογένεια καταγόταν
από την οικογένεια των Βαρβαρίγων της Βενετίας, αφού πρώτα είχε
εγκατασταθεί στην Κρήτη.
Βαρβαρήγοι υπήρξαν και Προβλεπτές της Βενετίας, στη Ζάκυνθο.

Βαρβατσούλιας
Κεφαλλ. Ιδιωμ. λέξη βαρβατσούλια, η βαρειά οσμή που έχουν οι …εργένηδες
τράγοι.
Σχετικό με το «βαρβάτος» και την κατάληξη –ίλα (βλ.προβατίλα, ξινίλακ.α.)

Βαρβιτσιώτης
Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το χωριό Μπαρμπίτσα (Βαρβίτσα) της
Λακωνίας, πατρίδα του μεγάλου προεπαναστατικού κλεφτη του Ζαχαριά
Μπαρμπιτσιώτη.

Βαρδής/Βαρδινογιάννης
Από το βαφτ. όνομα Βαρδής, σύνηθες από Έλληνες σε βενετοκρατούμενες
περιοχές (Κρήτη, Κυκλάδες κτλ) , από το βενετσιάνικο Baldin, εξελληνισμένο
φωνητικά.
Το βεν. Valdin με τη σειρά του προέρχεται αποτο αρχ.γερμ.Baldawin

Βαρθακούρης
Από το ιδιωμ. βαρθάκι, το βατράχι, συν την υποκορ. κατάληξ. –ούρης.

Βαρνακιώτης
Επώνυμο γνωστού αγωνιστή του ’21. Το επώνυμο εθνικό, δηλώνει
καταγωγή από το χωριό Βάρνακας, οικ. νομού Αιτωλοακαρνανίας, δ. Αλυζίας.

Βασσάρας
Σχετίζεται με το τοπωνύμιο Βασσαράς, χωριό της Λακωνίας. Δεν είναι σπάνιο
(ούτε όμως και σύνηθες) να δημιουργούνται πατριδωνυμικά επώνυμα με την
απλή πρόσθεση του τελικού -ς, όπως Λοιδωρίκης, Σαμοθράκης, Σαλονίκης
κτλ.
Όσον αφορά την ετυμολογία του τοπωνυμίου απο το οποίο προέρχεται
πιθανώς και το επώνυμο, η επικρατέστερη άποψη είναι οτι σχετίζεται με την
αρχ. και μεσν. ελλ. λέξη βάσσα-τόπος φαραγγώδους κοιλάδας.
Την άποψη αυτή δέχεται ο καθ.Δ. Β. Βαγιακάκος, ‘ (Αρχαία καί μεσαιωνικά
τοπωνύμια έκ Μάνης, Ελληνικά 15 (1957) , σελ. 207-208) .

Βασκαντάρης.Βασκαντήρας
Από την ηπειρ. ιδιωμ. λέξη βασκαντάρι/βασκαντήρα, όστρακο θαλάσσιο, όπου
κρεμούν οι μητέρες στο λαιμό των παιδιών τους προς αποφυγή βασκανίας.

Βαφιάς/Βαφέας/Βαφειάδης/Βαφίδης/Βαφίνης/Βαφόπουλος
Από το δημωδ. βαφιάς, ο ελαιοχρωματιστής, ο μπογιατζής, <αρχ. βαφεύς.

Βεδούρης
Από το δημωδ. βεδούρι/βεδούρα, ξύλινο ποιμενικό δοχείο, καρδάρα, μτφ. ως
επίθετο δηλώνει τον παχύ και βραχύσωμος άνθρωπο.

Βελέντζας
Από τη ν.ε. βελέντζα, χοντρό και βαρύ μάλλινο υφαντό με ή χωρίς φλόκια,
που το χρησιμοποιούσαν ως κλινοσκέπασμα• (πρβ. φλοκάτη) . τουρκ. velenç
(e) -α

Βελιμέζης
Από το τουρκ. bilmez, ο αμαθής, αχάριστος.

Συνεχίζεται

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #9  
Παλιά 28-12-14, 10:49
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Συνεχίζω το θέμα...

Βελόπουλος/Βελής/Βελίδης/Βελιδάκης/Βελλής κτλ
Από το τουρκ. veli, φύλακας, προστάτης, και άνθρωπος κοντά στον Θεό.
Λιγότερα πιθανό από το δημώδ. βέλο, λεπτό και διαφανές ύφασμα,
παλαιότερα.
Ίσως με το δεύτερο να σχετίζεται και το επώνυμο Βελός, που αναφέρεται το
1264 στην Κεφαλονιά.

Βέρρας/Βερόπουλος/Βεράκης/Βερίδης/Βερούσης κ.α.
Μητρωνυμικά επώνυμα από το θηλ. βαφτ. Βέρ (ρ) α, από το ιταλ. Vera, από
το επίθ. vero<λατ. verus-αληθινός, σωστός-.

Βεργής
Επώνυμο από το βαφτ. Βεργής, ήδη από την παλαιολόγεια εποχή ως
βαφτιστικό και ως επώνυμο (1370-Πόλη, 1301-Χαλκιδική, κτλ) . Το βαφτ.,
και ως Βεργής, Βέργος, Βέργω προήλθε από τη λέξη βεργί, ευλύγιστη
ράβδος.
Παρόμοια βαφτιστικά που βασίστηκαν σε αντικείμενα μπορούν να θεωρηθούν
τα Συρμώ-Συρμή (σύρμα) , Βελούδω (βελούδω) , Μπαλάσης (μπαλάσι, είδος
πολύτιμου λίθου) , Πιπερώ (πιπέρι) και αρκετά άλλα που δεν χρησιμοποιούνται
πλέον.

Βερεμής
Από το ν.ε. βερέμης, <τουρκ. verem, χτικιό, ο χτικιάρης και κατ’επέκταση ο
δύστροπος.

Βερνίκος
Από το δημωδ. βερνίκι, ρευστή, ρητινώδης ουσία που χρησιμοποιείται ως
επίχρισμα σε διάφορες επιφάνειες για στίλβωση ή και για προστασία, πιθανώς
αυτός που έφερε το επώνυμο ήταν κατασκευαστής ή έμπορος του προϊόντος.
βερενίκιον

Βεσκούκης
Από το αρβανίτικο veshqok, ο έξυπνος, το ξεφτέρι.

Βετούλης
Από το ιδιωμ. βετούλι, το νεογέννητο κατσικάκι.

Βηλαράς-Από το μεσν./νεοελλ.βηλάρι, το
1) Ύφασμα του αργαλειού,
2) Παραπέτασμα: να σηκώσουν τα βηλάρια του μίσκαν, <λατ. velarium, η λέξη
στα ελληνικά : ιον τον 6. αι. και ιν το 10. αι.,

Βλάτης/Βλάττης
Από το δημωδ. βλάττι (ν) - βλατί, πολυτελές μεταξωτό ύφασμα, συν.
πορφυρό, και συνεκδ. ένδυμα ή κάλυμμα από αυτό.Ως επώνυμο αναφέρεται
ήδη από τον 14ο αιώνα ως Βλατής (Βλατής Θεόδωρος-μητροπ.Θεσσ/κης{1371)
Βλατάς, Βλατερός κτλ
Βλάχος/Βλαχογιάννης/Βλαχόπουλος/Βλαχάκης κτλ-
Από το μεσν. & δημώδ. βλάχος,
1) ο βλαχόφωνος, ο ομιλών βλάχικη-λατινογενή διάλεκτο,
2) ο ορεσίβιος, και νομάδας ποιμένας,
3) ο άξεστος, αγροίκος, ο χωριάτης.
Βλάχους λέγανε παραδείγματος χάρη και οι Χιώτες τους προύχοντες
συμπατριώτες τους που ξενιτεύονταν στη Βλαχία, όπως επίσης βλάχους
ονομάζουν οι Μανιάτες όλους τους υπόλοιπους Πελοποννήσιους.
Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα με τύπους όπως, Βλαχοϊάννης
(1279-Χαλκ/κη) , Βλαχόπουλος (1316-Σέρρες, 1440-Πάτρα) , Βλάχος (1264- Κεφαλονιά) κτλ.

Βλίτας-από τη ν.ε. λέξη βλίτο, αρχ. ουσ. βλίτον

Βολουδάκης/Βολούδης
Επώνυμο Σφακιανής οικογένειας, που είναι κλάδος των Πατακών.
Η μόνη ερμηνεία που μπορώ να δώσω όσον αφορά την ετυμολογία του επων.
Βολούδης, είναι να σχετίζεται με το δημωδ. βόλος, μικρή σφαίρα από γυαλί,
η μπίλια, <αρχ. βῶλος. Η κατάληξη –ούδης, από το υποκοριστικό επίθημα
ουδέτερων ουσιαστικών, -ούδι, μσν. -ούδιν < ελνστ. –ούδιον. Σχετικό
επώνυμο αναφέρεται στην Κρήτη (Κάλαμος) , τον 14ο αιώνα, Βόλακας, που
σχηματίστηκε από το ίδιο θέμα και την μεγενθ. αρσενικών ονομάτων –άκας.

Βορίδης/Βοριάς/Βορέας/Βοράκης
Από το δημ. βοριάς, βορέας, ο βόρειος άνεμος, μσν. βοριάς < αρχ. βορέας.
Ίσως να χρησιμοποιήθηκε και σαν βαφτιστικό.
Παρόμοια επίθετα Πουνέντης, Μαΐστρος, Σιρόκος κτλ.

Βόσκαρης-
Από το δημωδ. βόσκαρης, ο βοσκός συν την υποκορ. καταλ. –άρης.

Βουλάρης
Από το μεσν. βουλάριος, ο γραμματέας της μητρόπολης, εντελταμένος να
φυλάει τη σφραγίδα.

Βουρλής/Βούρλας/Βουρλός
Από το δημωδ. βούρλα, αλλιώς η μούρλα/μούρλια, η τρέλα, η μανία, πρβλ.
βουρλίζω, βούρλισμα.< μσν. βουρλίζω `τρέμω σαν βούρλο΄<ελνστ. βροῦλον.

Βουζουνάρας
Από το ιδιωμ. βουζούνι-α, το απόστημα, το σπυρί-καλόγερος.
Η λέξη βουζούνι, από το ιδιωμ. βουζ- ούνι<βύζα+-ούνι. Η κατάλ. –άρας ως
μεγενθυτική, πρβλ. Κωνσταντάρας, Γιανναράς κτλ.

Βουτσάς
από τη λέξη βούτσι+ επαγγελ. καταλ. -άς, βαρέλι. Β.=βαρελάς. (Τριαντ.) ,

Βρεττός/Βρεττάκος
Απο το δημ. βρετός, ο ευρημένος, ο ευρετός,
1) “επί νηπίων, το υπό των οικείων του εγκαταλειφθέν και ευρεθέν υπό τινός,
το έκθετον,
2) νήπιον υπό των γονέων του αποτεθέν έμρποσθεν της εκκλησίας, είτε εν τη
οδώ, ινά αναλάβη την βάπτισιν του ο πρώτος τυχών διαβάτης.
Σύμφωνα με τον Βαγιακάκο, «Μανιάται εις Ζάκυνθον», το όνομα Βρετός, ως
βαφτιστικό, είναι σύνηθες στη Μάνη.
Έτσι καλείται το εκτεθειμένο από τους γονείς του βρέφος και αργότερα
ευρεθέν (βρετό) από άλλους, και ονομάζεται έτσι από πρόληψη πιστεύοντας
ότι έτσι θα απόφευχθεί ο θάνατος του βρέφους. Σαν επώνυμο, τουλάχιστον,
από τον 14ο αιώνα, με την αρχική μορφή Ευρετός, στην Χαλκιδική (1318) .
Την ίδια έννοια έχει και το ιταλ. Esposito, πολύ διαδεδομένο επώνυμο στην
Ιταλία.

Βρούχας/Βρούχος/Βρουχάκης
Από το ιδιωμ. βρούχος, είδος μεγαλόσωμης ακρίδας, από το αρχ. βρούκος,
Ησύχ.Γλώσσ. «βρούκος-ακριδών είδη Ίωνες.
Κύπριοι δε την χλωράν ακρίδα βρούκαν».

Βουτσινάς
Από το δημωδ. βουτσίνα (βυτίνα, βουτίνα, μπουτίνα, μπουτινέλος) , είδος
μεγάλος κάδου για ποιμενική χρήση, η βούτα ή βούτη αλλού.
Η παραγωγική καταλ.-άς, δηλώνει επάγγελμα πρβλ. φαναράς, βαρελάς,
βουτσάς, βαγενάς κτλ

Βρούβας
Από τη λέξη βρούβα, είδος άγριου χόρτου.Και η έκφραση «τρώει βρούβες» για
τον εύπιστο.

Συνεχίζεται....

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
  #10  
Παλιά 18-01-15, 15:44
Το avatar του χρήστη AVATARGR-1
AVATARGR-1 Ο χρήστης AVATARGR-1 δεν είναι συνδεδεμένος
Senior Member
 
Εγγραφή: 31-12-2013
Περιοχή: ΑΘΗΝΑ
Μηνύματα: 2.132
Προεπιλογή

Φίλοι μου καλησπέρα σας.

Συνέχεια.....

Βρούτσης/Βούρτσης
Από το μεσν. (και σημ.ιδιωμ.) βρουτσί (ν) , μικρή βούρτσα από τρίχες χοίρου,
<ουσ. βρούτσα. Ως επώνυμο με τη μορφή Βούρτζης, ήδη τον 11ο αιώνα.
(J.-Cl. Cheynet, C. Morrisson and W. Seibt)

Βρυώνης
Από το μτγν/μεσν. βρυώνης, είδος αμπέλου.
Επώνυμο ήδη από την Παλαιολόγεια εποχή.
Διευκρινιστικά ο γνωστός τουρκαλβανός Ομέρ Βρυώνης όφειλε το «επώνυμο»
του στον τόπο καταγωγής του, χωριό Βρυώνη στη νότια Αλβανία.
Και στα ν.ε. βρυωνιές είδος φυτού.

Βωβός
Από το μσν. βωβός, ο άλαλος, ως επώνυμο καταγράφεται τον 11ο αι. από
τον Κεδρηνό (Georgius Cedrenus, Bonnae, 1838-1839, II, 451, 18) .

Βώκος
Από το δημωδ. βώκος, ο μη αντιλαμβανόμενος, ο ανόητος, ο μπουνταλάς,
<αρχ.βώκος, βούκος, ο γελαδάρης.
Το επώνυμο Βώκος ήταν το επώνυμο της οικογένειας των Μιαούληδων, η
οποία καταγόταν από τα Φυλλά Ευβοίας.

Συνεχίζεται...

Ευχαριστώ.
__________________
ΑΝ ΝΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΜΗΝ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ....
Το αληθινό νόημα της φώτισης είναι να κοιτάς όλη τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια [Καζαντζάκης Νίκος]
Απάντηση με παράθεση
Απάντηση στο θέμα


Δικαιώματα - Επιλογές
Δεν μπορείτε να προσθέσετε νέα threads
Δε μπορείτε να απαντήσετε
Δεν μπορείτε να προσθέσετε συνημμένα
Δεν μπορείτε
BB code είναι σε λειτουργία
Τα Smilies είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας [IMG] είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας HTML είναι εκτός λειτουργίας



Όλες οι ώρες είναι GMT +2. Η ώρα τώρα είναι 07:48.


Forum engine powered by : vBulletin Version 3.8.4
Copyright ©2000 - 2025, Jelsoft Enterprises Ltd.