Home » από Συνεργάτη Κοινότητας του Μεταφυσικού, Αρχαία Μυστήρια - Πολιτισμοί, Μελέτες
από Συνεργάτη Κοινότητας του Μεταφυσικού Αρχαία Μυστήρια - Πολιτισμοί Μελέτες

ΗΩΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΟΣ

ηως

«Εισάκουσέ με θεά, που δίνεις το φως στους ανθρώπους, ω Ηώ, ακτινοβολούσα με το κόκκινο λαμπρό φως κι αγγελιοφόρε του ενδόξου θεού, του λαμπρού Τιτάνα. Εσύ είσαι που τη σκοτεινή διαδρομή της νύχτας απομακρύνεις με την εμφάνισή σου στέλνοντάς την στα έγκατα της γης. Εσύ προηγείσαι των ανθρωπίνων έργων, αφού διευκολύνεις τη ζωή των ανθρώπων. Με την εμφάνισή σου ζωογονείται η γενεά των ανθρώπων, διότι κανείς δεν αποστρέφει το πρόσωπό του από εσένα, που είσαι η μεγαλύτερη θεά όλων, απομακρύνοντας το γαλήνιο ύπνο απ’ τα ανθρώπινα βλέφαρα κάνοντας κάθε άνθρωπο να τέρπεται αντικρίζοντας σε, όπως αυτό συμβαίνει σε κάθε ερπετό, σ’ όλες τις οικογένειες των ζώων, των πτηνών και πολλών γενών των θαλασσινών ζώων. Εσύ που οδηγείς συνεχώς τους ανθρώπους δίδοντάς τους την εργασία στη ζωή για να επιβιώσουν. Μακάρι, ω, αγνή και ευτυχή θεά, να καλύψεις με το άγιο φως σου τους μυημένους».
Έτσι υμνούσαν οι άνθρωποι ήδη από την δεύτερη χιλιετηρίδα π.Χ, την Ηώ την θεά της αυγής. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήτανε κόρη του Υπερίονα κι της Θείας ή της Ευρυφάεσσας και αδελφή του Τιτάνα Ήλιου και της Σελήνης. Αν και μία παραλλαγή την θέλει να είναι κόρη του Ήλιου και της Ευφροσύνης. Κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια θεωρήθηκε κόρη του Πάλλαντος, ενώ ο Ύγινος την θέλει κόρη του Υπερίονα και της Αίθρας, που ήτανε κόρη του Ωκεανού και της Τιθύος. Πάντως κατά την συνήθη εκδοχή η Αίθρα ήτανε σύζυγος του Τιτάνα ’τλαντα, με τον οποίον απέκτησε τις Υάδες. Για ότι αφορά τον Υπερίονα, από ένα κείμενο του Διόδωρου του Σικελιώτη προκύπτει πως ήτανε αυτός που κανόνιζε τις πορείες των πλανητών και των άστρων και πιστεύεται πως υπονοείται το κέντρο του γαλαξία μας γύρω από το οποίο περιφέρεται και ο ήλιος μας. «Ο Υπερίων λένε είναι εκείνος που επηρεάζει την κίνηση του ήλιου, της σελήνης και των άλλων άστρων, μέχρι και τον χρόνο που συντελείται για αυτές τις κινήσεις». Εξαιτίας της έλξεως του κέντρου του γαλαξία μας το ηλιακό μας σύστημα δεν μένει ακίνητο, αλλά κατευθύνεται ελικοειδώς προς ένα σημείο του ουρανού, που ονομάζεται ’πηξ, όπου σύμφωνα με τον Κων. Χασάπη σημαίνει τόσο την οποιαδήποτε αιχμή, όσο και το βασιλικό στέμμα. Αυτό το σημείο, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Χασάπη «ευρίσκεται σύμφωνα με τα τελευταία πειράματα εις τον μέγα αστερισμό του Ηρακλέους, πλησίον του αστέρος Όμικρον, ευρισκόμενος πλησίον του λαμπρού αστέρος Βέγα και αυτός ανήκων στον Ηρακλέα». Από την άλλη η Θεία είναι αυτή που τρέχει, από το ρήμα Θέω που σημαίνει τρέχω. Παιδιά αυτού του ζεύγους όπως είπαμε είναι η Ηώς (αυγή), ο Ήλιος και η σελήνη, δηλαδή η εναλλαγή της μέρας και της νύχτας που προκύπτει από την περιφορά της γης περί του άξονός της, καθώς και το ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ μέρας και νύχτας. Αυτό σημαίνει πως το ζεύγος του Υπερίονος και της Θείας σχετίζονται με τις δυνάμεις που αναγκάζουν τη γη να περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της. Επίσης στην Ωγυγία, ο Αθανάσιος Σταγειρίτης αναφέρει πως μητέρα της θεωρείτο και η γη, διότι φαίνεται σαν να προέρχεται από αυτή.
Το ζεύγος Υπερίων και Θεία είναι ένα από τα επτά τιτανικά ζεύγη που δημιούργησε η Ευρυνόμη και ότι κυβερνούν τον ήλιο. Αυτές, τώρα, οι δεκατέσσερις τιτανικές δυνάμεις παρουσιαζόμενες ως επτά ζεύγη που κυβερνούν τους επτά πλανήτες παραπέμπουν στα επτά διπλά γράμματα Β,Γ,Δ,Κ,Π,Ρ,Τ της Καμπαλά, όπου ο Θεός χάραξε, ανακάτεψε, ισορρόπησε και αντιμετέτρεψε αυτά τα γράμματα δημιουργώντας τους πλανήτες, τις ημέρες και τα ανοίγματα. Έτσι το ζεύγος Υπερίων-Θεία σχετίζεται με το γράμμα Κ, απ’ το οποίο έχει δημιουργηθεί ο ήλιος, η ημέρα Τρίτη και το δεξί ρουθούνι στο ανθρώπινο πρόσωπο.
Αν και ο κόσμος λάτρευε και υμνούσε την αυγή, εν τούτοις κάποιοι ορφικοί ύμνοι και πιο συγκεκριμένα ο ύπνος προς τον Απόλλωνα, δείχνει πως υπεύθυνος για το φαινόμενο τόσο του λυκαυγές όσο και του λυκόφωτος θεωρείται ο Αιθέρας με την συμμετοχή του ηλιακού φωτός. Το περίεργο όμως στον ύμνο αυτόν είναι πως το λυκαυγές και το λυκόφωτος έχουν διάρκεια 4 ώρες «διότι εσύ βλέπεις αυτόν τον απέραντο και καθαρό αιθέρα ολόκληρο, καθώς και τη γη άνωθεν, αλλά ακόμη και μέχρι 4 ωρών πριν τελειώσει και πριν αρχίσει η νύχτα. Κατά τον οποίον χρόνο επικρατεί άκρα γαλήνη, όταν εσύ βρίσκεσαι υπό τας ρίζας του σκότους και εκεί οράς τα πάντα, εκ των κάτω, αλλά και εξουσιάζεις των περάτων όλου του κόσμου». Όπως επισημαίνει ο Κ. Χασάπης, επειδή τόσο το λυκαυγές όσο και το λυκόφως δεν υπερβαίνουν τις 2 ώρες, το άνωθεν απόσπασμα αποκτάει κυριολεκτικό χαρακτήρα «μόνον εις τόπους, έχοντας φ=+50ο , και δη κατά την θερινήν τροπήν, η διάρκεια των φαινομένων τούτων παρατείνεται επί τοσούτων, συγχρόνως δε λυκόφως και λυκαυγές συμπλέκονται κατά τις μεσονυχτίου ώρας».
Από τον ομηρικό ύμνο πληροφορούμαστε πως ο Υπερίων παντρεύτηκε την ένδοξη αδελφή του την Ευρυφάεσσα, η οποία του γέννησε αγαπητά παιδιά, την Ηώ, τον Ήλιο και την Σελήνη. Η Ευρυφάεσσα εδώ είναι μία Τιτανίδα, επί της ουσίας όμως είναι επίθετο της Ηούς. Αριθμολογικά η Ευρυφάεσσα είναι η ολοκλήρωση της λέξεως ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ, που σημαίνει ευχάριστη είδηση. Πράγματι 577χ3,14=1811,78 δηλαδή 1812 ή άλλως ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ(577) χ 3,14=ΕΥΡΥΦΑΕΣΣΑ(1812). Όπως είπαμε το Ευρυφάεσσα είναι επίθετο της Ηούς, όντας ολοκλήρωση της λέξεως ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ, υποδηλώνεται η ιδιότητα της Ηούς ως αγγελιοφόρου του ηλιακού φωτός. Γράφει σχετικά με την ιδιότητα της Ηούς να φέρνει το φως ο Στάτιος στις Θήβες «και τώρα η Ηώς εγειρόμενη από το κρεβάτι του σύζυγό της του Τίθωνα, διασκορπίζει τις κρύες σκιές από τον ουρανό και τινάζεις τη δροσιά από τα βαθυκόκκινα μαλλιά της στις ακολουθούμενες ηλιακτίνες. Πλησίον της -διαμέσω των σύννεφων- ο ρόδινος Εωσφόρος στρέφει τις αργές φωτιές του και με τα αργά θυμοειδείς άλογά του αφήνει έναν ξένο κόσμο μέχρι ο σφαιρικός Πύρινος ήλιος να ανακτήσει πλήρως την σφαιρικότητά του και να απαγορέψει στην αδελφή του, την σελήνη, να σφετερίζεται το φως του».
Η Ηώς ανήκει στην δεύτερη γενιά Τιτάνων. Σύμφωνα με τους αρχαίους μύθους ήταν μια πολύ όμορφη γυναίκα, που ενίοτε απεικονιζόταν πτερωτή και την οποία ερωτεύτηκε ο ’ρης. Το ερωτικό του σμίξιμο με την Ηώ εξόργισε την Αφροδίτη, που την καταράστηκε να διακατέχεται από μία ακόρεστη επιθυμία για ωραίους άνδρες. Πιστεύεται πως η πεποίθηση αυτή συσχετίζεται είτε με τους κυνηγούς που φεύγουν από τα άγρια χαράματα για κυνήγι, με αποτέλεσμα να δίδεται η εντύπωση ενός διαρκούς ερωτικού παιχνιδιού με την αυγή, είτε επειδή η χρονική στιγμή της αυγής είναι που δημιουργεί στους άνδρες έξαψη. Εξαιτίας, λοιπόν, αυτής της κατάρας η Ηώς είχε πολλούς εραστές όπως ο Ωρίων, ο Κέφαλος, ο Τιθωνός, ο Κλείτος, ο Γανυμήδης, τον οποίον της τον άρπαξε ο Ζευς. Λέγεται πως παράλληλα με τον Γανυμήδη η Ηώς ήτανε ερωτευμένη και με τον Τιθωνό. Για αυτό και ζήτησε από τον Δία να κρατήσει αυτός τον Γανυμήδη, αλλά ως αντάλλαγμα να κάνει τον Τιθωνό αθάνατο. Αν και η Ηώς είχε αμέτρητους εραστές, εν τούτοις επίσημος σύζυγος της ήτανε ο Τιθωνός, από τον οποίον απόκτησε τον Ημαθίονα και τον Μέμνονα, τον βασιλιά των Αιθιόπων. Αναφέρεται πως η Ηώς και ο Τιθωνός ζούσαν στην ανατολή στις άκρες του Ωκεανού και ότι κάθε μέρα προτού ξημερώσει, εγείρεται η Ηώς από το ρόδινο κρεβάτι του άνδρα της. «η Ηώς (Αουρόρα) ωχρά ανατέλλει καθώς αφήνει το ρόδινο κρεβάτι του Τιθωνός-Βιργίλος Γεωργικά». Έτσι λοιπόν πριν ανατείλει ο ήλιος, η Ηώς ζεύει το άρμα της που το σέρνουνε δύο φτερωτά ροζ ή άσπρα άλογα, που ο Όμηρος κατονομάζει Λάμπο και Φαέθων. Μπροστά από αυτήν το δρόμο ανοίγει ο Εωσφόρος, το άστρο της αυγής, που οι Βαβυλώνιοι ονόμαζαν Ιστάρ. Αργότερα το άστρο Ιστάρ συνδέθηκε με την Αστάρτη, που οι αρχαίοι Έλληνες ταύτιζαν με την Αφροδίτη. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως οι Βαβυλώνιοι χαρακτήριζαν το άστρο Ιστάρ ως λιοντάρι που βρυχάται στον ουράνιο θόλο. Όμως επειδή οι αρχαίοι παρατήρησαν ότι το κόκκινο χρώμα που λαμβάνει ο ανατολικός ουρανός κατά το χάραμα, υφίσταται και στον δυτικό κατά τη δύση του ηλίου, θεώρησαν πως η Ηώς συντροφεύει καθ’ όλη την ημέρα τον ήλιο, μέχρι να δύσει. Ίσως για αυτό και στους τραγικούς ποιητές η αυγή ταυτίζεται με την ημέρα.
Ως προς τα παιδία που απέκτησε η Ηώς, ο Ησίοδος αναφέρει πως από την ένωσή της με τον Τιτάνα Αστραίο, γέννησε τους ανέμους, όλα τα άστρα καθώς και τον Εωσφόρο. Από τον Κέφαλο, τον γιο του Ερμή, απέκτησε τον Φαέθοντα, ενώ κατά τον Ύγινο από τον Κέφαλο απέκτησε τον Έσπερο και από τον Αστραίο την Αστραία, θεά της δικαιοσύνης. Από τον Τιθωνό, όπως προαναφέραμε απέκτησε τον Μέμνονα και τον Ημαθίονα, ενώ υπάρχει και η αναφορά πως ο Τιθωνός ήταν υιός του Κέφαλου και πατέρας του Φαέθοντα, που ίσως είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Τέλος από τον Μεγαμήδη απέκτησε τον Πάλλας, που θεωρείται και πατέρας της σελήνης, δηλαδή της αδελφής της. Αλλά εδώ μάλλον εννοείται το αστρικό σώμα και όχι η περίοδος της νύχτας, το οποίο συμβολίζει η Σελήνη η κόρη του Υπερίονα και της Θείας.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ο Αθανάσιος Σταγειρίτης συνέγραψε ένα εξαιρετικό πεντάτομο βιβλίο που έφερε τον τίτλο «αρχαιολογία ή Ωγυγία», όπου στο προσκείμενο προς την Ηώ κεφάλαιο μας δίνει συγκεντρωμένα όλα τα επίθετα που συνοδεύουν την Ηώ στα αρχαία κείμενα. Εμείς απλώς αντιγράφουμε: ΑΦΘΙΤΟΣ- ΑΙΓΛΗΕΣΣΑ- ΑΜΒΡΟΤΟΣ- ΑΚΡΟΦΑΝΗΣ- ΑΜΑΙΜΑΚΤΗ- ΑΕΞΙΦΥΤΟΣ- ΑΡΓΕΤΙΣ- ΒΟΩΠΙΣ- ΓΑΝΗΝΑΙΑ- ΓΛΑΥΚΗ- ΔΙΖΥΓΟΣ- ΔΝΟΦΕΡΑ- ΔΡΟΣΕΡΑ- ΔΥΣΩΝΥΜΟΣ- ΕΓΕΡΣΙΜΟΧΘΟΣ- ΕΥΣΜΗΡΙΞ- ΕΥΘΡΟΝΟΣ- ΕΥΠΛΟΚΑΜΟΣ- ΕΚΗΒΟΛΟΣ- ΗΡΙΓΕΝΗΣ- ΘΑΛΕΡΩΠΙΣ- ΘΕΣΠΙΗ- ΘΑΛΑΜΟΠΟΛΟΣ- ΘΕΣΚΕΛΟΣ- ΙΕΡΑ- ΙΠΠΟΤΗΣ- ΚΑΘΑΡΑ- ΚΡΟΚΟΠΕΠΛΟΣ- ΚΥΚΛΑΣ- ΛΑΜΠΕΤΗΣ- ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ- ΛΕΥΚΑΙΝΟΥΣΑ- ΛΙΜΕΝΟΣΚΟΠΟΣ- ΜΟΝΟΠΩΛΟΣ- ΠΟΤΝΙΑ- ΠΟΛΥΝΟΣΤΟΣ- ΠΑΛΙΔΡΟΜΟΣ- ΠΟΛΥΔΕΡΚΗΣ- ΡΟΔΟΕΙΔΗΣ- ΡΟΔΟΠΗΧΥΣ- ΡΟΔΟΠΕΠΛΟΣ- ΡΟΔΟΣΤΕΦΗΣ- ΤΕΡΨΙΒΡΟΤΟΣ- ΤΕΛΕΣΙΜΟΡΟΣ- ΦΑΕΣΙΜΒΡΟΤΟΣ- ΦΑΕΙΝΗ- ΦΑΕΣΦΟΡΟΣ- ΦΑΙΔΙΜΟΣ- ΦΛΟΓΕΡΑ- ΧΡΥΣΟΘΡΟΝΟΣ- ΧΡΥΣΟΠΕΔΙΛΟΣ- ΧΟΡΟΤΕΡΠΗΣ- ΧΕΙΟΝΟΠΕΖΑ- ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ- ΧΡΥΣΗΝΙΟΣ.

Με το πέρασμα των αιώνων, όπως ο ήλιος ταυτίστηκε με τον Απόλλωνα, η σελήνη με την ’ρτεμη, έτσι και η Ηώς ταυτίστηκε με την Ημέρα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, μύθοι που αρχικά αναφέρονταν στην Ηώ, μεταγενέστερα να αναφέρονται για την Ημέρα. Έτσι ενώ ο Απολλόδωρος τον 2ο αι. π.Χ γράφει πως «ο Κέφαλος που τον αγάπησε η Ηώς και τον απήγαγε» εν τούτοις κατά τον 2ο αι. μ.Χ στα γραπτά του Παυσανία διαβάζουμε «Επίσης υπάρχει ο Κέφαλος που τον άρπαξε η Ημέρα για την ομορφιά του». Κατά την επικρατέστερη άποψη ο Κέφαλος ήταν ανιψιός του Κέκροπα, αφού γονείς του ήταν η Έρση, κόρη του Κέκροπα και του θεού Ερμή. Με την σειρά του ο Κέφαλος ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε την κόρη του Ερεχθέα, την Προκρίδα.
Δύο μήνες μετά το γάμο του Κέφαλου με την Προκρίδα, ο Κέφαλος ξύπνησε προτού ανατείλει ο ήλιος για να στήσει παγίδες με σκοπό να πιάσει ελάφια. Καθώς, λοιπόν, έστηνε τις παγίδες του, ανέτειλε απ’ το βουνό του Υμηττού η Ηώς, η οποία μόλις τον αντίκρισε τον ερωτεύτηκε αμέσως και του ζήτησε να πάει μαζί του. Αυτός όμως αρνήθηκε, όντας ερωτευμένος με τη γυναίκα του. Τότε η Ηώς, κατά τον Οβίδιο, του απάντησε «αρκετά με τα παράπονά σου. Ας έχεις την Προκρίδα σου. Αλλά αν εγώ δύναμαι να βλέπω τα μελλούμενα, τότε μια μέρα θα θρηνείς που θα έχεις αυτήν και θα έχεις απαρνηθεί εμένα». Εν συνεχεία η Ηώς πρότεινε να δοκιμαστεί η πίστη της γυναίκας του, για αυτό και του άλλαξε την μορφή, δίδοντάς του παράλληλα και δώρα για τη γυναίκα του. Έτσι ως ξένος πήγε στη γυναίκα του κι όταν τελικά πείστηκε ότι κινδυνεύει η συζυγική του τιμή, η Ηώς του έδωσε πίσω την πραγματική του μορφή. Όταν τον είδε η Πρόκρις κατάλαβε ότι την είχε ξεγελάσει η Ηώς και ντροπιασμένη κατέφυγε στην Κρήτη, όπου κυνηγούσε μαζί μ’ άλλες παρθένες η Άρτεμη. Η ’ρτεμη, όμως, κατάλαβε πως η Πρόκρις δεν ήτανε παρθένα και της είπε να φύγει απ’ την ομάδα της. Τότε η Πρόκρις της αποκάλυψε το ξεγέλασμά της από την Ηώ, με αποτέλεσμα η Άρτεμη να την λυπηθεί και να της χαρίσει ένα ακόντιο, που δεν λάθευε ποτέ και έναν σκύλο που πάντοτε έπιανε την λεία του, λέγοντάς της να πάει, μεταμφιεσμένη σε άνδρα, πίσω στον Κέφαλο. Έτσι η Πρόκρις γύρισε πίσω στην Αθήνα, και συγκεκριμένα στο δήμο Θορικό όπου βασίλευε ο Κέφαλος, και έχοντας κόψει τα μαλλιά της, του παρουσιάστηκε ως άνδρας προτείνοντας του να παραβγούν σ’ έναν κυνηγητικό αγώνα. Κατά τη διάρκεια του αγώνα ο Κέφαλος είδε το πόσο ακαταμάχητα ήταν ο σκύλος και το ακόντιο και του (της) ζήτησε αν ήθελε να του τα παραχωρήσει μ’ αντάλλαγμα ένα μέρος απ’ το βασίλειό του. Εδώ άλλοι συγγραφείς αναφέρουν το δήμο Θορικό, που άνηκε στην Δωδεκάπολη τότε Αθήνα που ‘χε ιδρύσει ο Κέκροπας και άλλοι την Φωκίδα. Εκείνος (-η) αρνήθηκε και του ζήτησε ερωτική συνεύρεση για να του τα δώσει. Γεμάτος πάθος για τα δύο ακαταμάχητα ανταλλάγματα, δέχτηκε, αλλά όταν πήγαν στο δωμάτιο, η Πρόκρις του αποκαλύφτηκε, συμφιλιωθήκανε και τα δώρα της Αρτέμιδος περάσανε στα χέρια του Κέφαλου. Αν και όλα αυτά τα παραδέχεται ο λατίνος Ύγινος, εντούτοις στα αστρονομικά του παρουσιάζει μία άλλη εκδοχή για τον δωρητή του σκύλου «όταν ο Μίνωας ήταν άρρωστος, η Πρόκρις, η γυναίκα του Κέφαλου, του ‘πε πως θα τον θεράπευε, ζητώντας όμως ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες της τον σκύλο που ήταν πολύ γρήγορος και δεν μπορούσε κανένα θηρίο να του ξεφύγει, καθώς της άρεσε το κυνήγι».
Αν και είχανε συμφιλιωθεί, η Πρόκρις ζήλευε μην τυχόν και της τον αρπάξει η Ηώς. Για αυτό και μία μέρα που πήγε για κυνήγι ο Κέφαλος, τον ακολούθησε, κρύφτηκε πίσω από κάτι θάμνους, αλλά το κούνημά τους έκανε τον Κέφαλο να πιστέψει πως κάποιο ζώο ήτανε κρυμμένο πίσω τους, με αποτέλεσμα ο Κέφαλος να σκοτώσει κατά λάθος με το ακόντιο τη γυναίκα του. Τα τελευταία λόγια της, κατά τον Οβίδιο, ήτανε τα εξής «στις υποσχέσεις των γάμων μας, στους θεούς του σπιτιού και του ουρανού, στην ερημιά μου, αν την αξίζω, στον σκοπό του θανάτου μου, αγαπημένε μου, σου ζητώ, σε ικετεύω μην πάρεις για γυναίκα σου την Ηώ». Εξαιτίας αυτού του ακούσιου φόνου ο Αρειος Πάγος τον καταδίκασε σε ισόβια εξορία. Κατά τη διάρκεια της εξορίας του τον βρήκε ο Αμφιτρύωνας για να τον βοηθήσει τόσο κατά των Τηλεβόων όσο και εναντίων της Τευμησσίας αλεπούς. Γράφει σχετικά ο Αντωνίνους Λιμπεράλις «ο Αμφιτρύωνας επειδή χρειάστηκε τον σκύλο πήγε στον Κέφαλο και τον ρώτησε αν θα ήθελε να προσχωρήσει σε αυτόν, μαζί με τον σκύλο του και εν συνεχεία να πάνε εναντίων της Τευμησσίας αλεπού. Του πρότεινε επίσης και μερίδιο από τα λάφυρα που θα έπαιρνε από τους Τηλεβόες. Διότι εκείνον τον καιρό είχε εμφανιστεί στην χώρα του Κάδμου μία αλεπού, που ήτανε ένα τέρας και όντας έξω από την Τεύμησσο άρπαζε τους Καδμείους, οι οποίοι κάθε τριάντα ημέρες άφηναν έξω ένα παιδί το οποίο άρπαζε και έτρωγε η αλεπού. Ο Αμφιτρύωνας είχε ζητήσει από τον Κάδμο και τους Καδμείους να τον βοηθήσουνε στον πόλεμο ενάντια στους Τηλεβόες αλλά εκείνοι αρνήθηκαν εκτός εάν τους βοηθούσε να γλιτώσουν από την αλεπού. Δεχόμενος τους όρους των Καδμείων ο Αμφιτρύωνας πήγε στον Κέφαλο, τον ενημέρωσε για την συμφωνία και τον παρακίνησε να πάει με το σκυλί του στην Θήβα. Ο Κέφαλος δέχτηκε την πρόταση και κίνησε να κυνηγήσει την αλεπού. Αλλά επειδή ήτανε ορισμένο ούτε η αλεπού να πιάνεται ούτε και το σκυλί να μην μπορεί να συλλάβει την λεία του, όταν ο Ζευς τα είδε να φτάνουνε στην πεδιάδα των Θηβών, μεταμόρφωσε και τα δύο σε πέτρα».
Αυτός σε γενικές γραμμές είναι ο μύθος του Κέφαλου, με τη διαφορά όμως πως μάλλον υπήρξανε δύο «Κέφαλοι» και ο σωζόμενος σε μας μύθος είναι προϊόν συγχώνευσης των βίων τους. Έτσι ο παλαιότερος ήτανε γιος του Ερμή και της Έρσης (είτε κόρη του Κέκροπα, είτε του Δία και της Σελήνης-κατά μία άλλη εκδοχή), κι ο νεώτερος γιος του βασιλιά της Φωκίδος Δηιονέα. Από τον Απολλόδωρο πληροφορούμαστε πως αρχικά στην Αθήνα βασίλευε ο Ακταίος, τον οποίο έδιωξε απ’ τον θρόνο του ο Κέκροπας. Αυτός με την σειρά του παντρεύτηκε την κόρη του Ακταίου την Άγλαυρο, απ’ την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, τον Ερυσιχθόνιο, την ’γλαυρο,(που συνευρέθηκε με τον Άρη και γέννησε την Αλκίππη), την Πάνδροσο και την Έρση. Όταν πέθανε ο Κέκροπας τη βασιλεία ανέλαβε ο Κραναός, τον οποίο εκθρόνισε ο Αμφικτύωνας, ο οποίος ήτανε γιος του Δευκαλίωνα. Ο Αμφικτύωνας βασίλεψε μόλις 12 χρόνια διότι τον ανέτρεψε ο Εριχθόνιος, ο εγγονός του Κραναού. Όταν απόθανε ο Εριχθόνιος τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Ερεχθέας. Αυτός με την σειρά του παντρεύτηκε την Πραξιθέα και απόκτησε τρία αγόρια (Κέκροπα, Πανδώρο, Μητίονα) και τέσσερα κορίτσια (Πρόκρη, Κρέουσα, Χθονία, Ωρείθυια). Σχετικά με την Ωρείθυια υπάρχει η πληροφορία πως ήτανε θυγατέρα του Κέκροπα και πως την ερωτεύτηκε ο Βοριάς ο γιος της Ηούς. Τότε ο γιος του Δηιονέα παντρεύτηκε την Πρόκρη, την οποία σκότωσε -κατά λάθος- με το ακόντιο και αργότερα πήγε στην Θήβα για να σκοτώσει την αλεπού και εξαιτίας της συμφωνίας που είχε κάνει με τον Αμφιτρύωνα, τον βοήθησε στον πόλεμο κατά των Τηλεβόων. Μάλιστα ως ανταμοιβή για τη βοήθειά του ο Αμφιτρύωνας του χάρισε την σημερινή Κεφαλονιά, απ’ τον οποίο έλαβε και το όνομά της. Το πότε έγινε η ταύτιση των δύο ηρώων μας είναι άγνωστο. Όμως οι ταυτίσεις δεν σταματούν εδώ. Ο Εριχθόνιος φαίνεται πως είναι ο Ερεχθέας, αφού σύμφωνα με κάποιες πηγές παντρεύτηκε την νύμφη Πραξιθέα και εισήγαγε ή ανακάλυψε το νόμισμα. Ιδιότητες που αποδίδονται και στον Ερεχθέα. Για αυτό και πιστεύεται πως Εριχθόνιος και Ερεχθέας είναι το ίδιο και το αυτό πρόσωπο. Ο Ι. Καρνέζης προτείνει την άποψη πως υπήρχαν δύο φυλές στην πανάρχαια Αθήνα, όπου η μία καταγότανε από τον Κέκροπα και η άλλη απ’ τον Ερεχθέα (Εριχθόνιο). Για την πρώτη ο Ερεχθέας ήλθε από την Αίγυπτο και πήρε τον θρόνο (για αυτούς ο Κέκροπας είναι αδελφός του Εριχθόνιου-Ερεχθέως) και για τη δεύτερη ο Κέκροπας ήτανε γιος του Ερεχθέα. Εγώ πάνω σ’ αυτή θα συμπλήρωνα πως η καταγόμενη από τον Κέκροπα φυλή λάτρευε την θεά Αθηνά, αφού κατά την μυθολογία ο Κέκροπας ήτανε που καθιέρωσε την λατρεία της στην Αθήνα ενώ η καταγόμενη από τον Ερεχθέα λάτρευε τον Ποσειδώνα, αφού ως γνωστό το όνομα Ερεχθεύς είναι επίθετο αυτού του θεού. Ακόμη υπάρχει η πεποίθηση ότι ο Ακταίος συμβολίζει την αρχική λατρεία του θεού Ποσειδώνα στην περιοχή της Αττικής. Για ότι αφορά τον Εριχθόνιο είναι μία άλλη μορφή του Ποσειδώνα, που δημιουργήθηκε από το ιερατείο της θεάς Αθηνάς σε μία προσπάθεια εκ μέρους του να αφομοιώσει την λατρεία του. Δεν πρέπει να λησμονούμε πως ο Εριχθόνιος ήτανε υιός του Ηφαίστου και της Αθηνάς ή της Γαίας, με τον Ήφαιστο να έχει σχέση με τον Ποσειδώνα, τουλάχιστον λόγω της Φώκιας. Η φώκια, που θεωρείται κάτι ανάμεσα σε χερσαίο και θαλάσσιο ζώο, εξαιτίας του περπατήματός της παραπέμπει στον κουτσό θεό της μεταλλουργίας Ήφαιστο. Παράλληλα όμως είναι και ζώο που συνδέεται και με τον Ποσειδώνα, ο οποίος είχε κοπάδια από φώκιες που τις πρόσεχε ο γιος του Πρωτέας. Επίσης και οι Τελχίνες που ανάθρεψαν τον νεογέννητο Ποσειδώνα είχαν χέρια φώκιας, ήταν άριστοι σιδηρουργοί και μετέδωσαν τις γνώσεις αυτής της τέχνης στον Ήφαιστο. Όμως καθόλου άσχετος με τον Ήφαιστο δεν είναι και ο Ωρίωνας, γιος του Ποσειδώνα, που όταν έχασε το φως του πήγε στο εργαστήριο του Ηφαίστου για βοήθεια. ’λλωστε σύμφωνα με ένα αρχαιολογικό εύρημα στην Γερμανία που χρονολογείται γύρω στο 32.000 π.Χ, η απεικόνιση του αστερισμού του Ωρίωνος τότε έμοιαζε με τον κουτσό Ήφαιστο. Το γιατί δεν επικράτησε πλήρως η άποψη του ιερατείου της Αθηνάς, αλλά μας προέκυψε ένα μωσαϊκό μύθων, οφείλετε στην ταραγμένη ζωή της Αθήνας σε επίπεδο εξουσίας.
Ας προσπαθήσουμε τώρα να δούμε τι συμβολίζει ο αρχικός Κέφαλος. Όπως είπαμε παππούς του ήτανε ο Κέκροπας που κατά την μυθολογία ήτανε διφυής, δηλαδή μισός άνθρωπος και μισός φίδι. Σχετικά με το όνομά του πιστεύεται πως ίσως προέρχεται από το κέρκωψ που σημαίνει τζιτζίκι, το οποίο συμβολίζει τα φαντάσματα. Θυγατέρες του Κέκροπα ήτανε η Πάνδροσος, δηλαδή η δροσιά, η Έρση, που προσωποποιεί την πρωινή δροσιά και η ’γλαυρος, η οποία όμως αναφέρεται και ως ’γραυλος. Ως ’γραυλος, τώρα, συμβολίζει τον αέρα, διότι το όνομα αυτό προέρχεται από το άγρω που σημαίνει κυνηγώ και το αύω, που σημαίνει φυσώ. Εξ ου και ο αυλός. Γενικά όμως θεός του ανέμου θεωρείται και ο Ερμής. Μάλιστα κατά τον Ι. Κακριδή ο Ερμής λέγεται Αργειφόντης όχι επειδή σκότωσε τον πανόπτη ’ργο, αλλά επειδή συνδέεται με τον άνεμο Αργέστη (ο γοργά αιθριάζει). Ανοίγοντας ένα λεξικό στη λέξη δροσιά διαβάζουμε πως είναι τόσο ο δροσερός άνεμος όσο και οι μικρές σταγόνες που κάθονται το πρωί ή το βράδυ πάνω σε φυτά ή σε άλλα αντικείμενα που είναι εκτεθειμένα στον αέρα. Πότε όμως έχουμε το φαινόμενο της πρωινής δροσιάς. Μα όταν εγείρεται απ’ το κρεβάτι της Ηώς για να φέρει στους θεούς και του ανθρώπους το φως. Διότι κατά την ώρα που προαναγγέλλει τον ερχομό του ηλίου απ’ τα μάτια της στάζουν δάκρυα για τον θάνατο του γιου της Μέμνονα. Τα δάκρυα αυτά όπως ήδη έχουμε πει είναι η πρωινή δροσιά. Όντας γιος του Ερμή θα πρέπει να τον νοήσουμε ως κάποια ιδιότητά του. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Felix Guirand «ο Ερμής είναι ο πυληδόκος θεός, ο εραστής της Έρσης (της Δρόσου), ο πατέρας του Κέφαλου (η κεφαλή της ημέρας), κατά τον Απολλόδωρο. Είναι αυτός που φυλάσσει του ουρανού της πύλες, ο πρωινός άνεμος που προηγείται της αυγής και την προαναγγέλλει».
Πράγματι το όνομα του Κέφαλου παραπέμπει στη λέξη κεφαλή, η οποία μέσα από το ρήμα κεφαλώνω σχετίζεται με την εγκατάσταση σε μία χώρα ή τόπο με σκοπό αυτός που εγκαταστάθηκε να γίνει ο αρχηγός της. Για αυτό και κεφαλή λέγεται ο αρχηγός ενός τόπου. Από τα λεγόμενα του R. Graves, προκύπτει πως ο Κέφαλος είναι ο αυγινός άνεμος, όπως και ο Αστραίος, που είναι και επίθετο του Κέφαλου. Συγκεκριμένα αναφέρει ο R. Graves «Η αλληγορία της ένωσης της Ηούς με τον Αστραίο είναι απλή: τα άστρα συγχωνεύονται με την αυγή στα ανατολικά και τότε σηκώνεται ο Αστραίος, ο αυγινός άνεμος σαν να είναι η ανταύγεία τους. Ύστερα επειδή θεωρούσαν ότι ο άνεμος είναι παράγοντας γονιμοποίησης, η Ηώς έγινε απ’ τον Αστραίο, μητέρα του πρωινού άστρου που μένει μόνο του στον ουρανό. Αστραίος ήταν ακόμη όνομα του Κέφαλου με τον οποίον επίσης λέγεται ότι η ηώς έκανε το πρωινό άστρο». Από τα ανωτέρω, λοιπόν, διαφαίνεται πως ο Κέφαλος ως γιος θεότητας του ανέμου, θα πρέπει να είναι άνεμος, που φυσά πριν την ανατολή του ηλίου και καταλαμβάνει την γύρω περιοχή. Αν όμως, αφεθούμε στη δίνη των λεξαρίθμων, έχουμε ΚΕΦΑΛΟΣ=826=ΑΛΙΟΣ ΕΣΤΙ, όπου άλιος, ο ήλιος στα Δωρικά. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα ο ήλιος ονομάζεται άλιος απ’ τους Λακεδαιμόνιους εξαιτίας της ιδιότητάς του να συγκεντρώνει τους ανθρώπους για να δούνε την ανατολή του θεού ήλιου. Ίσως και ο Κέφαλος να χαρακτηρίζεται λεξαριθμικά άλιος, επειδή συμμετέχει στο υπέροχο θέαμα της ανατολής του ηλίου. Εντούτοις όμως μάλλον κρυπτογραφείται ως άλιος επειδή είναι ο ανατέλλων ήλιος, του οποίου το άναμμα γίνεται από τον αυγινό αέρα. Άλλωστε και ο Πλούταρχος αναφέρει στο περί Ίσιδος και Οσίριδος «ούτε πιστεύουν (οι Αιγύπτιοι) πως ο ήλιος ανατέλλει από τον λωτό ως νεογέννητο βρέφος, αλλά έτσι παριστάνουνε την ανατολή του ήλιου για να υπαινιχθούν πως το άναμμα του ηλίου οφείλεται στους υδρατμούς». Γίνεται αντιληπτό πως οι υδρατμοί θα πρέπει να συσχετιστούν με την δροσιά της ατμόσφαιρας σε συνδυασμό με τον αυγινό άνεμο. Ακόμη επειδή στην ελληνική γλώσσα το Φ εναλλάσσεται με το Β, ο Κέφαλος γίνεται Κέβαλος και παραπέμπει στην μακεδονική λέξη Κεβαλή που σημαίνει κεφαλή. Την λέξη κεβαλή την εντοπίζουμε και ως κεβλή, που με την σειρά της παραπέμπει στη λέξη Κέβλος, που σύμφωνα με τον Ησύχιο σημαίνει κυνοκέφαλος. Οι κυνοκέφαλοι, για τους αρχαίους Αιγυπτίους, ήτανε οι μπαμπουΐνοι που φώναζαν κατά την ώρα της αυγής για να μπορέσει να γεννηθεί (να ανατείλει) ο ήλιος.
Ας επιχειρήσουμε τώρα να επαληθεύσουμε την ανωτέρω άποψή μας. Πράγματι αν γράψουμε την λέξη κέφαλος στη γραμμική Β έχουμε ke-pa-ro, κάτι που παραπέμπει στην αιγυπτιακή λέξη κεπερά (khe-pe-ra),που είναι ο ανατέλλων ήλιος. Αυτόν λοιπόν τον ανατέλλοντα ήλιο ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα η Ηώς και τον απήγαγε οδηγώντας τον στην Συρία, όπου σύμφωνα με τον Αθανάσιο Αγγελόπουλο «εκείνο τον καιρό Συρία ονομαζόταν πολλές φορές ολόκληρη η Μέση Ανατολή ακόμη και η Αίγυπτος».