Ο Αρθούρος των Δράκων
O Βασιλιάς Αρθούρος
Πρόλογος
Ο σιδερόφρακτος ιππότης σηκώθηκε με αργές κινήσεις από την στάση προσευχής που βρίσκονταν και ξεκάρφωσε το μεγάλο σπαθί από το χώμα με μια απότομη κίνηση. Το σήκωσε ψηλά και η ατσάλινη λεπίδα του άστραψε κάτω από το φώς της πανσελήνου, σκορπίζοντας ασημένιες αχτίδες στο σκεπασμένο με πυκνή ομίχλη λιβάδι. Το πρόσωπο του ιππότη έλαμπε και τα χαρακτηριστικά του έμοιαζαν να σβήνουν και να ενώνονται με το απόκοσμο φώς της λεπίδας, φτιάχνοντας έτσι ένα ιδιότυπο φωτοστέφανο, που σταδιακά άρχισε να μεγαλώνει και να καλύπτει ολόκληρο το σώμα του πολεμιστή, μέχρι που τελικά η φιγούρα του έγινε ένα με το μεγαλοπρεπές ξίφος και δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις ποιό είναι ποιό. Μια θριαμβευτική κραυγή έσκισε την σιγαλιά της νύχτας, κάνοντας το κατάμαυρο άτι που έβοσκε παράμερα, να ρουθουνίσει τρομαγμένο.
Η χώρα είσαι εσυ και όσο υπάρχεις, αυτή θα προοδεύει..
Ο απόηχος που φαίνονταν να έρχεται από παντού και πουθενά γέμισε τον αέρα για λίγα δευτερόλεπτα και μετά έσβησε ήσυχα, παραδίδοντας το καταπράσινο λιβάδι στην πρότερη σιωπή του..
Ο θρύλος του Αρθούρου, είναι ένας από τους πρώτους “μύθους” που με γοήτευσαν από όταν ήμουν ακόμη παιδί. Θυμάμαι εκείνο το βιβλίο με τις υπέροχες ζωγραφιές από καταπράσινα τοπία, πεπλοφορεμένες γλυκιές δεσποσύνες και ιππότες με αστραφτερές πανοπλίες. Στην ουσία μάλιστα, πιστεύω πως ο Αρθούρος ήταν ο πρώτος ήρωας που στοίχειωσε τα όνειρα μου και αποτέλεσε παράδειγμα πρός μίμηση για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Έννοιες όπως ελευθερία, δικαιοσύνη, ισότητα, αδελφοσύνη, υπεράσπιση των αδυνάτων και πάταξη του κακού, είχαν ταυτιστεί μέσα μου με τον Αρθούρο και τους Ιππότες της Στρογγυλής Τράπεζας. Ήταν ο ιδανικός κόσμος για ένα ευαίσθητο μικρό παιδάκι, λίγο ασθενικό και πολύ ονειροπόλο. Οι Αρθουριανοί μύθοι ήταν η αφετηρία για να αναπτύξω μια ιδεολογία, που πολύ αργότερα διαπίστωσα πόσο μικρή σχέση με την “συναινετική πραγματικότητα” είχε. Αυτό όμως δεν με απογοήτευσε ποτέ, γιατί πάντοτε θυμόμουν μια συγκεκριμένη φράση της ταινίας Εξκάλιμπερ. …και επειδή δεν ξεχνιέται, αυτή η εποχή ίσως να ξανάρθει..
Όμως, αφήστε με για λίγο να μοιραστώ μαζί σας τον υπέροχο αυτόν κόσμο. ‘Aς ανοίξουμε και πάλι τις πύλες του ονείρου, εκεί που το σκοτεινό βλέμμα του Μυστηρίου παραμονεύει παντού..
Το δισκοπότηρο, το Εξκάλιμπερ και το ‘Aβαλον, σημαντικά στοιχεία στον μύθο του Αρθούρου
Ο Μύθος
Ιστορικώς, δεν υπάρχει περιγραφή του Βασιλιά Αρθούρου, ούτε καν η απλή αναφορά στο όνομα του. Πιστεύεται πως έζησε γύρω στον 5ο αιώνα (μ.χ.) στην Μεσαιωνική Βρετανία, αλλά ούτε γι’ αυτό υπάρχουν αποδείξεις. Μια περιγραφή του, υπάρχει στο βιβλίο «Η Εγκυκλοπαίδεια των Μύθων του Αρθούρου» (The Encyclopedia of Arthurian Legend) του Ronan Coghlan. Αυτό όμως που είναι σίγουρο, είναι πως ο Αρθούρος δεν υπήρξε βασιλιάς στον Μεσαίωνα ποτέ! Οι εικόνες με τις πανοπλίες και το ιστορικό Κάμελοτ, στην πραγματικότητα δεν αντιπροσωπεύουν εικόνες της εποχής του Αρθούρου. Ίσως, το μόνο που μπορούμε να πούμε με σιγουριά σχετική, είναι πως ο Αρθούρος ήταν κάποιος μεγάλος πολεμιστής του Μεσαίωνα που είχε τη φήμη του προστάτη των ανθρώπων που ηγούνταν. Όμως, το λιγότερο που θα μπορούσε να απασχολήσει το άρθρο αυτό είναι η ιστορική τεκμηρίωση του μύθου του Βασιλιά Αρθούρου. Μια πιο μοντέρνα προσέγγιση στην ερώτηση «ποιος ήταν ο Βασιλιάς Αρθούρος» θα μπορούσε να ήταν η απάντηση πως όποιος και να ήταν τελικά, αυτό που έχει σημασία, είναι τι συμβολίζει για τους Βρετανούς ο μύθος του.
‘Aλλωστε, είναι πια γνωστό τοις πάση πως η μυθολογία πολλές φορές κρύβει τα μυστικά της Ιστορίας με τόσο περίτεχνο τρόπο, που είναι σχεδόν αδιανόητη η κάθε προσπάθεια αποκρυπτογράφησης της. Οι απαντήσεις γύρω απ’ αυτόν τον μύθο, μπλέκουν μεταξύ τους με έναν περίεργο τρόπο σαν τα μέταλλα που μπλέκουν μεταξύ τους για να φτιάξουν ένα καλό σπαθί. Παρόλα αυτά, υπάρχει μια αναφορά στον Αρθούρο, στο ποίημα Gododdin που γράφτηκε γύρω στον 7ο αιώνα, καθώς και στην Historia Brittonum που γράφτηκε στα 800 μ.χ. Η ιστορική περίοδος από εκείνη την εποχή έως και τις μέρες μας, τροφοδότησε την φαντασία και αλλοίωσε τις όποιες ιστορικές αλήθειες πιθανώς υπήρχαν γύρω από τον Βασιλιά Αρθούρο. Εμείς όμως, με οδηγό κάποια γεγονότα και την πίστη παραμάσχαλα, θα εξιχνιάσουμε κάποιες υποθέσεις γύρω απ’ αυτόν τον μύθο.
Ο μύθος του Αρθούρου, όπως τον ξέρουμε σήμερα, γράφτηκε πρώτη φορά, από τον Ουαλλό σερ Τζέφρευ του Μονμάουθ (sir Geoffrey of Monmouth) στα 1135 μ.χ. στην λατινική γλώσσα, με τον τίτλο Historia Regum Brittaniae (Η Ιστορία των Βρετανών Βασιλέων), όπου εμφανίζονται και τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας, ο Μέρλιν, ο Λάνσελοτ, η Λαίδη Γκουινεβίρ, ο Μόρντρεντ, η Μοργκάνα λε φευ. Ακόμη, ο σερ Τόμας Μάλλορυ (sir Thomas Mallory), στο βιβλίο του, Le Morte d’ Arthur (Ο Θάνατος του Αρθούρου) αναφέρει την εξής ιστορία:
O Βασιλιάς Ούθερ Πέντραγκον (Uther Pendragon), ερωτεύθηκε την Ιγκρέην (Igrane) γυναίκα του Δούκα του Κόρνγουολ (Duke of Cornwall), μιάς πολύ παλιάς γενιάς ηγετών της Βρετανίας και έκανε πόλεμο μαζί του ώστε να την αποκτήσει. Τόσο μεγάλο ήταν το πάθος του δε, ώστε υποχρέωσε τον Μέρλιν να τον βοηθήσει με μαγεία. Ο τρανός αυτός όμως μύστης, του ζήτησε πρώτα να ορκιστεί στον Εξκάλιμπερ, πως το παιδί που θα ‘φερνε στον κόσμο η Ιγκρέην, θα του το έδινε να το μεγαλώσει αυτός. Έτσι και έγινε..
Ο Ούθερ παντρεύτηκε την Ιγκρέην και αυτή γέννησε τον Αρθούρο. Κατόπιν ο Μέρλιν παρέδωσε το παιδί σε έναν πιστό ιππότη του Ούθερ, τον Έκτωρ, που το μεγάλωσε σαν δικό του, μαζί με τον νόμιμο γιο του, τον Κέι. Όταν ο Αρθούρος μεγάλωσε, απέδειξε το δικαίωμα του στον Θρόνο, τραβώντας τον Εξκάλιμπερ, το μυθικό σπαθί των Βασιλιάδων, απ’ τον βράχο που το είχε καρφώσει λίγο πριν πεθάνει, ο πατέρας του, Ούθερ Πέντραγκον. Αναγκάστηκε βέβαια να πολεμήσει σε πολλές μάχες με τους υπόλοιπους ανεξάρτητους Βασιλείς, προκειμένου να καταφέρει να ενώσει την χώρα που τόσα χρόνια σπάραζε απ’ τους εμφύλιους πολέμους, την πείνα και τις αρρώστιες. Όταν τελικά τα κατάφερε, αποφάσισε να παντρευτεί με την Γκουινεβίρ (Guynevere), κόρη του Βασιλιά Λεόντεγκρανς (Leodegrance), o οποίος του έκανε γαμήλιο δώρο την Στρογγυλή Τράπεζα και 100 επιπλέον ιππότες! Γύρω απ ‘αυτήν την Στρογγυλή Τράπεζα, έχτισε μια τεράστια αίθουσα και γύρω απ’ την αίθουσα έχτισε ένα υπέροχο κάστρο, ώστε να μαζεύεται εκεί με το επιτελείο του, να κάνουν πολεμικά συμβούλια, να γλεντούν, αλλά και να διηγούνται τα κατορθώματα τους (αυτό μας θυμίζει τις γιορτές της Βαλχάλλα, του παλατιού του Όντιν). Αυτό το κάστρο το ονόμασε Κάμελοτ (μια ενδιαφέρουσα σκέψη για το όνομα αυτό: ας κάνουμε την ανάλυση του χρησιμοποιώντας την αγγλική γλώσσα. Δηλ. η λέξη Κam-e-lot, με διαφορετική ορθογραφία Come-a-lot, θα μπορούσε να σημαίνει μια έμμεση πρόσκληση πρός όλους -όσοι είναι άξιοι, για τους υπόλοιπους είναι μάλλον δύσκολο να βρούν τον δρόμο-να εισέλθουν σε κάτι που, είναι πολύ πιθανόν να συμβολίζει την Βασιλεία του Ουρανού) και οι ιππότες του ονομάστηκαν Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης. Λίγο αργότερα, η ετεροθαλής αδελφή του η Μοργκάνα λε φευ (κόρη του Κόρνγουώλ, που δολοφόνησε με ύπουλο τρόπο ο Μέρλιν), με μάγια που του έκανε, του απέσπασε τον Εξκάλιμπερ και τον έδωσε στον ακόλουθο της σερ Άκκολον ( sir Accolon). Στην μάχη που ακολούθησε ο Αρθούρος κατάφερε να ξαναπάρει το Σπαθί και με αυτό σκότωσε τον ‘Aκκολον. Ο Λούσιος της Ρώμης, απαίτησε φόρους από τον Αρθούρο, αλλά αυτός κάλεσε τους ιππότες του και τους ζήτησε να τον βοηθήσουν στον πόλεμο του ενάντια στην Αιώνια Πόλη. Αυτοί του ορκίστηκαν πίστη, και τότε ο Αρθούρος εισέβαλλε στην Γερμανία και στην Ιταλία, και με αποφασιστικότητα, ορμή και την βοήθεια του μαγικού σπαθιού τις κατέκτησε .Έτσι, στέφθηκε Αυτοκράτορας της Ρώμης (αυτή η ιστορία, περιγράφεται και απ’ τον σερ Τζέφρευ του Μόνμαουθ)!
Ο Αρθούρος στην προστατευτική αγκαλιά του Μέρλιν
Εν τω μεταξύ, πίσω στην Βρετανία, ο σερ Λάνσελοτ, ο αγαπημένος της Βασίλισσας Γκουινεβίρ, αναζητούσε την περιπέτεια, την Τιμή και την Δόξα που άρμοζε σε έναν πολεμιστή του κύρους του. Αφού πολέμησε σε πολλές μάχες, γύρισε στο Κάμελοτ και αυτο-ανακηρύχθηκε Πρώτος Ιππότης της Χριστιανοσύνης. Ένας γέρος ερημίτης είχε προβλέψει πώς όποιος ιππότης κάθονταν στην κενή θέση που υπήρχε στην Στρογγυλή Τράπεζα, αυτός και θα κέρδιζε το Ιερό Δισκοπότηρο. Ο ιππότης αυτός, ήταν ο σερ Γκάλαχαντ (Galahad), που στην πραγματικότητα ήταν γιος του Λάνσελοτ, ο οποίος είχε ξεγελαστεί απ’ την υπηρέτρια της Γκουινεβίρ, Ιλέιν, με αποτέλεσμα να κοιμηθεί μαζί της. Ο Λάνσελοτ έψαξε μαζί με τους άλλους ιππότες να βρει το Ιερό Δισκοπότηρο, αλλά δεν κρίθηκε ικανός να το αποκτήσει, γιατί καταδικάστηκε σε 24 μέρες εξαγνισμό για τις αμαρτίες του (αμαρτίες, όπως ας πούμε που κοιμόνταν με την γυναίκα του Βασιλιά). Ο Γκάλαχαντ ήταν αυτός που βρήκε το Δισκοπότηρο, το παρέδωσε στον νόμιμο κάτοχο του, τον Αρθούρο και κατόπιν έγινε Βασιλιάς σε κάποια πόλη της κεντρικής Αγγλίας, όπου και πέθανε σε μεγάλη ηλικία, έχοντας αποκτήσει φήμη για την αγιοσύνη του. Όταν οι ιππότες επέστρεψαν στο Κάμελοτ, ο Λάνσελοτ φαίνεται πως δεν πήρε το μάθημα του από το Δισκοπότηρο, γιατί άρχισε πάλι να ερωτοτροπεί με την Βασίλισσα. Ένας προδότης ιππότης, ο σερ Μελαϊαγκράνς (sir Meliagrance) απήγαγε την Γκουινεβίρ και ο Λάνσελοτ την έσωσε από τα χέρια του. Όμως οι εχθροί του, είπαν στον Βασιλιά για την παράνομη σχέση του Λάνσελοτ και της Γκουινεβίρ. Όσοι ιππότες του Αρθούρου πολέμησαν για να σώσουν την τιμή του Βασιλιά τους σκοτώθηκαν, εκτός του νόθου γιου του Αρθούρου και της ετεροθαλής αδελφής του Μοργκάνα ντε λα φευ, του δόλιου Μόρντρεντ. Η Γκουινεβίρ καταδικάστηκε στην πυρά, αλλά ο Λάνσελοτ την έσωσε για ακόμη μια φορά και την πήρε μαζί του σε ένα κάστρο. Ο Αρθούρος πολιόρκησε αυτό το κάστρο, γυρεύοντας εκδίκηση, αλλά ο Πάπας Γρηγόριος ο Α΄ ζήτησε ανακωχή. Τότε ο Λάνσελοτ αποφάσισε να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του, την Γαλλία, όμως ο Αρθούρος εισέβαλλε και εκεί. Όσον καιρό ο Βασιλιάς βρίσκονταν έξω από την Αγγλία, ο Μόρντρεντ βρήκε την ευκαιρία, άρπαξε τον θρόνο και προσπάθησε να κάνει την Γκουινεβίρ βασίλισσα του. Αυτή τότε, το έσκασε και πήγε στον περιβόητο Πύργο του Λονδίνου . Όταν τα έμαθε αυτά ο Αρθούρος, γύρισε εσπευσμένα στην Βρετανία, προκειμένου να διεκδικήσει εκ νέου τον θρόνο του. Μεγάλος Εμφύλιος ξέσπασε. Σε μια προσωρινή ανακωχή, ένα φίδι(;) ανάγκασε έναν ιππότη να τραβήξει το σπαθί του και αυτή ήταν η αφορμή για την τελική μάχη. Σ’ αυτήν την μάχη, ο Μόρντρεντ σκοτώθηκε και ο Αρθούρος τραυματίστηκε θανάσιμα. Στα τελευταία του ζήτησε από τον ιππότη Μπεντιβίρ (Bedivere) να πετάξει τον Εξκάλιμπερ σε μια λίμνη με ήσυχα νερά που θα έβρισκε στον δρόμο του. Ο Μπεντιβίρ προσπάθησε 2 φορές να το πετάξει, όμως, φοβούνταν πως χωρίς το σπαθί θα παρήκμαζε η χώρα. Ο Βασιλιάς επέμεινε, και τελικά, ο Εξκάλιμπερ βρέθηκε στα χέρια της νόμιμης ιδιοκτήτριας του, της Κυράς της Λίμνης. Το σώμα του Αρθούρου, λένε, μεταφέρθηκε πάνω σε σχεδία, στο μυστικό μέρος που θάβονται οι Βασιλιάδες απ’ την αρχή του χρόνου, στο μυστηριώδες νησί ‘Aβαλον. ‘Aλλοι, πάλι, λένε πως ο Βασιλιάς περιμένει μαρμαρωμένος σε μια σπηλιά, την μέρα που θα τον χρειαστεί το έθνος, να ξυπνήσει και να τους οδηγήσει ξανά(τι σας θυμίζει αυτό;). Ο Κωνσταντίνος του Κόρνγουολ έγινε ο αντικαταστάτης του στον θρόνο της Βρετανίας.
Ο θάνατος του Αρθούρου
Οι Πρώτοι των Δράκων
Οι Κατουβελλάνι ήταν μια φυλή Κελτών που ήκμασε στην νότια Αγγλία μεταξύ του 54 π.χ. και του 43 μ.χ., όπου και εξολοθρεύτηκε σε μια άγρια μάχη με τους Ρωμαίους. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για αυτή την φυλή, παρόλο που για πολλά χρόνια έπαιξαν σημαντικό ρόλο στα δρώμενα της Βρεττανίας. Για την ακρίβεια, δεν υπάρχουν αναφορές για αυτούς πρίν το 54 π.χ. Ο πρώτος που τους “εντοπίζει” είναι ο Καίσαρας, κατά την διάρκεια των Γαλατικών Πολέμων. Στο σύγγραμμα του De Bello Gallico λέει επί λέξει: “…με κοινή απόφαση ανέθεσαν (Οι Βρετανικές φυλές) την ανώτατη διοίκηση και διεξαγωγή της εκστρατείας τους στον Κασσιβελλάνους, που η δύναμη της επικράτειας του απλώνεται στις επαρχίες δίπλα στον Τάμεση, περίπου 80 μίλια από την θάλασσα…”
Ο Κασιβελλάνους ήταν ο πρώτος που αντιστάθηκε με ορμή στις επελαύνουσες δυνάμεις του Ιούλιου Καίσαρα. Είναι πιθανό οι Κατουβελλάνι να δημιουργήθηκαν σαν φυλή κάτα την διάρκεια των πρώτων Βρεταννικών πολέμων με τους Ρωμαίους, ενώνοντας διαφορετικές, μικρότερες φυλές που ζούσαν στον Τάμεση, οι περισσότερες εκ των οποίων ήταν Βελγικές. Ο αγώνας τους κατά των Ρωμαίων ήταν σκληρός, για αυτό και θεωρήθηκαν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σαν ηγέτες της Βρεττανίας. Ο Κασσιβελλάνους πεθαίνοντας (30 π.χ) άφησε διάδοχο τον γιό του Τασιοβάνους. Ο τελευταίος όμως, δεν ανέβηκε στην ηγεσία της φυλής (και κατ` επέκτασην της Βρετανίας) πρίν από το 20 π.χ., και παραμένει άγνωστο ποιός ήταν αυτός που κυβέρνησε 10 χρόνια μέχρι την επίσημη διαδοχή.
Ο Τασσιοβάνους έκοψε νομίσματα με την μορφή του, που κυκλοφόρησαν σε όλη την Βρεττανία και ήταν το κύριο μέσον συναλλαγής. Η περίοδος της ηγεμονίας του ήταν σχετικά ειρηνική, πέρα από τις διαμάχες που είχε με άλλες φυλές, όπως τους Τρινομπάντις, οι οποίοι ήταν και οι μοναδικοί Κέλτες που έστειλαν τελικά ομήρους στον Καίσαρα και απολάμβαναν της προστασίας του. Ο Τασσιοβάνους αναγκάστηκε να παραδώσει την ηγεσία στον γιό του και νόμιμο διάδοχο Συμπελίνο, περί το 9 μ.χ., έναν περίπου χρόνο πρίν πεθάνει. Αναγκάστηκε, γιατί ο φιλόδοξος Συμπελίνος, μετά την οδυνηρή ήττα των Ρωμαίων στην Γερμανία, εισέβαλλε στα εδάφη των Τρινομπάντις και τα κατέλαβε, ανακηρύσσοντας εαυτόν ηγεμόνα των 2 φυλών. Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις, ο Τασσιοβάνους δεν άντεξε και πολύ και άφησε την τελευταία του πνοή το 10 μ.χ.
Αμέσως μόλις ανέλαβε την εξουσία ο Συμπελίνος, απεδείχθη και ικανός πολιτικός, αφού, έχοντας στην κατοχή του πλέον το σύνολο της Βρεττανικής επικράτειας, επεδίωξε ειρήνη και ανέπτυξε και εμπορικές σχέσεις με την Ρώμη. Κατά την διάρκεια της ηγεμονίας του, οι περιοχές που ανήκαν στην επικράτεια του γνώρισαν εξαιρετική άνθηση και έγιναν το επίκεντρο όλων των πολιτικών, πνευματικών και εμπορικών δραστηριοτήτων της Βρεττανίας. Έκοψε νομίσματα με την κεφαλή του και σε αρκετά από αυτά υπήρχε η λέξη REX που σημαίνει Βασιλιάς, κάτι που μας κάνει να υποθέσουμε πως ο Συμπελίνος κατάφερε με κάποιον τρόπο να θεωρείται Βασιλιάς της Βρεττανίας. Συνέχισε να διοικεί από το κάστρο του, το Kάμελοντονουμ για πολλά χρόνια, ειρηνικά, έχοντας πλέον εγκαθιδρύσει μια μορφή εξουσίας στην χώρα, που επέτρεπε στους γιούς του Αντμίνιους, Τονγκοντούμνους και Καράτακους να προχωρήσουν ακόμη περισσότερο και να ενώσουν όλα τα Βρεττανικά νησιά και εδάφη κάτω από μια ηγεμονία.
Οι Π εριοχές που απλώνονταν το Βασίλειο των Κατουβελλάνι
Αυτό δεν έγινε ποτέ όμως. Ο Συμπελίνος τελικά, μετά από ένα εγκεφαλικό, πέθανε, το 42 μ.χ., αφήνοντας τους 3 γιούς του να μάχονται για την εξουσία. Ο Αντμίνιους, εξορίστηκε από τον Καράτακους, με την συμπαράσταση του έτερου αδερφού του, του Τονγκοντούμνους. Όλες αυτές οι ίντριγκες όμως, είχαν σαν αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της χώρας και φυσικά, τράβηξαν πάλι τα βλέμματα των Ρωμαίων πρός την Βρεττανία, μιας και θεώρησαν πως ήταν πλέον ευάλωτη, αφού δεν υπήρχε μια ηγεσία να την ενώνει. Και έτσι, ξεκίνησαν την δεύτερη εκστρατεία κατά της Βρεττανίας, το 43 μ.χ.
Ο Καράτακους, από τον θρόνο πλέον της Βρεττανίας, πολέμησε τους εισβολείς Ρωμαίους και έδωσε σκληρά μαθήματα πολέμου στον ‘Aουλους Πλώτιους, στρατηγό της Ρώμης, πρίν υποχωρήσει τελικά, βόρεια, πρός την Ουαλλία. Εκεί, οργάνωσε τις ντόπιες φυλές, κυρίως την φυλή των Σιλούρ αλλά και αυτήν των Ορντοβάις, στον αγώνα κατά των Ρωμαίων. Κατά την αλλαγή της Ρωμαϊκής διοίκησης, το 47 μ.χ., ο Καράτακους οδήγησε τους Σιλούρ στον θρίαμβο εναντίον των κατακτητών στο Γκλοσεστερσάιρ. Ο νέος κυβερνήτης, Οστόριους Σκαπούλα, ανάλωσε όλο τον χρόνο του στην διοίκηση, πολεμώντας αποκλειστικά και μόνο τον Καράτακους, τον οποίον τελικά και νίκησε σε μια μετωπική επίθεση, κάπου στην κεντρική Ουαλλία, περί το 50 μ.χ. Ο Κέλτης ηγεμόνας όμως, γλύτωσε από την σφαγή και κατέφυγε στους Μπριγκάντε, μια ακόμα Κέλτικη φυλή που ζούσε στην βορειοδυτική Αγγλία, εκεί που σήμερα βρίσκεται το Μάντσεστερ, το Λανκασάιρ και το Γιορκσάιρ. Δυστυχώς, η Βασίλισσα Καρτιμάντουα τον πρόδωσε στους Ρωμαίους και τον παρέδωσε κατόπιν στον Σκαπούλα, ο οποίος τον έστειλε αλυσοδεμένο στην Ρώμη, το 51 μ.χ. Εδώ μπορούμε να πούμε πως ο Καράτακους στάθηκε τυχερός, καθώς, λίγους μήνες πρίν, αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Γάϊος Καλιγούλας! Τώρα όμως, είχε να αντιμετωπίσει ένα φοβισμένο, αλλά έξυπνο και σίγουρα καλοπροαίρετο άνθρωπο, τον Κλαύδιο. Αυτός τον παρουσίασε στην Σύγκλητο, όπου όλοι εντυπωσιάστηκαν από την ευφράδεια του Καράτακους, καθώς περίμεναν να συναντήσουν έναν άξεστο βάρβαρο και όχι έναν ευγενή πολεμιστή. Για αυτό και του χάρισαν την ζωή και του επέτρεψαν να ζήσει, σαν Ρωμαίος πολίτης πλέον, μαζί με την οικογένεια του, στην Αιώνια Πόλη.
Κάπου εδώ υποθετικά χάνονται τα ίχνη του Καράτακους. Όμως, άν διαβάσετε παρακάτω, θα δείτε πως δεν είναι ακριβώς έτσι…
Ο θάνατος του Συμπελίνου σήμανε και την αρχή του τέλους της φυλής των Κατουβελλάνι
Πέντραγκον
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν να βρούμε το μυστικό που χαρακτηρίζει την οικογένεια Πέντραγκον. Ο πιο γνωστός απόγονος του Καράτακους και του Συμπελίνου, είναι ο Λίνος ο Α΄, επίσκοπος της Ρώμης κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Ο Λίνος, όπως γράφουν και οι βιογραφίες των επισκόπων της Ρώμης, από στοιχεία που πήραμε από τα αρχεία του Βατικανού, ήταν γιος του Καράτακους του Πέντραγκον, Πρίγκιπα της Βρετανίας, τίτλο που έφερε και ο ίδιος ο Λίνος, πριν τοποθετηθεί επίσκοπος Ρώμης, απ’ τον ίδιο τον ‘Aγιο Πέτρο! Μάλιστα, τον αναφέρει και ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή προς Τιμόθεο Β΄ (στ.21,παρ.4) «Ασπάζεταί σε Εύβουλος και Πούδης και Λίνος και Κλαυδία και οι αδελφοί πάντες» δηλ. “σε χαιρετούν ο Εύβουλος και ο Πούδης και ο Λίνος και η Κλαυδία και όλοι οι αδελφοί”. Ο Πάπας Ειρηναίος, στο βιβλίο του για τις αιρέσεις, λέει για τον Λίνο: «Αφού οι ‘Aγιοι Απόστολοι (Πέτρος και Παύλος) ίδρυσαν και έθεσαν σε λειτουργία την πρώτη Εκκλησία στην Ρώμη, έδωσαν το πρώτο επισκοπικό αξίωμα στον Λίνο. Αυτόν τον διαδέχτηκε ο Ανάκλητος.»
Ο Λίνος κράτησε αυτό το αξίωμα γύρω στα 12 χρόνια, περίπου μέχρι τον θάνατο του, το 79 μ.χ.
Όταν πέθανε, λένε πως τον έθαψαν δίπλα από τον Άγιο Πέτρο δηλαδή στο Βατικανό. Όμως, λένε πως σε κάποιες εργασίες που έκαναν στον λόφο του Βατικανού το 1615 μ.χ. ανακάλυψαν κάποιες σαρκοφάγους μαρτύρων, πιθανότατα και επισκόπων. Ανάμεσα τους, βρέθηκε και κάποια σαρκοφάγος που έφερε το όνομα Λίνος. Από ένα χειρόγραφο του Τορίγκιου, όμως, μαθαίνουμε πως δίπλα από το όνομα Λίνος υπήρχαν και άλλα γράμματα, οπότε το πιο πιθανό, είναι το όνομα που επιγράφεται στην σαρκοφάγο να είναι Ακιλλίνος η Ανουλίνος. Το μέρος, εξάλλου που βρέθηκε, αποκλείει από μόνο του την πιθανότητα να είναι ο πραγματικός τάφος του Λίνου. (De Rossi , «Inscriptiones christaniae urbis Romae» , II, 23-7) Η γιορτή του Αγίου Λίνου είναι στις 23 Σεπτεμβρίου. Αυτή εξάλλου, είναι και η ημερομηνία που δίνει και το «Liber Pontificalis». Μια επιστολή Μαρτυρίας του Πέτρου και του Παύλου, ήταν αφιερωμένη στον ‘Aγιο Λίνο και μάλλον την έστειλε ο ίδιος στην Ανατολική Εκκλησία. Είναι αποκρυφιστική και η ημερομηνία της είναι αρκετά αργότερα από την Μαρτυρία των Αποστόλων. Δυστυχώς, ενώ έχει αναφερθεί αυτή η επιστολή δεν έχει παραδοθεί ακόμα στην δημοσιότητα…
Ο Καθεδρικός Ναός τιου Αγίου Πέτρου στο Βατικανό
O Αρθούρος των Δράκων
Η πραγματική ιστορία του Βασιλιά Αρθούρου, έχει παραμείνει κρυφή μέσα στους αιώνες, πολύ απλά, γιατί, κανείς δεν σκέφτηκε ίσως να ψάξει στην πραγματική Ιστορία της Βρετανίας. Βλέπετε, σχεδόν όλοι μας, όταν ακούμε Βρετανία το μυαλό μας πάει αμέσως στην Αγγλία .Ξεχνάμε ίσως πως το όνομα Βρετανία συμπεριλαμβάνει την Σκωτία, την Ουαλία και την Ιρλανδία. Αν λοιπόν ψάξουμε στα Κέλτικα «κιτάπια» της Ιστορίας θα ανακαλύψουμε αναφορές στο όνομα του σαν τον «Βασιλιά των Βασιλέων»(King of the Kings) η τον «Μέγα Βασιλιά των Κελτικών Νήσων» (High King of Celtic Isle). Η πραγματική ιστορία του Βασιλιά Αρθούρου-σύμφωνα με αυτές τις πηγές-έχει λοιπόν ως εξής:
Ο Αρθούρος γεννήθηκε το 559 μ.χ και πέθανε σε μάχη το 603 μ.χ.. Η μητέρα του ήταν η Ιγκέρνα ντελ Ακς, κόρη της Βασίλισσας Βίβιαν του ‘Aβαλον. Πατέρας του, ήταν ο Μέγας Βασιλιάς Αιντάν της Νταλριάντα που βρίσκεται στα Δυτικά Χάιλάντς της Σκωτίας και σήμερα ονομάζεται Αργκάιλ. Ο Αιντάν ήταν ο Βρετανός Πέντραγκον, δηλαδή, ο Πρώτος των Δράκων.
Και πραγματικά, τα βασιλικά αρχεία του Βασιλιά Κέννεθ Μακ Άλπιν, συγγενούς του Αιντάν Πέντραγκον, αναφέρουν την βασιλική καταγωγή των από την Δυναστεία των ‘Aβαλον. Η πατρική κληρονομιά του Βασιλιά Αιντάν προέρχεται απευθείας από τον αρχαιότερο Οίκο του Κάμουλοτ ( House of Camulot- England’s Royal Court of Colchester) της Βασιλικής Αυλής του Κόλτσεστερ με απευθείας γραμμή αίματος από τον πρώτο Πέντραγκον, τον αρχαίο Βασιλιά Συμπελίνο που ίσως να τον γνωρίσατε κάποτε και μέσω του Σαίξπηρ. Ο πατέρας του Αρθούρου, ο Αιντάν, Βασιλιάς των Σκώτων, ήταν ο πρώτος Βρετανός Μονάρχης που διορίστηκε στον θρόνο του από τον ‘Aγιο Κολόμπα της Κέλτικης Εκκλησίας, γι’ αυτό προκάλεσε την οργή του Πάπα που ισχυρίζονταν πως ήταν ο μοναδικός που μπορούσε να διορίζει βασιλιάδες. Γι’ αυτόν, άλλωστε τον λόγο έστειλε και τον ‘Aγιο Αυγουστίνο να επαναφέρει στην τάξη τους άφρονες Σκώτους, χωρίς ευτυχή κατάληξη για τον ίδιο, όμως.
Ο Αρθούρος και το Εξκάλιμπερ
Επίλογος
Σαν λάτρης του Αρθουριανού κύκλου, έψαξα πολλές φορές να βρώ ιστορικά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του, και να φωτίσω έτσι το μυστηριώδες παρελθόν των Πέντραγκον. Συνάντησα διάφορες εκδοχές, άλλοι πίστευαν πως ήταν ένας μύθος και πως δεν υπήρχε ιστορική βάση, άλλοι τον παρουσίαζαν σαν έναν απλό πολεμιστή, που έτυχε να βασιλεύσει σε μια περίοδο αναταραχών στο νησί (εισβολή των Σαξόνων) κι άλλοι υποστήριζαν πως ήταν απόγονος του Ιησού (!) Εδώ βλέπουμε πως ο Αρθούρος ήταν εξ ανέκαθεν απόγονος ηγεμόνων της Βρεττανίας, αλλά και πνευματικών ανθρώπων (Λίνος), κάτι που μας επιτρέπει να καταλάβουμε την τόσο “ιδιαίτερη” ζωή του, που κατέληξε στο να τον υμνούν οι τροβαδούροι και να γίνει η έμπνευση για μια ολόκληρη μυθολογία που άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη της στον Δυτικό πολιτισμό και Μυστικισμό.
Θα είναι πάντοτε ο ήρωας ο αιώνιος, αυτός που έγινε ένα με την χώρα του, πολέμησε και μάτωσε στο πλευρό των αδελφών ιπποτών του, και στο τέλος δεν εγκατέλειψε οριστικά, αφού αιώνια στέκει εκει, στο νησί που βρίσκεται πέρα από αυτό τον χρόνο και χώρο, το Μυστηριώδες ‘Aβαλον, παρακολουθώντας, καρτερώντας, και πολλές φορές κρυφά καθοδηγώντας, όσους διατηρούν ακόμα στην καρδιά τους την αγάπη και την πίστη σε όλες τις ανώτερες ιδέες που ο ίδιος προέταξε.
Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη…
O Αρθούρος μεταφέρεται σε μια βαρκα πρός το Μυστηριώδες Νησί του ‘Aβαλον