Home » από Μέλος Gateway Team, Συνεντεύξεις
από Μέλος Gateway Team Συνεντεύξεις

Ευρυδίκη Μαντέλη: Βολέγκαροι, Τα μαγικά πλάσματα των Βαλκανίων

 

 

Πρόσφατα οι εκδόσεις iWrite κυκλοφόρησαν ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο με τίτλο «Βολέγκαροι». Συγγραφέας αυτού του πρωτότυπου μυθιστορήματος, είναι η Ευριδίκη Μαντέλη, που κατάφερε να παντρέψει τη λογοτεχνική της πένα με πλείστα λαογραφικά και μυθολογικά στοιχεία από το χώρο των Βαλκανίων. Το αποτέλεσμα; Ενα καλογραμμένο και συναρπαστικό συγγραφικό έργο, που κρατά σε αγωνία τον αναγνώστη, ενώ συνάμα καλύπτει με τον καλύτερο τρόπο τις… ανησυχίες του φίλου της εναλλακτικής αναζήτησης. Στις επόμενες γραμμές ακολουθεί η πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχα με την συγγραφέα.

 

Εκδώσατε πρόσφατα από τις εκδόσεις iWrite το μυθιστόρημά σας με τίτλο «Βολέγκαροι». Τι ακριβώς σημαίνει αυτή η λέξη;

Το τι ακριβώς ειναι οι Βολέγκαροι είναι το μεγάλο μυστήριο του βιβλίου. Σύμφωνα με την ιστορία είναι οι ακόλουθοι του αρχαίου χθόνιου θεού Βέλες ή Βόλος και ήθελα το όνομά τους να αντανακλά αυτή τους την ιδιότητα, καθώς και να έχει μια κάπως «φολκλόρ» χροιά που να θυμίζει τους καλικάντζαρους ή τους μασκαράδες της απόκριας που ντύνονται με προβιές και κουδούνια.

Στη Σερβία, όπου διαδραματίζεται η ιστορία, υπάρχουν πολλά τέτοια έθιμα και επειδή οι Σλάβοι θεωρούν ότι μυθολογικά προέρχονται από τους λύκους, οι δικοί τους μασκαράδες μοιάζουν με λύκοι και ονομάζονται Βούκαροι, από τη σλάβικη λέξη βουκ που σημαίνει λύκος που είναι και το σαμανιστικά ιερό ζώο αυτού του λαού. Οι παραδόσεις και τα αρχαία έθιμα παίζουν σημαντικό ρόλο στην ιστορία και υπογραμμίζουν το στοιχέιο της μοίρας και του παρελθόντος που επικρατεί. Εμπνεύστηκα, λοιπόν, από όλα αυτά και κάπως έτσι γεννήθηκαν οι Βολέγκαροι.

 

Πείτε μας λίγα λόγια για το σενάριο και την υπόθεση του βιβλίου σας.

Δύο δημοσιογράφοι από την Αγγλία επισκέπτονται τη Σερβία για να καλύψουν μια ελληνική αρχαιολογική αποστολή σε μια πρωτοχριστιανικη εκκλησία αφιερωμένη στον Αγιο Βλάσιο. Εκεί διαπιστώνουν ότι η εκκλησία αυτή σχετίζεται με μία σειρά από τρομακτικούς θρύλους καθώς οι κάτοικοι της περιοχής πιστεύουν ότι από εκεί βγαίνουν κατά τη διάρκεια του χειμερινού ηλιοστασίου οι ακόλουθοι του Αγίου Βλάσιου, οι τρομεροί Βολέγκαροι, που φέρνουν τον θάνατο και την αναγέννηση.

Πολύ σύντομα οι ήρωες θα αρχίσουν να βιώνουν καταστάσεις που θα τους κάνουν να υποψιαστούν ότι ο μύθος ίσως να είναι πιο πραγματικός από ότι νόμιζαν. Ταυτόχρονα θα πρέπει να ελιχθούν μέσα σε ένα περιβάλλον όπου ο ανθρώπινος παράγοντας συχνά έχει την δικιά του ατζέντα. Στην προσπάθειά τους να λύσουν το μυστήριο των Βολέγκαρων, θα συναντήσουν ανθρώπους που έχουν ήδη διαμορφώσει τις δικές τους σχέσεις εξουσίας και αλληλεξάρτησης σε μια ισορροπία συχνά εύθραυστη και επικίνδυνη που οι νεοφερμένοι, άθελά τους, θα διαταράξουν με αναπάντεχες συνέπειες. Τότε όλοι οι ήρωες θα αναγκαστούν να έρθουν αντιμέτωποι με τους φόβους τους και με τις συνέπειες των πράξεών τους και θα διαπιστώσουν ότι όσο κι αν προσπαθεί κανείς να ξεφύγει από το παρελθόν αυτό είναι αδύνατον.

Ποια ήταν τα ερεθίσματα που σας οδήγησαν να επιλέξετε τους Βολέγκαρους (Ντρέκαβατς) αλλά και τη χώρα της Σερβίας ως το σκηνικό για την εξέλιξη της ιστορίας σας;

Καταρχάς η αρχική ασαφής σκέψη που γέννησε τους Βολέγκαρους ήταν απλά η ιδέα ενός μεγάλου κινδύνου και μιας αρχαίας αρνητικής παρουσίας που θα βρισκόταν αντιφατικά τοποθετημένη μέσα σε έναν υποτιθέμενο καθαγιασμένο χώρο, δηλαδή μία εκκλησία. Ηξερα ότι η εκκλησία θα ήταν ορθόδοξη, οπότε χρειαζόμουν μια ορθόδοξη χώρα και, υπό την έννοια αυτή, η ιστορία θα μπορούσε να τοποθετηθεί ακόμα και στην Ελλάδα.

Επειδή, όμως, ήθελα ένα κάπως «εξωτικό» σκηνικό για την υπόθεση, προτίμησα μια άλλη χώρα που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ιδιαίτερα στην λογοτεχνία, που είναι ιδιαίτερα αγαπητή σε εμάς τους Ελληνες και με την οποία μοιραζόμαστε πολλά κοινά πολιτισμικά και ιστορικά στοιχεία: Τη Σερβία. Μου άρεσε η ιδέα να ειπωθεί μια ιστορία με φόντο τη σύγχρονη Σερβία χωρίς να πρόκειται για άλλη μια πολεμική ιστορία. Φυσικά, δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί κάποια σχετική αναφορά, γιατί ο πόλεμος στη Βοσνία και στο Κόσοβο αποτελεί σημαντικό μέρος της σύγχρονης ιστορίας της χώρας, αλλά το βιβλίο, επί της ουσίας, δεν έχει καμία σχέση με αυτό.

Οσον αφορά τους Βολέγκαρους, άρχισα να γράφω γι αυτούς πολύ πριν να μάθω για την ύπαρξη των Ντρέκαβατς. Ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο τον Σεπτέμβρη του 2008 και «ανακάλυψα» τα Ντρέκαβατς τον Δεκέμβρη του 2008 σε ένα ταξίδι μου στη Σερβία. Φανταστείτε την έκπληξή μου όταν έμαθα ότι υπήρχαν περιοχές σε εκείνη τη χώρα όπου οι άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι βίωναν στην πραγματικότητα καταστάσεις που έμοιαζαν πολύ με αυτές που φανταζόμουν εγώ στην ιστορία μου. Φυσικά φρόντισα να μάθω περισσότερα για αυτά τα περίεργα πλάσματα και, όπως καταλαβαίνετε, δεν θα μπορούσα παρά να εμπνευστώ από αυτά γράφωντας τους «Βολέγκαρους».

 

 

Στο βιβλίο σας συμπεριλαμβάνετε και ορισμένες μαρτυρίες Σέρβων που σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις αναφέρονται στα Ντρέκαβατς. Μιλήστε μας για αυτές.

Σύμφωνα με την παράδοση, τα Ντρέκαβατς είναι οι ψυχές των παιδιών που έχουν πεθάνει αβάπτιστα και κυκλοφορούν στα δάση ουρλιάζοντας με έναν πολύ χαρακτηριστικό αλλά και ανατριχιαστικό τρόπο. Εξ ου και το όνομά τους, Ντρέκαβατς, που στα ελληνικά θα μπορούσε να μεταφραστεί ως «Ουρλιαχτές».

Ως προς την εμφάνισή τους, οι μαρτυρίες δεν συμφωνούν. Αλλοι λένε ότι μοιάζουν κάπως με λύκους, άλλοι ότι είναι περισσότερο ανθρωποειδή, αλλά όλοι συμφωνούν στο τρομακτικό ουρλιαχτό τους, ένα χαρακτηριστικό που διατηρήθηκε και στους Βολέγκαρους της δικής μου ιστορίας.

Αν κανείς συναντήσει κάποιο από αυτά τα πλάσματα θα πρέπει να αποφύγει να το κοιτάξει, διαφορετικά εκείνο θα ανέβει στους ώμους του και θα τον ταλαιπωρεί όλο το βράδυ. Το πόσο επικίνδυνο είναι ένα Ντρέκαβατς δεν είναι απολύτως σαφές. Κάποιες εκδοχές του μύθου το εμφανίζουν σαν ένα είδος «κατεργάρη», ένα στοιχειό του δάσους, ή έναν καλικάντζαρο που το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τσιμπάει, να τραβάει τα μαλλιά του θύματός του και να ουρλιάζει δυνατά μέσα στα αυτιά του. Κάποιες άλλες εκδοχές, όμως, είναι πιο σκοτεινές και σε αυτές τα Ντρέκαβατς έχουν σκοτώσει ανθρώπους ρίχνοντάς τους σε γκρεμούς, πνίγοντάς τους σε λίμνες και ποτάμια ή στραγγαλίζοντάς τους στον ύπνο τους. Σε κάθε περιπτωση, πάντως, το ουρλιαχτό τους θεωρείται κακός οιωνός και προάγγελος θανάτου.

 

Υπάρχουν σύγχρονες μαρτυρίες που αφορούν εμφανίσεις των συγκεκριμένων πλασμάτων; Αν ναι, ποια η αντιμετώπισή τους από τα γειτονικά ΜΜΕ;

Υπάρχουν πάρα πολλές μαρτυρίες ανθρώπων που ορκίζονται ότι έχουν δει ή έχουν ακούσει κάποιο από αυτά τα πλάσματα. Το ίντερνετ είναι γεμάτο από τέτοιες διηγήσεις.

Ανεξάρτητα από το αν πρόκειται απλά για έναν μύθο ή όχι, υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι αυτά τα πλάσματα υπάρχουν στην πραγματικότητα. Υπάρχουν ολόκληρα χωριά που έχουν αναστατωθεί από περίεργα ουρλιαχτά μέσα στη νύχτα και από μαζικές επιθέσεις στα ζώα τους που δεν οφείλονται σε κανένα γνωστό ζώο. Ο τοπικός τύπος της Σερβίας έχει ασχοληθεί εκτεταμένα με αυτά τα περιστατικά και έχουν υπάρξει πολλά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και σχετικά ντοκιμαντέρ που προβλήθηκαν στη σερβική τηλεόραση.

Το τελευταίο περιστατικό που γνωρίζω ήταν το 2011, όταν ένα ολόκληρο χωριό στη Βοσνία σταμάτησε να στέλνει τα παιδιά του στο σχολείο και κλείστηκε στα σπίτια του εξαιτίας των Ντρέκαβατς. Οι κάτοικοι ισχυρίζονταν με απόλυτη σοβαρότητα ότι για ένα μεγάλο διάστημα άκουγαν μυστηριώδεις κραυγές κατά τη διάρκεια της νύχτας μέσα στο δάσος αλλά πολλές φορές και στους έρημους δρόμους του χωριού. Οταν άρχισαν να βρίσκουν τα οικόσιτα ζώα τους κατασπαραγμένα και τα σκυλιά τους σκοτωμένα άρχισαν να θορυβούνται πραγματικά και ζήτησαν τη βοήθεια των τοπικών αρχών. Ο κυνηγετικός σύλλογος της περιοχής και η αστυνομία προσπάθησαν να ερευνήσουν την περιοχή αλλά δεν κατάφεραν να βρουν τίποτα. Τα σκυλιά των κυνηγών αρνούνταν να μπουν μέσα στο δάσος και υποχωρούσαν φοβισμένα. Τελικά, υπήρξε μια περίπτωση όπου ένας στρατιώτης σκότωσε ένα περίεργο ζώο, το σώμα του οποίου κρεμάστηκε σε ένα δέντρο και αφέθηκε σε κοινή θέα, και το οποίο δεν μπόρεσε κανένας να ταυτοποιήσει. Τα περίεργα περιστατικά συνεχίστηκαν για μερικούς ακόμα μήνες και μετά σταμάτησαν όσο απότομα είχαν ξεκινήσει.

Υπάρχουν πολλές ακόμα μαρτυρίες από το παρελθόν, όπως εκείνη ενός σέρβου στρατιώτη που συνάντησε ένα Ντρέκαβατς κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού στον πόλεμο του Κοσόβου, το οποίο μάλιστα του έσωσε τη ζωή ή εκείνη μιας ηλικιωμένης γυναίκας που ισχυρίζεται ότι εδώ και χρόνια ζούνε στη στέγη του σπιτιού της αυτά τα μυστηριώδη πλάσματα. Οπως καταλαβαίνετε, ανεξάρτητα από το αν πιστεύει κανείς ή όχι στην ύπαρξη των Ντρέκαβατς, το γεγονός είναι ότι απασχολούν σε μεγάλο βαθμό τους ανθρώπους της Σερβίας και αποτελούν ένα απολύτως ζωντανό κομμάτι του σύγχρονου πολιτισμού αυτού του λαού.

 

Ποια είναι τα μηνύματα που επιθυμείτε να περάσετε στον αναγνώστη μέσα από το «Βολέγκαροι»;

Οι «Βολέγκαροι» είναι, σε τελική ανάλυση, μια ιστορία για το αναπόφευκτο και την καταλυτική επίδραση του παρελθόντος στο παρόν και το μέλλον μας. Οι ήρωες της ιστορίας ταξιδεύουν σε μια χώρα τελείως διαφορετική απο τη δική τους, ελπίζοντας ότι, έστω και για λίγο, θα καταφέρουν να ξεφύγουν από τη ζωή τους και τα λάθη του παρελθόντος, απασχολούμενοι με το αναπάντεχο μυστήριο των θανατηφόρων Βολέγκαρων, το οποίο, παραδόξως, μοιάζει λιγότερο τρομακτικό από τη ζωή τους.

Πολύ σύντομα, όμως, θα διαπιστώσουν ότι δεν υπάρχει «αρχή εκ του μηδενός» και ότι  αυτό που είμαστε σήμερα είναι προϊόν του παρελθόντος μας και των επιλογών, όχι μόνο των δικών μας αλλά και άλλων ανθρώπων, οι ζωές των οποίων συνδέονται με αόρατα αλλά αναπόδραστα δεσμά με την δική μας, συχνά με διαδικασίες που ξεκινάνε πολύ πριν τη γέννησή μας. Μέσα στον τρομακτικό και απρόβλεπτο κόσμο της ιστορίας όπου κυριαρχούν οι αρχαίοι θεοί και τα θανάσιμα μυστικά, οι Βολέγκαροι είναι απλώς η αφορμή για να μπορέσουν οι ήρωες να κοιτάξουν μέσα τους και να αντιμετωπίσουν τα φαντάσματα του παρελθόντος. Εκείνοι που καταφέρνουν να αποδεχθούν αυτό που είναι βρίσκουν νέο νόημα στη ζωή τους και λυτρώνονται, ενώ εκείνοι που αποτυγχάνουν να το κάνουν αυτό καταστρέφονται.

 

Από την έρευνα που κάνατε κατά τη συγγραφή του έργου σας, εντοπίσατε κοινά στοιχεία ανάμεσα σε Ελληνικούς και Βαλκάνιους μύθους και θρύλους για τα παράξενα αυτά πλάσματα;

Ομολογώ ότι η έρευνά μου περιορίστηκε κατά κύριο λόγο στα πλαίσια της Σερβίας και, κατά συνέπεια, δεν μπορώ να μιλήσω με εγκυρότητα για όλους τους βαλκανικούς μύθους. Εκείνο, όμως, που είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς είναι τα πολλαπλά κοινά σημεία στον πολιτισμό των βαλκανικών χωρών.

Οι κοινές ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες που μοιραζόμαστε όλοι οι βαλκάνιοι λαοί σε συνδυασμό με τον τεράστιο πλούτο της λαϊκής μας παράδοσης σίγουρα μπορούν να υπονοήσουν τέτοιου είδους ομοιότητες, όπως αυτές που εννοείτε. Δεν έχει σημασία αν κάποιος ονομάζει αυτά τα πλάσματα Ντρέκαβατς και κάποιος άλλος νεράιδες ή ξωτικά. Εκείνο που είναι σημαντικό είναι το κοινό μήνυμα αυτών των ιστοριών και παραδόσεων που είναι ο σεβασμός στον απρόβλεπτο και ανεξέλενκτο χαρακτήρα της φύσης που ξεπερνάει τα ανθρώπινα μεγέθη.

Στο βαθμό, λοιπόν, που διατηρούμε μνήμες και παραδόσεις από την εποχή που οι άνθρωποι ζούσαν κατά κύριο λόγο σε αγροτικές περιοχές και η φύση επηρέαζε απόλυτα τη ζωή τους, είναι αναμενόμενο να έχουμε τέτοιου είδους ιστορίες. Χαρακτηριστική είναι η πεποίθηση που υπάρχει σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας ότι τα παιδιά που γεννιούνται κατά τις ημέρες των Χριστουγέννων, δηλαδή μεταξύ 25 Δεκεμβρίου και 6 Ιανουαρίου, πρέπει να βαφτίζονται το συντομότερο δυνατό γιατί, αν τύχει και πεθάνουν αβάφτιστα, γίνονται καλικάντζαροι. Αυτή η πεποίθηση θυμίζει πολύ τον μύθο των Σέρβων που λέει ότι τα Ντρέκαβατς είναι αβάφτιστα παιδιά.

Είμαι, λοιπόν, σίγουρη ότι ακόμα και αυτή τη στιγμή θα υπάρχουν πολλοί αναγνώστες εδώ στην Ελλάδα που, καθώς θα διαβάζουν αυτές τις γραμμές, θα θυμούνται ιστορίες που τους έχει διηγηθεί κάποια γιαγιά σε κάποιο χωριό σχετικά με μυστηριώδη πλάσματα που προκαλούσαν τον φόβο αλλά και τον θαυμασμό.

 

Who is Who: Η Ευρυδίκη Μαντέλη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά πολύ σύντομα η ζωή της εξελίχθηκε σε ένα πολύχρωμο κολάζ ταξιδιών και μετακινήσεων.
Έζησε και σπούδασε στο Ηνωμένο Βασίλειο, επέστρεψε στην Ελλάδα, έζησε σε διάφορες ελληνικές πόλεις και προς το παρόν ζει και εργάζεται στα Ιωάννινα. Της αρέσει να διαβάζει βιβλία εκλαϊκευμένης επιστήμης, να ταξιδεύει, να συναρμολογεί έπιπλα και να παρακολουθεί ταινίες δράσης.