Home » από Μέλος Gateway Team, Αρχαία Μυστήρια - Πολιτισμοί, Συνεντεύξεις
από Μέλος Gateway Team Αρχαία Μυστήρια - Πολιτισμοί Συνεντεύξεις

Χαρίκλεια Τσοκανή: Χορός, Μουσική και Έκσταση στην αρχαία Ελλάδα

 

Ποια η σημασία των αρχαίων ελληνικών μουσικοχορευτικών δρωμένων για τους προγόνους μας; Υπάρχουν στοιχεία τους που αντανακλώνται στο σήμερα και τα οποία ανιχνεύονται μέσα από τα υπάρχοντα ερευνητικά εργαλεία;

Η καθηγήτρια Χαρίκλεια Τσοκανή αποτελεί αναμφίβολα μία από τις πιο προωθημένες ελληνίδες ακαδημαϊκούς. Τα ιδιαίτερα ερευνητικά της ενδιαφέροντα της, σε συνδυασμό με το βάθος και την ποιότητα των μελετών της, αποκρυσταλλώνονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα συγγραφικά έργα που έχει μέχρι στιγμής παρουσιάσει. Στις επόμενες γραμμές έχετε τη δυνατότητα να λάβετε γνώσεις και πληροφορίες που σχετίζονται με  ορισμένες άγνωστες -σε γενικές γραμμές- πτυχές της αρχαίας μουσικοχορευτικής μας παράδοσης.

 

 Από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια κυκλοφορούν εδώ και μερικά χρόνια δύο πολύ ενδιαφέροντα βιβλία που έχετε συγγράψει: «Η Κραυγή της Μέδουσας» και η «Μουσική Μανία». Πείτε μας λίγα λόγια για το περιεχόμενό τους.

H «Kραυγή της Μέδουσας» είναι μια πολιτισμική μελέτη σχετικά με τον μύθο της Μέδουσας. Το ενδιαφέρον μου επικεντρώνεται στο γεγονός τής δημιουργίας του αυλού από την θεά Αθηνά μετά τον αποκεφαλισμό του «τέρατος». Καθώς η Μέδουσα αφήνει την τελευταία της πνοή, και η κραυγή της μαζί με την νικηφόρα ιαχή τού Περσέα αφυπνίζουν τις κοιμώμενες αδελφές της Γοργόνες, οι οποίες στη συνέχεια καταδιώκουν τον ήρωα με τον απειλητικό θρήνο τους, η συμπαριστάμενη στον ήρωα θεά διεγείρεται από τον πρωτόγονο αυτό ήχο και δημιουργεί τον αυλό και την τεχνική του.

Ερμηνεύοντας το σχετικό μυθολογικό υλικό, υπό το πρίσμα της πλατωνικής φιλοσοφίας καθώς και της θεωρίας των συμβολικών μορφών του Ερνστ Κασσίρερ, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το σύμβολο της Μέδουσας είναι το μυθικό πρόπλασμα των ά-λογων ορεκτικών ψυχικών δυνάμεων τις οποίες αργότερα ο Πλάτων θα αποκαλέσει επιθυμητικόν και θυμοειδές. Oσον αφορά το περιστατικό τού αποκεφαλισμού τής Μέδουσας -που αποτελεί και το κεντρικό στοιχείο του μύθου- η μυθική συνείδηση δείχνει να αναγνωρίζει στο συγκεκριμένο συμβάν το σχίσμα που συντελείται στο εσωτερικό της: τη διαφορά ανάμεσα στην μαγική σκέψη και στην διασκεπτική λειτουργία τής συνείδησης που αντιλαμβάνεται τους περιορισμούς τους οποίους ορθώνει η πραγματικότητα απέναντι στη δράση του υποκειμένου. Απ’ αυτή την άποψη, το μυθικό υποκείμενο Περσέας φαίνεται να παραπέμπει στην ηγεμονική λειτουργία της ψυχής, τη λογική της διάσταση, ενώ το σύμβολο της Μέδουσας στο ψυχικό υπόβαθρο των επιθυμιών και των συναισθημάτων.

Το βιβλίο με τίτλο «Μουσική Μανία» είναι αφιερωμένο στα θέματα της έκστασης και του ενθουσιασμού, τα οποία ερευνώ, από την πλευρά της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας, σε σχέση με το φαινόμενο τής δημιουργίας στην διονυσιακή τελετουργική του έκφανση.

 

Θα μπορούσατε να μας αναφέρετε κάποια πράγματα αναφορικά με τη σημασία που είχε για τους αρχαίους Eλληνες η μουσική παιδεία και η σύνδεσή της με τον εύρυθμο βίο; Πώς συνέδεσαν την πρώτη με τους μύθους τους και ποιες ανάγκες εξυπηρετούσαν οι μουσικοί συμβολισμοί πίσω από τις θεϊκές έννοιες;

Οπως με τον αρχαιοελληνικό όρο, παιδεία υπονοείται γενικότερα η ορθή ανα-τροφή, δηλαδή η εκπολιτιστική αγωγή του ατόμου και όχι μόνον η διανοητική του εξάσκηση μέσω της παροχής γνώσεων, έτσι και με τον όρο μουσική παιδεία δεν εννοείται αποκλειστικά η διαδικασία εκμάθησης της τέχνης των ήχων. Για τον Πλάτωνα, πεπαιδευμένος πολίτης ήταν αυτός που γνώριζε να χορεύει και να άδει καλώς. Αυτή η αντίληψη για την μουσική, την οποία δεν συναντάμε σε άλλον πολιτισμό, αποκαλύπτει την πεποίθηση ότι η μουσική καλλιέργεια είναι προϋπόθεση για την ευρυθμία της πόλεως και για το ευ ζειν του πολίτη.

Γι’ αυτό και ο Πλάτων στους «Νόμους» υποδεικνύει την «δια βίου» εκπαίδευση δια της μουσικής. Στο πλαίσιο των συμποσίων, εκεί όπου οι άνθρωποι ψυχαγωγούνται με το ομαδικό τραγούδι, προσφέρεται η ευκαιρία επανόρθωσης της παιδείας τους, η οποία έχει φθαρεί από τις τριβές και τις συγκρούσεις των συμφερόντων κατά τις καθημερινές συναλλαγές.

Ωστόσο, η αντίληψη της μουσικής ως τέχνης η οποία συμβάλλει καθοριστικά στην ευρυθμία του βίου, δεν φαίνεται να αποτελεί επινόηση των φιλοσόφων. Οι απόψεις τού Πλάτωνος, του Αριστοτέλη και άλλων ομολόγων τους, δείχνουν ότι οι στοχαστές αυτοί αντλούν τα ερείσματά τους από την παράδοση του έπους και του μύθου. Αν προστρέξουμε σ’ αυτή την παράδοση της προφορικότητας, η οποία διαμόρφωσε τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά των θεϊκών και ηρωϊκών οντοτήτων, θα παρατηρήσουμε το εξής παράδοξο: ότι η τεχνολογία της μουσικής δεν θεωρείται έργο τού Απόλλωνος και του Διονύσου, θεοτήτων που εποπτεύουν τη λειτουργία της μουσικής, αλλά θεοτήτων όπως η Αθηνά και ο Ερμής, των οποίων το έργο δεν έχει μουσικό, αλλά ευρύτερα παιδαγωγικό προσανατολισμό.

 

Γιατί επιλέξατε να εργαστείτε πάνω στο μύθο του Περσέα και της Μέδουσας;

Η Μέδουσα είναι διαχρονικά και διαπολιτισμικά η πιο περιεκτική σε σημασίες και πολυσυζητημένη αρχαιοελληνική μυθική οντότητα εξαιτίας του αλλόκοσμου και αινιγματικού χαρακτήρα της. Αλλοτε απεικονίζεται ως αποκρουστική γυναικεία μορφή με επίφοβα ζωώδη χαρακτηριστικά, που προβάλλουν το πρόσωπό της ως αποτρόπαιο προσωπείο, και άλλοτε αποτυπώνεται ως σαγηνευτικό θηλυκό πλάσμα.

Εκείνο που με παρακίνησε να μελετήσω αυτόν τον μύθο ήταν η διάσταση που υπήρχε ανάμεσα στις ερμηνείες τής πρώϊμης και ύστερης αρχαιότητας από τη μια πλευρά, και σε εκείνες που υιοθέτησε η νεώτερη δυτική παράδοση από την άλλη, κυρίως η καταληκτική ετυμηγορία της τελευταίας (προϊόν εν πολλοίς της φροϋδικής προσέγγισης της Μέδουσας) που αποδίδει στο σύμβολο αυτό ένα αποκλειστικά εκφοβιστικό, έως και θανατηφόρο περιεχόμενο.

 

 

 

Με ποιόν τρόπο κάνετε τη σύνδεση με τη σύλληψη του μουσικού οργάνου του αυλού και γιατί θεωρείτε τον ήχο και τις εκφραστικές δυνατότητες του τελευταίου ως «νόμο για τον έλεγχο του θυμοειδούς και για την εξισορρόπηση των συναισθημάτων»;

Η σύνδεση αυτή γίνεται από τον Πίνδαρο, ο οποίος στον 12ο Πυθιόνικο αναφέρει ότι η θεά Αθηνά δημιουργεί τον αυλό και την τέχνη του με την μορφή ενός Νόμου. Ο αυλός είναι το όργανο που θα αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε πολλαπλές περιστάσεις του αρχαιοελληνικού βίου: σε επικήδειες τελετές, ως συνοδευτικό «εργαλείο» καθημερινών ασχολιών, ως όργανο εμψυχωτικό των αθλητών στον αγωνιστικό στίβο, ως όργανο αναψυχής σε θεατρικές αναπαραστάσεις του τραγικού μύθου και κυρίως ως όργανο «οργιαστικό» στις μυστικές εκστατικές τελετές του Διονύσου. Για να κατανοήσουμε την καταλυτική επίδραση τού αυλού στον ακροατή του, θα πρέπει να μην ξεχνάμε ότι το όργανο αυτό είναι το μηχανικό υποκατάστατο της φωνής. Και ως τέτοιο, είναι το σύμβολο μιας ζώσας παρουσίας.

Αυτό το χαρακτηριστικό του αυλού είχε ως αποτέλεσμα αφενός να εξοβελισθεί το όργανο κατά την κλασσική αρχαιότητα από την μουσική εκπαίδευση των νέων (επειδή το παίξιμό του εμπόδιζε τον οργανοπαίκτη να χρησιμοποιεί την φωνή του υποβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο της ως οργάνου του λόγου), και αφετέρου, σε άλλες συνθήκες, να εξαρθεί η αξία του επειδή το άκουσμά του συμβάλλει στο να καλύπτονται και να επανορθώνονται οι ατέλειες τής άδουσας, ακόμη και της ομιλούσας φωνής. Την δυνατότητα αυτή του πνευστού αξιοποιούσε επί μακρόν ο Ρωμαίος ρήτωρ Γάϊος Γράκχος. Ο ευέξαπτος Γάϊος ζητούσε από τον υπηρέτη του να τον ακολουθεί στις ομιλίες του με το πνευστό όργανο συρρίγγιον, το οποίο έπαιζε για να διορθώνει τον τραχύ τόνο της φωνής τού κυρίου του, που μεταβαλλόταν συχνά σε κραυγή εξ αιτίας του θυμώδους χαρακτήρα του. Το παράδειγμα αυτό, που μας το παραδίδει ο Πλούταρχος, φανερώνει ότι οι ρωμαίοι πολίτες είχαν υιοθετήσει την ελληνική άποψη ότι το θυμοειδές (η ψυχική περιοχή των συναισθημάτων) είναι δυνατόν να ελέγχεται και να καθίσταται, κατά περίστασιν, άλλοτε πραότερο και άλλοτε ενεργητικότερο υπό την επήρεια των έμμετρων μελωδικών δρόμων ή Νόμων, όπως αποκαλούσαν τις μελωδίες οι αρχαίοι Ελληνες.

 

 Γιατί ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να υπερβαίνει τους περιορισμούς της καθημερινότητάς του και να εξερευνά τον εαυτό του και τον κόσμο μέσα από εκστατικές εμπειρίες που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «μεταφυσικές»; Πώς γίνεται κάτι τέτοιο εφικτό στον αρχαίο κόσμο μέσω της μουσικής και του χορού και ποια είναι σε αυτό το σημείο η σημασία της έννοιας του «ενθουσιασμού»;

Η συνειδητοποίηση ότι καθετί ένυλο υφίσταται τον μερισμό και υπόκειται στην φθορά είναι μια συγκλονιστική διαπίστωση για τον άνθρωπο που αντιπαραβάλλει το πεπερασμένο της υλικής του ύπαρξης με την αιωνιότητα του πνεύματος. Εάν δεχτούμε ότι το πνεύμα είναι η τελειοποιητική δυνατότητα του ανθρώπου χάρη στην οποία είναι δυνατόν να καταστεί άφθαρτος, τότε μπορεί να γίνει κατανοητή η πανανθρώπινη αναζήτηση τής εκστατικής εμπειρίας.

Η εκστατική κατάσταση είναι ποθητή επειδή επιτρέπει στο άτομο να μεταβεί από τον ευμετάβολο και διασπασμένο κόσμο της καθημερινότητας στη συμπαντική ενότητα τού αναλλοίωτου και αιώνιου. Το βίωμα αυτό το διαπερνά μια πνοή ιερότητας, δεδομένου ότι σ’ αυτή την ψυχικο-πνευματική κατάσταση κυριαρχεί το μυστικό και αποκαλυπτικό στοιχείο το οποίο δεν είναι δυνατόν να έρθει χωρίς ενθουσιασμό, χωρίς δηλαδή το άτομο να δεχθεί μια έξωθεν και άνωθεν παρώθηση. Ενθουσιασμένος θεωρείται εκείνος που εμφορείται από ένα τέτοιο εξυψωτικό πνεύμα, εκείνος που νιώθει να τον διαπερνά ένας θείος άνεμος που του προσδίδει την «έμπνευση». Η μουσική και ο χορός είναι οι κατ’ εξοχήν τέχνες που για να συσταθούν έχουν ως προϋπόθεσή τους την έμπνευση, και οι οποίες μεταδίδουν τον ενθουσιασμό κατά την εκτέλεσή τους. Η διονυσιακή έκσταση στηρίζεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο σ’ αυτές τις τέχνες, η συγκρότηση των οποίων είναι τέτοια που φανερώνει τον ιερό χαρακτήρα των διονυσιακών δρωμένων.

 

Ποιος ήταν σε -ατομικό και συλλογικό επίπεδο- ο ρόλος των Βακχικών/Διονυσιακών τελετουργιών; Μιλήστε μας για τη σημασία της κυκλικής χορευτικής κίνησης. Ποια η σχέση που τη συνδέει με την ίαση και την θεραπεία σε πρακτικό και συμβολικό επίπεδο.

Στην έρευνά μου σχετικά με την «Μουσική Μανία», ακολουθώντας την νεοπλατωνική ανάγνωση των βακχικών μυστηρίων, προσπάθησα να δείξω τον απόκρυφο θεολογικό προσανατολισμό της οργιαστικής τελετουργίας του Διονύσου. Η ανάλυση του ειδικού τρόπου οργάνωσης των μουσικοχορευτικών δρωμένων συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης. Για παράδειγμα, η εμμονή στην κυκλοτερή κίνηση ως αρχή της ρυθμικο-μελωδικής συγκρότησης της μουσικής και του χορού στα διονυσιακά δρώμενα, φαίνεται να έχει το ιδεατό της θεμέλιο σε μια κοσμοαντίληψη η οποία δέχεται ότι το σύμπαν κινείται κυκλικά.

Πρόκειται για μια ακατάληκτη συστροφική κίνηση όλων των στοιχείων που περιφέρονται και ανακυκλώνονται μέσα στην σφαίρα του σύμπαντος γύρω από ένα συνεκτικό κέντρο. Ο συμβολισμός του κύκλου, λοιπόν, συμβάλλει στην σύλληψη τού οντολογικού περιεχομένου της θεότητας, η οποία ουδέποτε εξέρχεται από την ενότητά της και τη σφαιρική επικράτειά της όπου συγκεντρώνεται το πλήθος των δημιουργημάτων της.

Χορεύοντας κανείς κυκλικά, έχοντας στο κέντρο τού κύκλου τον μουσικό ερμηνευτή (ιδίως τον τυμπανιστή να συνοδεύει κατά κανόνα τον οργανοπαίκτη πνευστού), η ρυθμικο-μελωδική ενέργεια που εκπορεύεται από το κέντρο του κύκλου προς όλες τις κατευθύνσεις τής περιφέρειας διαμοιράζεται σχεδόν ισομερώς στους συντελεστές τού χορού. Αυτή η άμεση επικοινωνία τού ευρισκόμενου στο κέντρο μουσικού με τον καθένα ξεχωριστά ο οποίος βρίσκεται στην περιφέρεια του κύκλου, έχει ως συνέπεια, οι ιστάμενοι στην περιφέρεια να ενώνονται μεταξύ τους με ισχυρά ψυχικά δεσμά αφού δέχονται την ίδια αναλογία από τη μουσική ενέργεια που εκπορεύεται από το κέντρο του κύκλου. Ετσι η ψυχή, γνωρίζοντας την καθολική ενότητα ενθουσιάζεται, καθίσταται πρόθυμη να βγει από τον εαυτό της και να συνενωθεί με μια ξένη ύπαρξη. Μπορούμε να πούμε ότι ο άνθρωπος με την κυκλική κίνηση νεκρώνει τον αισθητηριακό εαυτό του, αφού, υιοθετώντας στα δρώμενα την κυκλική κίνηση, αντιστρατεύεται την λειτουργία των αισθητηρίων οργάνων η οποία επιτελείται σε ευθεία κίνηση. Ετσι το άτομο, εξερχόμενο από τον κόσμο της αίσθησης και των δεδομένων της, επιστρέφει σταδιακά στον απλό, απερίσπαστο, βαθύτερο εαυτό, ανα-γνωρίζοντας σ’ αυτή τη σπάνια και πρωταρχική ενότητα ένα θεμελιώδες στοιχείο της θεότητας. Αυτό το βίωμα φαίνεται πως είναι λυτρωτικό, απελευθερωτικό και ιαματικό.

 

Ολες αυτές οι γνώσεις που συζητάμε στην παρούσα συνέντευξη, αποτελούν διδακτέα ύλη των μαθημάτων που διδάσκετε στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο; Αν ναι, πώς αντιμετωπίζουν οι φοιτητές σας αυτού του είδους τα πεδία;

 Η φράση του Αριστοτέλη «πάντες άνθρωποι του ειδέναι ορέγονται φύσει» («όλοι οι άνθρωποι έχουν έμφυτη την όρεξη για την γνώση»), θα πρέπει άλλοτε να ίσχυε σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι σήμερα, εξακολουθεί όμως ακόμη να ισχύει για αρκετούς ενήλικες και κυρίως για τα παιδιά και τους νέους, για εκείνες δηλαδή τις υπάρξεις όπου η ανθρώπινη φύση λειτουργεί κατ’ οικονομίαν της ζωής και προς το αληθινό συμφέρον της.

Με δεδομένη λοιπόν την αρχή αυτή που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα ζωικά είδη, εμπιστεύομαι την κρίση των φοιτητών μου να κατανοούν ζητήματα που έχουν διαχρονική αξία, όπως είναι αυτά που θέτει ο μύθος και η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, θέματα τα οποία μετ’ επιτάσεως εξακολουθούν να ερευνώνται σε Πανεπιστήμια της αλλοδαπής με ιδιαίτερο κύρος.

Ο ελληνικός μύθος κατέχει ξεχωριστή θέση στην παγκόσμια σύγχρονη συνείδηση, όχι μόνον επειδή αποτελεί θεμέλιο της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και της ελληνικής φιλοσοφίας, μήτρας του δυτικού πολιτισμού, αλλά ακόμη, επειδή παρέχει βασικά στηρίγματα στις σημαντικότερες ψυχαναλυτικές θεωρίες που δεσπόζουν από τις αρχές του εικοστού αιώνα έως σήμερα: αυτές του Φρόϊντ, του Καρλ Γιούνγκ, του Π. Ντίλ και άλλων. Ισως κάποτε, η εγχώρια πανεπιστημιακή κοινότητα και οι πολιτικοί ιθύνοντες αντιληφθούν ότι και στην Ελλάδα είναι απαραίτητη μια πιο συστηματική διασύνδεση της έρευνας και της διδασκαλίας του μύθου με αυτήν της φιλοσοφίας   στον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Τελικά πόσο μακριά από την αντίληψη της απόκτησης της Αρετής και της Ελευθερίας, μέσα από τη μουσική παιδεία βρίσκονται οι σύγχρονοι Ελληνες. Εντοπίζετε ψήγματα αρχαίων αντιλήψεων και πρακτικών μέσα σε σύγχρονα μουσικοχορευτικά δρώμενα και έθιμα της πατρίδας μας ;

Από μόνη της η μουσική είναι ανήμπορη να βελτιώσει το ήθος του ανθρώπου, όπως η μουσική του Βάγκνερ δεν κατέστησε ενάρετους τους Γερμανούς στρατιώτες του τρίτου Ράϊχ. Ομως, περισσότερο από κάθε άλλη τέχνη, η μουσική μπορεί να οδηγεί τον ακροατή της με μυστικό και ευάρεστο τρόπο προς τους σκοπούς που χαράζει η νόηση. Απ’ αυτή την άποψη επιτελεί παράλληλα με τον ψυχαγωγικό της ρόλο και έναν ρόλο καθοδηγητικό. Ορισμένα είδη και τρόποι της μουσικής προσφέρονται περισσότερο γι’ αυτό τον σκοπό, άλλα λιγότερο και άλλα καθόλου.

Οσο για τους σύγχρονους Ελληνες, είναι πολλοί αυτοί που αγνοούν εντελώς την σημασία της αρχαίας λέξης αρετή και την συγχέουν με την αγνεία και τον χριστιανικό ασκητισμό, τοποθετώντας την έτσι εκτός ενεργού κοινωνικής ζωής -και ακριβώς γι΄ αυτό θεωρώντας την σχεδόν «εξω-πραγματική».

Το σύγχρονο τελετουργικό των Αναστενάρηδων είναι ένα εκστατικό τελετουργικό που φαίνεται να εμπεριέχει στοιχεία διονυσιακά. Απομένει στην έρευνα να αποδείξει το είδος και το μέγεθος της συγγένειάς του με τα αρχαία δρώμενα.

 

Who is Who: Η Χαρίκλεια Τσοκανή είναι επίκουρη Καθηγήτρια Μουσικής και Επικοινωνίας στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου, όπου  διδάσκει τα  μαθήματα:  Μουσική και Επικοινωνία, Μουσικοί μύθοι και τελετουργίες και Φιλοσοφία της Μουσικής∙        έχει  υπό την ευθύνη της   το Πολιτιστικό Εργαστήριο IV (Μουσική και Φωνητική  έκφραση).